Αφιέρωμα στη ζωή και το έργο του ανθρώπου που άλλαξε την Ιταλία – “Έφυγε” ο Ντάριο Φο σε ηλικία 90 ετών (ΦΩΤΟ-ΒΙΝΤΕΟ)
«Τις πιο πολλές φορές κινδυνεύαμε να μην ανεβάσουμε τα έργα. Το «Είχε δυο πιστόλια» έργο που πραγματευότανε τη συμβίωση του φασισμού και της μπουρζουαζίας, του οργανωμένου εγκλήματος και της εξουσίας, μπλοκαρίστηκε από μια σκληρή λογοκρισία που στην κυριολεξία κατακρεούργησε το κείμενο. Αποφασίσαμε να το παρουσιάσουμε χωρίς να πάρουμε υπόψη μας τα κοψίματα. Ήταν μια οξύτατη σύγκρουση με την διεύθυνση της αστυνομίας του Μιλάνου που μάς απείλησε με άμεση σύλληψη. Στο τέλος, το υπουργείο, επειδή φοβήθηκε το επικείμενο σκάνδαλο, αναίρεσε τα κοψίματα. Το αντίγραφο του κειμένου «Αρχάγγελος» κατασχέθηκε επειδή είχαμε προσθέσει στο έργο πολλές έξυπνες εκφράσεις (όχι εγκριμένες). Για το κείμενο αυτό μαζέψαμε μηνύσεις σε όλες τις πόλεις που δουλέψαμε. Σύνολο 280 όσες ήταν κι οι παραστάσεις».
Μια μαρτυρία της Φράνκα Ράμε
Αφιέρωμα στη ζωή και το έργο του ανθρώπου που άλλαξε την Ιταλία – “Έφυγε” ο Ντάριο Φο σε ηλικία 90 ετών (ΦΩΤΟ-ΒΙΝΤΕΟ)
Πέθανε ο βραβευμένος σκηνοθέτης, ηθοποιός και λογοτέχνης Ντάριο Φο, σε ηλικία 90 ετών, μετά από σοβαρή πνευμονία.
Ήταν ο μεγαλύτερος Ιταλός θεατράνθρωπος, αν και ο ίδιος θεωρούσε τον εαυτό του γελωτοποιό…
Τα έργα του έχουν μεταφραστεί σε περισσότερες από 30 γλώσσες.
Γεννήθηκε στις 24 Μάρτη του 1926 στο Σαν Τζιάνο της επαρχίας Βαρέζε.
Παιδί εργατικής και με δημοκρατική παράδοση οικογένειας, θα σπουδάσει στην Ακαδημία Τεχνών της Μπρέρα στο Μιλάνο, αλλά σύντομα θα στραφεί και θα αφοσιωθεί στο θέατρο.
Αντισυμβατικός, με μοναδικό ταλέντο στον αυτοσχεδιασμό, ο Ντάριο Φο είχε αναπτύξει και εντονότατη πολιτική δράση.
Μαζί με τη γυναίκα της ζωής του, τη μούσα και πρωταγωνίστριά του Φράνκα Ράμε, ο Φο κατέκτησε τις καρδιές των απλών Ιταλών επικοινωνώντας μαζί τους μέσα από το θέατρο, το ραδιόφωνο και την τηλεόραση όπου σατίριζε μέχρι τελικής πτώσεως τους ιταλούς πολιτικούς.
Στη δεκαετία του ’70 είχε στηρίξει, μεταξύ, των άλλων, τον αγώνα των ελλήνων αντιστασιακών κατά της χούντας των συνταγματαρχών.
Το 1969 είχε υπερασπισθεί τον ιταλό αναρχικό Tζουσέπε Πινέλι, ο οποίος είχε κατηγορηθεί αδίκως για θανατηφόρα βομβιστική έκρηξη στο Μιλάνο.
Στην Ελλάδα συνεργάστηκε με το Θέατρο Τέχνης του Κάρολο Κουν, το οποίο πρώτο ανέβασε το έργο «Ισαβέλα τρεις καραβέλλες και ένας παραμυθάς», την διετία 1974-1975.
