Πως 10 Χρόνια Χουλιγκανισμού με Έκαναν Καλύτερο Άνθρωπο
Φωτογραφία via Facebook page@Casual.mind
Το άρθρο δημοσιεύθηκε αρχικά στο VICE Sports.
Πρέπει να ήταν μία από τις μέρες εκείνου του ηλιόλουστου φθινοπώρου του 2000. Για πρώτη φορά στη ζωή μου πήγαινα σε αγώνα ποδοσφαίρου χωρίς συνοδεία γονέα.
Δεν είχε νυχτώσει ακόμη για τα καλά όταν ένα τούβλο προσγειώθηκε στο κούτελο ενός γιγάντιου άντρα δίπλα μου. Μια σταγόνα αίματος κόλλησε στο δεξί του ρουθούνι. Αυτό το χτύπημα στο μέτωπό του σηματοδότησε την αρχή μιας νέας φάσης στη ζωή μου, η οποία έμελλε να κρατήσει για 10 χρόνια. Πέρα από τις αναπόφευκτες μελανιές, τις μπουνιές και τα μπουζουριάσματα, απέκτησα και έναν νέο στόχο στη ζωή. Αυτή η δεκαετία ως χούλιγκαν, μου επέτρεψε να γίνω άλλος άνθρωπος και αυτό δεν θα το άλλαζα για τίποτα στον κόσμο – έγινα καλύτερος.
Η πραγματικότητα όπως είναι, μέσα από το Newsletter του VICE Greece
Τα πόδια μου έτρεμαν καθώς σκαρφάλωνα για πρώτη φορά στην «κερκίδα μου», η οποία ήταν γεμάτη παράτολμους εφήβους και σωματώδεις άνδρες. Μου φάνηκε απίστευτα τρομακτικό, όμως ταυτόχρονα με είχε γοητεύσει. Μετά το πρώτο γκολ, ξεκίνησε μια τεράστια έφοδος στο διαχωριστικό που υπήρχε ανάμεσα στην κερκίδα μου και τους οπαδούς της αντίπαλης ομάδας. Έχοντας παραλύσει από τον φόβο, το πλήθος με παρέσυρε προς την κατεύθυνση των αντίπαλων οπαδών. Οι φράχτες παρέμεναν στη θέση τους, αν και δεν μου φαινόντουσαν σταθεροί εκείνη τη στιγμή. Αργότερα συνειδητοποίησα ότι όλο αυτό ήταν μια κλασική ιεροτελεστία, η λεγόμενη «επίθεση στον πυρήνα των χούλιγκαν της φιλοξενούμενης ομάδας». Μετά από κάθε γκολ, σκαρφαλώναμε τους φράχτες, όμως εκείνοι παρέμεναν πάντα ακλόνητοι.
Ο Chris Henderson, πρώην αρχηγός των φημισμένων «Κυνηγών Κεφαλών» της Chelsea, έγραψε στο βιβλίο του για τη ζωή των πρώην χούλιγκαν: «Αυτοί οι παλιοί οπαδοί εκπέμπουν μια ολοφάνερη αύρα που δείχνει ότι μπορούν να τα καταφέρουν κόντρα στις πιθανότητες».
Μέσα στα χρόνια, έμαθα τους κανόνες και τις συνήθειες της θύρας μας. Έμαθα τον κόσμο, τους άγραφους νόμους και τους κώδικες. Μεγάλωσα με όλα αυτά και σιγά-σιγά κατέκτησα τη δική μου θέση. Ξεκίνησα ως το μυξιάρικο της ομάδας και μου πήρε χρόνια να ανέβω στο δικό μου σκαλοπάτι αυτής της κοινωνικής σκάλας. Είχα αρχίσει από τη χαμηλότερη βαθμίδα και ανέβαινα λίγο-λίγο κάθε σεζόν. Τα παιδιά που κάποτε αποτελούσαν παράδειγμα για μένα, είχαν γίνει πλέον φίλοι μου, αν και δεν έπαψα ποτέ να τους θαυμάζω. Για 10 χρόνια έβαζα τα δυνατά μου για να κερδίσω τη θέση μου, όντας απλώς εκεί, χωρίς να λείπω ποτέ. Ήμασταν ο ένας δίπλα στον άλλο σε πάρτι γενεθλίων, γάμους, κηδείες, καβγάδες και σε αμέτρητα παιχνίδια. Κερδίζοντας τον σεβασμό, μπορούσες σιγά-σιγά να ανέβεις, όμως αυτό δεν ήταν κάτι που συνέβη μέσα σε λίγες εβδομάδες – η διαδικασία πήρε χρόνια.
