ΑΝ ΕΤΣΙ ΝΟΜΙΖΟΥΜΕ…Του Μανόλη Κωνσταντάκη
Όσοι οι άνθρωποι, τόσες κι οι γνώμες, οι απόψεις κι οι οπτικές. Είμαστε βέβαια κοινωνικά όντα, συνυπάρχουμε, αλληλεπιδρούμε, συνεργαζόμαστε κάποιες φορές, τις περισσότερες όμως, ανταγωνιζόμαστε, ο καθένας μας και από μια αλήθεια, συνήθως τη δική του. Αυτή που υπαγορεύουν άλλοτε το συμφέρον, άλλοτε η εκπαίδευση, άλλοτε η οικογένεια, σπανιότατα αυτή που με κόπο κατέκτησε ο ίδιος μετά από ψάξιμο και αγωνίες χρόνων.
Μάθαμε να υπακούμε σε νόμους, νόρμες και συμβάσεις, γιατί δεν μπορούμε να κάνουμε αλλιώς. Οτιδήποτε παρεκκλίνει από το κοινώς αποδεκτό και θεσμοθετημένο, αντιμετωπίζεται με δισταγμό και καχυποψία στην καλύτερη περίπτωση, ή με διώξεις και εξοστρακισμό στη χειρότερη. Έτσι ψάχνουμε ο καθένας να βρούμε «στέγη» για τις ιδέες και τις απόψεις μας, εκεί που υπάρχουν κι άλλοι με τις ίδιες ή παρόμοιες, για να νιώσουμε αποδεκτοί να αισθανθούμε ασφαλείς. Όσο πιο πολυπληθής η ομάδα (ή οι ομάδες) που ανήκουμε, τόσο πιο ασφαλείς νιώθουμε. Όλο αυτό πηγάζει από την ανασφάλεια που γεννά ο φόβος, η μοναξιά. Στην ουσία ο φόβος είναι που μας καθοδηγεί, ο φόβος μην μείνουμε μόνοι, ο φόβος του ότι θα διαφέρουμε από το πλήθος, το οποίο είναι έτοιμο από το να μας γυρίσει την πλάτη στο πρώτο στραβοπάτημα, έως να μας κατασπαράξει. Γιατί και το πλήθος φοβάται. Φοβάται μην αλλοιωθεί, μην γίνει πιο αδύναμο με τις «λάθος» ιδέες, φοβάται μην διασπαστεί και γίνει πολλές μικρές μοναχικές υπάρξεις που έχουν μάθει να φοβούνται.
Ο φόβος μας κάνει να συμβιβαζόμαστε, να κάνουμε αυτό που θεωρούμε αναγκαίες εκπτώσεις σε ιδέες, σχέσεις, εργασία, παντού. Για τους περισσότερους δεν υπάρχει μεγαλύτερη τιμωρία και εφιάλτης από τη μοναξιά. Είναι το αδυσώπητο τέρας που θα μας φέρει αντιμέτωπους με το ποιοι πραγματικά είμαστε και όχι με την φαντασιακή εικόνα μας. Αυτό που επιμελώς χτίζουμε μια ζωή, την ωραιοποιημένη εκδοχή του εαυτού μας, αυτήν που θα αρέσει στους άλλους, τους πολλούς, θα καταρρεύσει αν μείνουμε μόνοι, με τον εαυτό μας τον πραγματικό. Αυτός δεν ξεγελιέται, ξέρει, έχει τα δικά του θέλω, ακατέργαστα κι ωμά. Ο εαυτός που του λέγαμε μια ζωή να σωπάσει, να βάλει νερό στο κρασί του, να συμβιβαστεί, θα πάρει τότε τη θέση του κατήγορου για την καταπίεση που υπέστη. Θα σταματήσει να είναι νηφάλιος υποταγμένος παρηγορητής και θα σκίσει τα όποια κουρέλια ματαιοδοξίας έχουν απομείνει, αυτά που τον φορτώσαμε όλη μας τη ζωή.
Ο φόβος μας οδηγεί και μας ορίζει στις περισσότερες επιλογές μας, στα περισσότερα λάθη μας. Έχουμε μάθει, έχουμε συνηθίσει και βολευτεί να αφηνόμαστε σε αυτόν. Είναι όλα μας τα «πρέπει» και τα «αλλά» που ξεστομίσαμε ψελλίζοντας, είναι όλα μας τα «γιατί» και τα «όχι» που πνίξαμε στο λαρύγγι μας. Σκοπός είναι να τσουλάμε μέρα τη μέρα τις ζωές μας, σπρώχνοντας σαν τα σκαθάρια της κοπριάς, τους σβώλους μας. Οι περισσότεροι θα το κάνουμε αυτό μέχρι το τέλος μας. Ευτυχώς όχι όλοι. Κάποιοι θα αντιμετωπίσουν τον εαυτό τους τον πραγματικό, θα αντέξουν, θα συγχωρεθούν και θα συμφιλιωθούν. Είναι οι τολμηροί αυτοί. Ίσως όχι οι δυνατοί με τα στερεότυπα μας, αλλά αυτοί που σταμάτησαν να φοβούνται. Αυτοί που ξαναέμαθαν από την αρχή να ζουν. Χωρίς εκπτώσεις και σκυμμένα κεφάλια.
Ο φόβος πρέπει να το καταλάβουμε αυτό, δεν είναι ανίκητος. Έτσι μας έχει πει, πως είναι ανίκητος, για να ζούμε κάτω από αυτόν. Και τα καταφέρνει να μας πείθει μια χαρά.
Αν έτσι νομίζουμε…