Το Νόμπελ Λογοτεχνίας
Ο Ντάριο Φο είχε βραβευτεί με Νόμπελ Λογοτεχνίας το 1997, για το πολύχρονο έργο του. Το Νόμπελ σε έναν παλιάτσο; Σ’ έναν παλιάτσο και μάλιστα αριστερό;…
Ενώ ο υπόλοιπος κόσμος χειροκροτούσε την τολμηρή επιλογή της Σουηδικής Ακαδημίας, στην Ιταλία περίσσευαν τα υβριστικά άρθρα και τα αναθέματα. Μία δεκαετία αργότερα, έχοντας απέναντί του την Τζουζεπίνα Μανίν, πολιτιστική συντάκτρια της «Corriere della Sera», για μια σειρά συνομιλιών που απλώνονται τώρα στο «Ο κόσμος μου» (μετ. Αντ. Χρυσοστομίδης, εκδ. «Καστανιώτη»), ο Ντάριο Φο ανακαλούσε εκείνες τις μέρες και, με το πληθωρικό του ύφος, θα σχολίαζε:
«Στο κατώφλι της δεύτερης χιλιετηρίδας, όλοι συζητούσαν ακόμα το πιο απαρχαιωμένο από τα προβλήματα της λογοτεχνίας μας: αν επρόκειτο για “υψηλή” ή για “χαμηλή” κουλτούρα. Μουχλιασμένες θεωρητικούρες, άξιες μονάχα για επαρχιακούς διανοουμενίσκους -οι οποίοι, εμπαθείς όπως είναι, καθόντουσαν και κρυφοπαρατηρούσαν ο ένας τον άλλον, παίρνοντας το μέρος της μιας ή της άλλης παρέας. Κι όταν από τις πάχνες του Βορρά έρχεται ως κεραυνός εν αιθρία μια απόφαση που τους ξενίζει, νιώθουν το έδαφος να φεύγει κάτω από τα πόδια τους…».
Ντάριο Φο: Δεν πληρώνω, δεν πληρώνω!
Το γνωστό θεατρικό έργο του Ντάριο Φο, απόρροια των κινημάτων διαμαρτυρίας της δεκαετίας του ’70.
Μια κωμωδία με γρήγορους ρυθμούς που ασχολείται με τις αυξήσεις στις τιμές των προϊόντων, την οικονομική κρίση και την επανάσταση των απλών ανθρώπων: “Ακριβαίνετε να πράγματα; Δεν πληρώνουμε, τα παίρνουμε.”
Η παράσταση θεωρήθηκε τόσο πολύ επικίνδυνη, που οι επιχειρηματίες πήγανε τον Φο στο δικαστήριο, με την κατηγορία ότι ξεσήκωνε τον κόσμο και τον παρότρυνε να κλέβει.
Στο δικαστήριο παρουσιάστηκε με τη γυναίκα του Φράνκα και υποστήριξε ότι δεν έκανε τίποτα, πέρα από το να κηρύττει την ατομική αντίδραση, το να κάνει κάτι ο καθένας στο χώρο του…
Απόσπασμα απ’ το βιβλίο:
“Σ’ έναν καπιταλιστή δεν πρέπει ποτέ να λες: «αχ, σας παρακαλώ, θα μπορούσατε λιγάκι να μου κάνετε λίγο χώρο ν’ αναπνεύσω κι εγώ; θα μπορούσατε να είστε λίγο πιο καλός, με λίγη περισσότερη κατανόηση; Ας συμφωνήσουμε…»
Όχι. Ο μόνος τρόπος για να μιλήσεις μαζί τους είναι να τους στριμώξεις στον καμπινέ, να τους χώσεις το κεφάλι μέσα στη λεκάνη και να τραβήξεις το καζανάκι. Μόνο έτσι θα μπορέσουμε να φτιάξουμε έναν καλύτερο κόσμο, ίσως με λιγότερο φανταχτερές βιτρίνες, ίσως με λιγότερες λεωφόρους, αλλά με λιγότερες λιμουζίνες, με λιγότερους απατεώνες. Τους πραγματικούς απατεώνες, αυτούς τους μισάνθρωπους με τις χοντρές κοιλιές. Κι έτσι θα είχαμε δικαιοσύνη.
Έτσι, εμείς που βγάζουμε πάντα το φίδι απ’ την τρύπα για τους άλλους, θα μπορούμε επιτέλους να σκεφτούμε και τον εαυτό μας. Να κτίζουμε σπίτια που να ανήκουν σε μας… να ζούμε μια ζωή που θά ‘ναι ολότελα δική μας. Να ζούμε σαν ολοκληρωμένοι άνθρωποι τέλος πάντων.
Να ζούμε σ’ έναν κόσμο όπου η επιθυμία σου να γελάσεις, ξεσπάει από μέσα σου σα γιορτή, η επιθυμία να παίξεις και να γιορτάσεις… κι επιτέλους να κάνεις μια δουλειά που να σ’ ευχαριστεί… σαν κανονικοί άνθρωποι κι όχι σαν ζώα που ζουν και υπάρχουν χωρίς χαρά και φαντασία.