Φωτογραφία via Facebook page@Casual.mind
Παρασκευή βράδυ σε μια σκοτεινή, ξεχασμένη επαρχιακή πόλη. Είναι ένα μέρος που δεν θα επισκεπτόσουν ποτέ αν δεν ήταν στη μέση η μπάλα, η οποία μας καταδίκαζε σε τέτοια ταξίδια τουλάχιστον μία φορά τον χρόνο. Να ‘μαστε λοιπόν, σε ένα σχεδόν εγκαταλελειμμένο σοκάκι το σούρουπο, έτοιμοι για επίθεση, με υψωμένες τις γροθιές και με τους αντιπάλους να υπερτερούν κατά πολύ αριθμητικά. Μας κοπάνησαν άσχημα. Την ίδια στιγμή που οι φυσιολογικοί άνθρωποι παρακολουθούσαν ριάλιτι στην τηλεόραση, εμείς έπρεπε να υπερασπιστούμε την τιμή μας, ακόμη και αν αυτό σήμαινε ότι θα τις τρώγαμε. Όλα μέσα στο παιχνίδι ήταν. Πετώντας από την χαρά μας, πήραμε το τρένο της επιστροφής, έχοντας μόνο μερικά πρησμένα χείλη και λίγα μαυρισμένα μάτια. Μια ένα απλό ξύλο δεν σε σκοτώνει: τινάζεις απλώς τη σκόνη από πάνω σου, σηκώνεσαι όρθιος και συνεχίζεις. Όταν σκέφτομαι αυτά τα 10 χρόνια, βλέπω ότι έμαθα πάρα πολλά μέσα από αυτές τις αντιξοότητες. Έμαθα πράγματα για τον εαυτό μου, την ομάδα των οπαδών που ανήκα και τη ζωή. Αυτές οι στιγμές με έκαναν τον άνθρωπο που είμαι σήμερα.
Όταν έρχομαι αντιμέτωπος με αντίξοες συνθήκες, προσπαθώ ακόμη πιο σκληρά, μιας και αυτό έχω μάθει να κάνω. Όλοι μας ζούμε σε έναν τεράστιο, τέλειο κόσμο που μερικές φορές μας κάνει να ξεχνάμε πώς να αντιμετωπίζουμε τις δυσκολίες. Καλομαθαίνουμε τους εαυτούς μας μέχρι αηδίας. Αυτό μας έχει κάνει πρόβατα. Έχουμε τα πάντα μέσα στα χέρια μας. Δεν χρειάζεται να παλέψουμε για κάτι πλέον. Κατά τη γνώμη μου, πρέπει να φας μερικές σφαλιάρες για να φτιάξεις χαρακτήρα. Μπορείς να φανταστείς τι σημαίνει να σου δίνεται η ευκαιρία να τρως μια καλή «σφαλιάρα» κάθε μήνα; Σε κάνει πιο ανθεκτικό.
Μια Τρίτη βράδυ γεμάτη βαρεμάρα, τηλεφώνησα σε ένα χούλιγκαν από άλλο σύνδεσμο. Τον ήξερα από τα παιχνίδια της Εθνικής. Είχαμε μια φιλική συζήτηση και, ανάμεσα στα αστεία που κάναμε, κανονίσαμε «ραντεβού» την επόμενη φορά που θα έπαιζαν οι ομάδες μας. Αριθμοί, τοποθεσία, ώρα – είχαμε σκεφτεί τα πάντα, ως συνήθως. Έναν μήνα νωρίτερα, είχαμε παλέψει ο ένας στο πλευρό του άλλου, ενάντια στους ξένους «συναδέλφους» μας. Και εκείνος ο καβγάς στημένος ήταν – έτσι λειτουργούσαν τα πράγματα. Φυσικά καταλάβαινα ότι αυτό δεν ήταν φυσιολογικό, όμως ήταν άραγε τόσο τρελό;
Ως κοινωνία, τρελαινόμαστε πραγματικά με το φαινόμενο του χουλιγκανισμού. Τολμώ να αναρωτηθώ αν αυτό που κάνω είναι πράγματι φυσιολογικό. Είναι άγριο και ξεφεύγει από τα πλαίσια του κανονικού, απ’ την άλλη όμως, μήπως είναι τόσο τέλεια τα πράγματα μέσα στα πλαίσια του κανονικού; Η επιλεκτική αγανάκτηση για τους λεγόμενους «οπαδούς του ποδοσφαίρου» με εξοργίζει πραγματικά. Όχι, δεν είναι φυσιολογικό να βαράς κόσμο σε ένα ματς, όμως είναι κάτι που συμβαίνει σε αυτούς που έρχονται για αυτόν τον λόγο και που έχει έναν (σχεδόν) αυστηρό κανόνα επαφής: όταν πέσεις κάτω, έπεσες.