Ένας κόσμος όπου μπορεί κανείς να δει ξανά ότι υπάρχει ακόμη ένας ουρανός… τα λουλούδια που ανθίζουν… ότι ακόμα υπάρχει άνοιξη… και τα κορίτσια που γελούν και τραγουδούν. Και όταν μια μέρα πεθάνεις, δε θα πεθάνεις σα γέρος, πεταμένος σα στιμένη λεμονόκουπα, αλλά σαν άνθρωπος που έζησε ελεύθερος κι ευχαριστημένος μαζί με τους άλλους ανθρώπους…”
Ο τυχαίος θάνατος ενός αναρχικού
Είναι μια ανελέητη σάτιρα της εξουσίας, με το καυστικό χιούμορ του Ντάριο Φο, να σπάει κόκαλα!
Ένας σχιζοφρενής ύποπτος, από ανακρινόμενος, μετατρέπεται σε ανακριτή στα κεντρικά γραφεία της Αστυνομίας.
Μεταμφιεσμένος σε ανώτατο δικαστικό που έρχεται να διαλευκάνει την υπόθεση της «αυτοκτονίας» ενός αναρχικού που έπεσε από τον 4ο όροφο της Ασφάλειας κατά τη διάρκεια μιας ανάκρισης, επιδίδεται σε μια δική του τρελή ανάκριση.
Οι άνθρωποι της Ασφάλειας, τρομοκρατημένοι, καταλήγουν έρμαια στην εξυπνάδα και στη φαντασία του τρελού.
Από άγριοι και νταήδες, μεταμορφώνονται σιγά-σιγά σε αξιολύπητα ανθρωπάκια που δέρνονται και αλληλοκατηγορούνται μεταξύ τους!
“Ο τυχαίος θάνατος ενός αναρχικού” γράφτηκε το 1970 μετά από μια τρομοκρατική επίθεση στην Εθνική Αγροτική Τράπεζα με σκοπό να ασκήσει κριτική στην κατάχρηση εξουσίας του συστήματος δικαιοσύνης της Ιταλίας και της κυβερνητικής διαφθοράς.
Η ιταλική αστική τάξη του 1969… δεν έχει πια ανάγκη από τα σφάλματα των παλιών αναρχικών για να βρει μια πρόφαση και να υλοποιήσει την ολοκληρωτική της φύση, παγιδεύοντας τους νέους αναρχικούς με μιαν αστυνομική σκευωρία…
Η μπόμπα του Μιλάνου έσκασε εναντίον του προλεταριάτου.
Προορισμός της ήταν να χτυπήσει τα λιγότερα ριζοσπαστικοποιημένα στρώματα του πληθυσμού, ώστε να τα κάνει να συμμαχήσουν με την εξουσία, και να καλέσει σε συσπείρωση την αστική τάξη..
Η εξουσία κλήθηκε να παίξει το ψεύτικο χαρτί της τρομοκρατίας, να μεταδώσει την ανασφάλεια στην πλειονότητα του πληθυσμού ώστε να συσπειρώσει την αστική τάξη και να οδηγήσει στην παραπλάνηση το λαό, πράγματα απελπιστικά αναγνωρίσιμα και επαναλαμβανόμενα και στη δική μας πραγματικότητα.
[embedyt] http://www.youtube.com/watch?v=TqKfwC70YZI[/embedyt]
«Εκείνο που πάντα προσπάθησα να κάνω αυτά τα χρόνια ήταν να επιδιώξω να δει ο κόσμος την πραγματική διάσταση της εξουσίας, να ανακαλύψει το πρόσωπό της. Με λίγα λόγια, θέλω να πω, ότι οι επαναστάσεις δε γεννιούνται επειδή κάποιος ξυπνάει ένα πρωί και λέει: «Τι ωραία μέρα, ας κάνουμε την επανάσταση». Με άλλα λόγια να δημιουργήσεις στον κόσμο την συνείδηση ότι είναι εκμεταλλευόμενος, να τον κάνεις να δει την διάσταση της εκμετάλλευσής του».
«Η τέχνη, όπως το θέατρο, πρέπει να είναι πάντα ένα μέσο και ποτέ ο αυτοσκοπός. Ένα εκπληκτικό εφαλτήριο για να φτάσεις σε κάτι άλλο: στην επιστήμη, στη γνώση, στην αλήθεια.
Σε όλη μου τη ζωή δεν έγραψα τίποτα με μόνο σκοπό τη διασκέδαση.
Πάντα επιδίωκα να συμπεριλάβω στα κείμενά μου τις ρωγμές εκείνες που θα ήταν σε θέση να ταρακουνήσουν τις βεβαιότητες, να αμφισβητήσουν παγιωμένες απόψεις, να προκαλέσουν θυμό, να ανοίξουν λιγάκι το μυαλό του κόσμου. Όλα τα υπόλοιπα, η ομορφιά για την ομορφιά, η τέχνη για την τέχνη, δεν μ’ ενδιαφέρουν».
[embedyt] http://www.youtube.com/watch?v=AQnU7W3zghI[/embedyt]
«Να κάνεις τον κόσμο να δει την διάσταση της εκμετάλλευσής του»
[embedyt] http://www.youtube.com/watch?v=NPpkgfOArgE[/embedyt]
Ο Ρέντσι
Τα συλλυπητήρια του εξέφρασε ο ιταλός πρωθυπουργός Ματέο Ρέντσι, ο οποίος είχε βρεθεί συχνά στο επίκεντρο της πολιτικής σάτιρας του πολυμήχανου Φο.
«Με τον Ντάριο Φο, η Ιταλία χάνει έναν από τους σπουδαίους πρωταγωνιστές του θεάτρου, του πολιτισμού και της πολιτικής ζωής της χώρας», δήλωσε ο Ρέντσι για να προσθέσει ότι «η σάτιρά του, η έρευνά του και η πολύπλευρη καλλιτεχνική δημιουργία του παραμένει το κληροδότημα ενός μεγάλου Ιταλού στον κόσμο».
Μήνυμα προς αγανακτισμένους
“Σ’ έναν καπιταλιστή δεν πρέπει ποτέ να λες: «αχ, σας παρακαλώ, θα μπορούσατε λιγάκι να μου κάνετε λίγο χώρο ν’ αναπνεύσω κι εγώ; Θα μπορούσατε να είστε λίγο πιο καλός, με λίγη περισσότερη κατανόηση; Ας συμφωνήσουμε…’
Σ’ έναν καπιταλιστή δεν πρέπει ποτέ να λες: «αχ, σας παρακαλώ, θα μπορούσατε λιγάκι να μου κάνετε λίγο χώρο ν’ αναπνεύσω κι εγώ; Θα μπορούσατε να είστε λίγο πιο καλός, με λίγη περισσότερη κατανόηση; Ας συμφωνήσουμε…»
Όχι. Ο μόνος τρόπος για να μιλήσεις μαζί τους είναι να τους στριμώξεις στον καμπινέ, να τους χώσεις το κεφάλι μέσα στη λεκάνη και να τραβήξεις το καζανάκι.
Μόνο έτσι θα μπορέσουμε να φτιάξουμε έναν καλύτερο κόσμο, ίσως με λιγότερο φανταχτερές βιτρίνες, ίσως με λιγότερες λεωφόρους, αλλά με λιγότερες λιμουζίνες, με λιγότερους απατεώνες.
Τους πραγματικούς απατεώνες, αυτούς τους μισάνθρωπους με τις χοντρές κοιλιές. Κι έτσι θα είχαμε δικαιοσύνη.
Έτσι, εμείς που βγάζουμε πάντα το φίδι απ’ την τρύπα για τους άλλους, θα μπορούμε επιτέλους να σκεφτούμε και τον εαυτό μας. Να κτίζουμε σπίτια που να ανήκουν σε μας…
Να ζούμε μια ζωή που θά ‘ναι ολότελα δική μας.
Να ζούμε σαν ολοκληρωμένοι άνθρωποι τέλος πάντων.
Να ζούμε σ’ έναν κόσμο όπου η επιθυμία σου να γελάσεις, ξεσπάει από μέσα σου σα γιορτή, η επιθυμία να παίξεις και να γιορτάσεις…
κι επιτέλους να κάνεις μια δουλειά που να σ’ ευχαριστεί… σαν κανονικοί άνθρωποι κι όχι σαν ζώα που ζουν και υπάρχουν χωρίς χαρά και φαντασία.
Ένας κόσμος όπου μπορεί κανείς να δει ξανά ότι υπάρχει ακόμη ένας ουρανός… τα λουλούδια που ανθίζουν… ότι ακόμα υπάρχει άνοιξη… και τα κορίτσια που γελούν και τραγουδούν.
Και όταν μια μέρα πεθάνεις, δε θα πεθάνεις σαν γέρος, πεταμένος σαν στημένη λεμονόκουπα, αλλά σαν άνθρωπος που έζησε ελεύθερος κι ευχαριστημένος μαζί με τους άλλους ανθρώπους…”
[embedyt] http://www.youtube.com/watch?v=6_acWfMGvr8[/embedyt]
Η δεκαετία του ’50 και η σχέση με την Φράνκα Ράμε
Το 1951 ο Φο συναντάει τη Φράνκα Ράμε, γόνο θεατρικής οικογένειας, όταν δούλευαν μαζί στην παραγωγή της επιθεώρησης Εφτά ημέρες στο Μιλάνο. Μετά από λίγο καιρό, αρραβωνιάστηκαν.