Ο Chris Henderson, πρώην αρχηγός των φημισμένων «Κυνηγών Κεφαλών» της Chelsea, έγραψε στο βιβλίο του για τη ζωή των πρώην χούλιγκαν: «Αυτοί οι παλιοί οπαδοί εκπέμπουν μια ολοφάνερη αύρα που δείχνει ότι μπορούν να τα καταφέρουν κόντρα στις πιθανότητες». Δεν μπορώ παρά να συμφωνήσω. Υπάρχει τρομακτική διαφορά ανάμεσα στο αγόρι που μπήκε στον σύνδεσμο το 2000 και του άνδρα που τον εγκατέλειψε 10 χρόνια αργότερα. Είμαι σίγουρα άλλος άνθρωπος πλέον.
Ποτέ δεν ήμουν επιθετικός. Ίσα ίσα, όταν τα πράγματα ήταν σκούρα, συνήθως έφευγα. Οι σπουδές, η δουλειά και οι φίλοι ήταν πάντα ένα πλήρες χάος για εμένα. Όταν όμως άφησα πίσω μου τον κόσμο του χουλιγκανισμού, είχα ένα σύνθημα στη ζωή: Αυτό που πρέπει να γίνει, πρέπει να γίνει. Μπορεί κάτι να μην φαίνεται διασκεδαστικό – για την ακρίβεια, μπορεί να μοιάζει σκληρό ή και αδύνατο – όμως συχνά το να το προσπαθείς ή απλώς να το βιώνεις, αρκεί για να το φέρεις εις πέρας.
Σήμερα, οι δουλειές μου πηγαίνουν μια χαρά. Έχω πελατεία και δεν φοβάμαι να ξεκινήσω κάτι που δεν έχει τολμήσει κάποιος άλλος. Ο Chris Henderson το περιέγραψε ως εξής: «Η ανάληψη ρίσκου είναι ένα καλό χαρακτηριστικό για έναν επιχειρηματία». Πλέον προσπαθώ σκληρά για κάτι, ενώ στο παρελθόν πιθανώς να τα είχα παρατήσει. Αυτά τα 10 χρόνια μου έδειξαν ένα πράγμα: αυτό που πρέπει να γίνει, πρέπει να γίνει.
Δεν θα με αναγνώριζες στον δρόμο. Τολμώ να πω ότι είμαι ο τελευταίος άνθρωπος που θα υποψιαζόσουν. Είμαι κάποιος που εξακολουθεί να αποπνέει σεβασμό και που στέκεται όρθιος στο τρένο. «Εμείς» ζούμε με διαφορετικούς κανόνες τη ζωή μας, όμως αρνούμαι να νιώσω ενοχές, με τον τρόπο που ο μέσος άνθρωπος μιλάει γι’ αυτό το θέμα το πρωί της Δευτέρας πίνοντας καφέ στη δουλειά. Ειλικρινά, αυτό είναι το θέμα μας; Ο κόσμος καίγεται και εσείς διαλέγετε αυτό για πρωτοσέλιδο; Ο τρόπος που ζούμε μπορεί να είναι λίγο άγριος και εκτός του συνηθισμένου πλαισίου, όμως με έκανε τον άνθρωπο που είμαι σήμερα: κάποιος με υπερηφάνεια, σεβασμό και αφοσίωση.
*Το Nick Hay είναι ψευδώνυμο. Το πραγματικό του όνομα είναι γνωστό στο VICE Sports.