Τον ίδιο χρόνο προσκλήθηκε να παρουσιάσει τη ραδιοφωνική εκπομπή Κοκορίκο στη RAI, το εθνικό ραδιόφωνο της Ιταλίας. Έκανε 18 σατιρικούς μονολόγους όπου μετέτρεπε βιβλικές ιστορίες σε πολιτική σάτιρα.
Οι αρχές, σκανδαλισμένες, ακύρωσαν την εκπομπή.
Το 1953 γράφει και σκηνοθετεί το σατιρικό έργο Δάχτυλο στο μάτι (Il dito nell’occhio).
Μετά από αρχική επιτυχία, η κυβέρνηση και η εκκλησία αντιδρούν και εν συνεχεία η θεατρική ομάδα με δυσκολία έβρισκε θέατρο όπου μπορούσε να παίξει. Παρ’ όλα αυτά, το έργο έτυχε θερμής υποδοχής απ’ το κοινό.
Η Φράνκα Ράμε και ο Ντάριο Φο παντρεύτηκαν στις 24 Ιουνίου 1954. Ο Φο δούλευε στο Μικρό Θέατρο (Piccolo Teatro) στο Μιλάνο και παρόλο που η σάτιρά του υπέφερε όλο και πιο πολύ απ’ τη λογοκρισία, συνέχιζε να παραμένει δημοφιλής.
Το 1955 ο Φο και η Ράμε δούλεψαν σε κινηματογραφικές παραγωγές στη Ρώμη. Ο Φο έγινε σεναριογράφος και δούλεψε σε πολλές παραγωγές, συμπεριλαμβανομένων και μερικών του Ντίνο ντε Λαουρέντις. Ο γιος τους Τζάκοπο, γεννήθηκε στις 31 Μαρτίου του ίδιου έτους.
Η Ράμε δούλευε στο Τέατρο Στάμπιλε στο Μπολτσάνο.
Το 1956 ο Φο κι η Ράμε έπαιξαν μαζί στην ταινία του Κάρλο Λιτσάνι, Ο περίεργος (Lo svitato). Κι άλλες ταινίες ακολούθησαν.
Το 1959 γυρίζουν στο Μιλάνο και ιδρύουν τη θεατρική ομάδα Ντάριο Φο—Φράνκα Ράμε. Ο Φο έγραφε σενάρια, έπαιζε, σκηνοθετούσε, και σχεδίαζε τα κουστούμια και τα σκηνικά.
Η Ράμε ανάλαβε τις διοικητικές δουλειές. Η ομάδα έκανε πρεμιέρα στο Μικρό Θέατρο και μετά άρχισε, για πρώτη φορά, τις ετήσιες τουρνέ της σ’ ολόκληρη την Ιταλία.
Η δεκαετία του ’60 και η επιτυχία
Το 1960 κερδίζουν την εθνική αναγνώριση με το Οι Αρχάγγελοι δεν Παίζουν Φλίπερ στο θέατρο Οντεόν του Μιλάνο. Κι άλλες επιτυχίες ακολουθούν. Το 1961 τα θεατρικά έργα του αρχίζουν να παίζονται σε Σουηδία και Πολωνία.
Το 1962 γράφει και σκηνοθετεί την εκπομπή Καντσονίσιμα στη RAI. Ο Φο χρησιμοποιεί το σόου για να περιγράψει τη ζωή των απλών ανθρώπων και γρήγορα γίνεται επιτυχία.
Ένα επεισόδιο για ένα δημοσιογράφο που σκοτώθηκε απ’ τη Μαφία ενόχλησε τους πολιτικούς που είχε ως συνέπεια ο Φο και η Ράμε να λάβουν απειλές κατά της ζωής τους και να μπουν κάτω από αστυνομική προστασία. Φεύγουν απ’ την εκπομπή όταν η RAI αρχίζει να λογοκρίνει το πρόγραμμα.
Η ιταλική ένωση ηθοποιών καλεί τα μέλη της να αρνηθούν να τους αντικαταστήσουν. Απαγορεύεται η εμφάνισή τους στη RAI για τα επόμενα 15 χρόνια. Συνεχίζουν να παίζουν στο Οντεόν.
Το 1962 το έργο τους για τον Χριστόφορο Κολόμβο ενοχλεί ακροδεξιές ομάδες και προκαλεί βίαιες επιθέσεις. Το ιταλικό κομμουνιστικό κόμμα τούς προμηθεύει σωματοφύλακες.
Το La Signora e da buttare (1967) είχε σχόλια για τον πόλεμο του Βιετνάμ, τον Λη Χάρβεϊ Όσβαλντ και τη δολοφονία του Κένεντι. Η κυβέρνηση των ΗΠΑ το θεώρησε ασέβεια προς τον πρόεδρο Τζόνσον, και ο Φο δεν μπορούσε να βγάλει αμερικανική βίζα για πολλά χρόνια μετά.
Ο Φο έγινε διεθνώς διάσημος όταν το έργο του Οι Αρχάγγελοι δεν Παίζουν Φλίπερ παίχτηκε στο Ζάγκρεμπ (τότε στη Γιουγκοσλαβία).
Το 1968 ο Φο και η Ράμε ιδρύουν την θεατρική κολλεκτίβα Νέα Σκηνή (Associazione Nuova Scena) με κινούμενες σκηνές θεάτρου. Στο Μιλάνο μετέτρεψαν ένα εγκαταλελειμμένο εργοστάσιο σε θέατρο.
Απευθύνθηκαν στο ΚΚΙ για βοήθεια και πρόσβαση σε δημοτικά κέντρα και εργατικές ενώσεις. Τον Οκτώβριο του 1968 έκαναν περιοδεία με το τελευταίο έργο του Φο Grande pantomime con bandiere e pupazzi piccolo I medi ( Μεγάλη Παντομίμα με Σημαίες και Μικρές και Μεσαίες Μαριονέτες), αρχίζοντας από την Τσεζένα.
Το έργο, που διαθέτει μάσκες αντί για χαρακτήρες – που αντιπροσωπεύουν το Κεφάλαιο, τη Βιομηχανική Συνομοσπονδία, τη Μεγαλοοικονομία, την Εκκλησία, το Λαό, Επαναστάτες και Αγρότες – ανάμεσά τους μια γιγαντιαία μαριονέτα, που αντιπροσωπεύει το φασισμό, που γεννά τους εκπροσώπους της Εκκλησίας, της μοναρχίας του Στρατού και της Βιομηχανίας.
Ο Ντάριο Φο αφαίρεσε τα δικαιώματα που απαιτούνταν για να παιχτούν τα έργα του στην Τσεχοσλοβακία μετά την συντριβή της Άνοιξης της Πράγας από δυνάμεις της συνθήκης της Βαρσοβίας σαν διαμαρτυρία, και αρνήθηκε να δεχτεί τη λογοκρισία που απαιτούσαν οι Σοβιετικοί λογοκριτές.
Οι παραγωγές έργων του στο Ανατολικό μπλοκ σταμάτησαν.
Το 1969 παρουσίασε για πρώτη φορά το Μίστερο Μπούφο, ένα θεατρικό έργο μονολόγων βασισμένο στη μείξη μεσαιωνικών έργων και τοπικών προβλημάτων. Είχε επιτυχία και έκανε 5.000 παραστάσεις ακόμα και σε γήπεδα.
Ο Μίστερο Μπούφο επηρέασε πολλούς νέους ηθοποιούς και συγγραφείς: μπορεί να θεωρηθεί σαν η ιδρυτική στιγμή αυτού που οι Ιταλοί αποκαλούν αφηγηματικό θέατρο teatro di narrazione, ένα είδος θεάτρου στο οποίο δεν υπάρχουν ηθοποιοί που παίζουν ένα δραματικό ρόλο, ένα θέατρο παρόμοιο με το λαϊκό παραμύθι. Οι πιο διάσημοι Ιταλοί παραμυθάδες είναι οι Μάρκο Παολίνι, Λάουρα Κουρίνο, Ασάνιο Σελεστίνι, Ντάβιντε Ένια και Αντρέα Κοζεντίνο.
Η δεκαετία του ’70
Το 1970 ο Φο και η Ράμε άφησαν τη Νέα Σκηνή λόγω πολιτικών διαφορών. Ξεκίνησαν την τρίτη τους θεατρική ομάδα, Collettivo Teatrale La Comune.
Παρήγαγαν έργα (βασισμένα στον αυτοσχεδιασμό) για τα σύγχρονα προβλήματα με πολλές αναθεωρήσεις. Ο Τυχαίος Θάνατος ενός Αναρχικού (1970) ασκούσε κριτική στην κατάχρηση εξουσίας του συστήματος δικαιοσύνης.
Το Φενταγίν (1971 ήταν ένα θεατρικό έργο για την ασταθή κατάσταση στα παλαιστινιακά εδάφη και οι ηθοποιοί αποτελούνταν από πραγματικά στελέχη της PLO.
Από το 1971 ως το 1985, η θεατρική ομάδα δώρισε μέρος των εισπράξεών της για την υποστήριξη απεργιών του ιταλικών συνδικαλιστικών οργανώσεων.
Το 1973 η ομάδα μετακομίζει στο Σινεμά Ροσίνι στο Μιλάνο. Όταν ο Φο άσκησε κριτική στην αστυνομία σε ένα από τα έργα του, ακολούθησαν αστυνομικές επιδρομές και η λογοκρισία αυξήθηκε.
Στις 8 Μαρτίου, μια νεοφασιστική ομάδα απήγαγε τη Φράνκα Ράμε, βασανίζοντάς την και βιάζοντας την. Η Ράμε επέστρεψε στη σκηνή μετά από δύο μήνες με νέους αντιφασιστικούς μονολόγους.
Αργότερα τον ίδιο χρόνο, η ομάδα κατέλαβε ένα εγκαταλελειμμένο εμπορικό κτίριο στο κέντρο του Μιλάνο και το ονόμασε Παλατάκι Liberty (Ελευθερία) (Palazzina Liberty). Άνοιξαν το Σεπτέμβρη με το Λαϊκός Πόλεμος στη Χιλή (Guerra di popolo in Cile), ένα έργο για μια εξέγερση ενάντια στην χιλιανή στρατοκρατική κυβέρνηση. Γράφτηκε μετά το θάνατο του Σαλβαδόρ Αγιέντε. Ο Φο συνελήφθη όταν προσπάθησε να αποτρέψει την αστυνομία να σταματήσει την παράσταση.
Το έργο του Δεν πληρώνω! Δεν πληρώνω! 1974 ήταν μια φάρσα για το κίνημα αυτοδιαχείρισης όπου γυναίκες (και άντρες) έπαιρναν ότι ήθελαν από την αγορά, πληρώνοντας μόνο ότι μπορούσαν.
Το 1975 έγραψε το Φανφάνι ράπιτο (Fanfani rapito) προς υποστήριξη ενός δημοψηφίσματος υπέρ της νομιμοποίησης της έκτρωσης. Τον ίδιο χρόνο αυτός και η Ράμε επισκέφτηκαν την Κίνα. Το 1975 ο Φο προτάθηκε για το βραβείο Νόμπελ για πρώτη φορά.
Το 1976 ο νέος διευθυντής της RAI προσκαλεί το Φο να κάνει ένα καινούριο πρόγραμμα, Το Θέατρο του Ντάριο (Il Teatro di Dario). Εντούτοις, όταν η δεύτερη έκδοση του Μίστερο Μπούφο παρουσιάζεται στην τηλεόραση το 1977, το Βατικανό το θεωρεί “βλάσφημο” και οι Ιταλοί ακροδεξιοί άρχισαν να γκρινιάζουν ξανά. Παρ’ όλα αυτά, η Φράνκα Ράμε, έλαβε το βραβείο IDI σαν η καλύτερη τηλεοπτική ηθοποιός.
Το 1978 ο Φο κάνει την τρίτη έκδοση του Μίστερο Μπούφο. Ξαναγράφει και σκηνοθετεί το Η Ιστορία ενός Στρατιώτη (La storia di un soldato), βασισμένο σε μια όπερα του Στραβίνσκι. Αργότερα διασκευάζει, επίσης, όπερες του Ροσίνι. Γράφει κι ένα έργο για το θάνατο του Άλντο Μόρο, το οποίο ποτέ δεν παίχτηκε δημόσια.
Οι δεκαετίες ’80 και ’90 και το βραβείο Νόμπελ
Το 1980 ο Φο και η οικογένεια του βρίσκουν ένα νέο καταφύγιο, το Ελεύθερο Πανεπιστήμιο του Αλκατράζ (Libera Universita di Alcatraz), στους λόφους κοντά στο Γκούμπιο και την Περούτζια. Αγόρασαν την κοιλάδα κομμάτι-κομμάτι. Το “καταφύγιο”, επί του παρόντος, το διαχειρίζεται ο Τζάκοπο Φο.
Το 1981 το America Repertory Theater του Κέιμπριτζ προσκάλεσε τον Φο να πάρει μέρος στο Φεστιβάλ Ιταλικού Θεάτρου στη Νέα Υόρκη.
Το υπουργείο εξωτερικών των ΗΠΑ αρχικά αρνήθηκε να του παραχωρήσει βίζα αλλά αργότερα, το 1984, συμφώνησε να του δώσει μία για 6 μέρες μετά από διαμαρτυρίες Αμερικανών συγγραφέων.
Το 1985 τους παραχωρήθηκε ακόμη μία και έπαιξαν στο πανεπιστήμιο του Χάρβαρντ, στο θέατρο του πανεπιστημίου του Νιού Χέιβεν, στο Κέντρο του Κένεντι στην Ουάσινγκτον, στο Θέατρο των Εθνών στη Βαλτιμόρη και στο θέατρο Τζόυς της Νέας Υόρκης.
Το 1989 έγραψε Γράμμα απ’ την Κίνα (Lettera dalla Cina) σε διαμαρτυρία για τη σφαγή στην πλατεία Τιενανμέν. Τον ίδιο χρόνο ήταν ο πρώτος Ιταλός που σκηνοθέτησε στην Κομεντί Φρανσέζ (Comedie Francaise).
Το 1981 πήρε το βραβείο Σόννινγκ απ’ το πανεπιστήμιο της Κοπεγχάγης, το 1985 το βραβείο Premio Eduardo, το 1986 το βραβείο Όμπι στην Νέα Υόρκη και το 1987 το βραβείο Agro Dolce.
Στις 9 Οκτωβρίου του 1997 τού απενεμήθη το βραβείο Νόμπελ λογοτεχνίας.
Στις 17 Ιουλίου του 1995, ο Φο έπαθε ένα εγκεφαλικό επεισόδιο και έχασε σχεδόν όλη την όρασή του. Η Ράμε τον αντικατέστησε στις παραγωγές για ένα διάστημα. Ο Φο ανένηψε σε ένα χρόνο.
Στα έργα του είχε ασκήσει κριτική, μεταξύ των άλλων, στην πολιτική της Καθολικής εκκλησίας για τις αμβλώσεις, τις πολιτικές δολοφονίες, το οργανωμένο έγκλημα, την πολιτική διαφθορά και το Μεσανατολικό.
Τα έργα του συχνά βασίζονται στον αυτοσχεδιασμό, στο ύφος της commedia dell’ arte. Τα έργα του έχουν μεταφραστεί σε 30 γλώσσες.
Το 2006, ο Φο έκανε μια αποτυχημένη προσπάθεια να εκλεγεί δήμαρχος του Μιλάνο, την πιο σημαντική, οικονομικά πόλη της Ιταλίας. Ο Φο, που πήρε πάνω απ’ το 20% των ψήφων, υποστηριζόταν από την Κομμουνιστική Επανίδρυση.
Τα έργα του
Δάχτυλο στο μάτι (Il dito nell’occhio, 1953)
Οι Αρχάγγελοι δεν Παίζουν Φλίπερ (Gli arcangeli non giocano a flipper, 1959)
Είχε δυο Πιστόλια (με Άσπρα και Μαύρα Μάτια) (Aveva due pistole dagli occhi bianchi e neri, 1960)
Αυτός που Κλέβει ένα Πόδι Έχει Τύχη στην Αγάπη (Chi ruba un piede è fortunato in amore, 1961
H Mεγάλη Παντομίμα (΄΄Grande pantomime con bandiere e pupazzi piccolo I medi΄΄), 1968
Μίστερο Μπούφο (Mistero Buffo, 1969)
Ο Εργάτης Ξέρει 300 Λέξεις το Αφεντικό 1000, Γι’ αυτό Είναι Αφεντικό (L’operaio conosce 300 parole il padrone 1000 per queato lui e il padrone, 1969)
Ο Τυχαίος Θάνατος ενός Αναρχικού (Morte accidentale di un anarchico, 1970)
Φενταγίν (Fedayin, 1971)
Δεν Πληρώνω! Δεν Πληρώνω! (Non si paga, non si paga!, 1974)
Η Μαριχουάνα της Μαμάς Είναι πιο Γλυκιά (La marijuana della mamma è la piu bella, 1976)
Όλο Σπίτι, Κρεβάτι κι Εκκλησία (Tutti casa letto e chiesa, 1977)
Η Ιστορία μιας Τίγρης κι Άλλες Ιστορίες (Storia della tigre et altre storie, 1978)
Η Όπερα του Ζητιάνου, (L’opera dello sghignazzo, 1981)
Μια Μάνα (Una madre, 1982)
Το Ανοιχτό Ζευγάρι (Coppio aperta, 1983)
Ελισάβετ: Γυναίκα Κατά Λάθος (Quasi per caso una donna: Elisabetta, 1984)
Το Ημερολόγιο της Εύας (Diario di Eva, 1984)
Ένας Ήταν Γυμνός κι ο Άλλος Φόραγε Φράκο (L´uomo nudo e l´uomo in frak, 1985)
Ο Πάπας και η Μάγισσα (Il papa e la strega, 1989)
Ο Ανώμαλος Δικέφαλος (L’anomalo Bicefalo, 2003)