Αποανάπτυξη και πόλεις ελεύθερες από διαφήμιση
Toυ Γιώργου Κολέμπα
Το πόσο διαδεδομένη είναι η διαφήμιση για κατανάλωση διάφορων προϊόντων στους δρόμους και τις πλατείες των πόλεών μας, καθώς και στις εθνικές οδούς, οι περισσότεροι από μας το παρατηρούν σε μεγάλο βαθμό ασυνείδητα.
Αν κάποιος μιλάει για το θέμα στον κύκλο των γνωστών του, αντιμετωπίζεται σαν να προέρχεται από άλλο πλανήτη.
Τόσο πολύ έχουμε συνηθίσει στην πανταχού παρούσα εμπορική-διαφημιστική δραστηριότητα!
Το αντιλαμβανόμαστε ως ένα φυσιολογικό φαινόμενο του δημόσιου χώρου.
Αν όμως κάποιος ασχοληθεί ουσιαστικά με το φαινόμενο, τότε θα αντιληφθεί όλο και περισσότερο, πόσο πιεστικά και ενοχλητικά είναι τα συνεχή διαφημιστικά μηνύματα στα λεωφορεία και τα τρένα, στους τοίχους, σε στάσεις λεωφορείων και σε επιδαπέδιες ή εναέριες πινακίδες.
Εν τω μεταξύ, σε ορισμένα μέρη της οποιασδήποτε πόλης, μερικές φορές αισθάνεται κανείς σαν να είναι σε μια διαρκή διαφημιστική εκπομπή τηλεόρασης – με ένα χαλασμένο τηλεχειριστήριο.
Γιατί στην τηλεόραση μπορεί κανείς να αλλάξει εκπομπή ή να απενεργοποιήσει τη διαφήμιση, στην πόλη δυστυχώς όχι.
Στο Βερολίνο δημιουργήθηκε μια πρωτοβουλία πολιτών (Berlin Werbefrei-Ελεύθερο από διαφήμιση Βερολίνο: https://berlin-werbefrei.de/), που ασχολείται με τη διαμόρφωση ενός νομοσχεδίου που θα προτείνει στις αρχές της πόλης (το Βερολίνο είναι και ένα ομόσπονδο κρατίδιο από μόνο του) να μειώσει αυτή τη συνεχή αισθητηριακή υπερφόρτωση μέσω της διαφήμισης προϊόντων και υπηρεσιών στους δρόμους και τις πλατείες στο απόλυτο ελάχιστο. Μπορεί αυτό να λειτουργήσει;
Ναι, σύμφωνα με δικηγόρους της πρωτοβουλίας, που δίνουν συνεντεύξεις τύπου σε κάθε ευκαιρία. Υπάρχει μεγάλο ενδιαφέρον, και οι απόψεις σχετικά με το θέμα διαφέρουν πολύ.
Οι ακτιβιστές εξηγούν: «Κύριο μέλημά μας είναι να καταγγείλουμε την εμπορευματοποίηση της πόλης και να οδηγήσουμε σε μια δημοκρατική απόφαση για τη χρήση του δημόσιου χώρου, ο οποίος χώρος, πιστεύουμε, δεν μπορεί να εξυπηρετεί μόνο τις μεγάλες εταιρείες χρησιμεύοντας ως οθόνη προβολής των διαφημιστικών τους εκστρατειών, αλλά θα πρέπει να χρησιμοποιείται και να σχεδιάζεται από όλους τους πολίτες. Εν κατακλείδι, είναι χώρος που ανήκει στα Κοινά. Είναι χώρος διαβίωσης και όχι ένα εμπόρευμα».
Σύμφωνα με το νομοσχέδιο, το οποίο η πρωτοβουλία πολιτών υπέβαλε στο τοπικό κοινοβούλιο του Βερολίνου-η πόλη αποτελεί ομόσπονδο κρατίδιο- και απαιτεί δημοψήφισμα, η εμπορική διαφήμιση στον δημόσιο χώρο του Βερολίνου θα επιτρέπεται σε λίγες μόνο εξαιρετικές περιπτώσεις, από την έναρξη της ισχύος του νόμου.
Ωστόσο, οι αναγγελίες-διαφημίσεις για εκδηλώσεις που έχουν κοινωνικούς και πολιτιστικούς σκοπούς θα εξακολουθήσουν να είναι δυνατές, αλλά σε καθορισμένες για αυτό το σκοπό επιφάνειες (για παράδειγμα σε διαφημιστικούς πυλώνες) και σε περιορισμένο αριθμό.
Επιπλέον, κάθε κατάστημα θα μπορεί στη δική του πρόσοψη να συνεχίσει να διαφημίζεται, όσο δεν υπερβαίνει το ύψος των 10 μέτρων.
Ότι ένα τέτοιο βήμα είναι δυνατό, έχουν ήδη αποδείξει πόλεις όπως το Σάο Πάολο στη Βραζιλία και τη Γκρενόμπλ στη Γαλλία με τις εξωτερικές διαφημιστικές απαγορεύσεις.
Ο αντίκτυπος του νόμου στο πρόσωπο της πόλης και στην αντίληψη του δημόσιου χώρου θα ήταν τεράστιος.
“Ανυπομονώ για μια πόλη χωρίς διαφήμιση. Χωρίς τις ενοχλητικές, συνεχώς και παντού επιζήμιες προκλήσεις για αγορές, τα συχνά άγευστα ή εξευτελιστικά διαφημιστικά μηνύματα … Αντ ‘αυτού, η θέα στην αρχιτεκτονική, στο πράσινο ή απλά στον ουρανό, θα είνα ι και πάλι ελεύθερη. Και ο ένας ή ο άλλος θλιβερός τοίχος θα ήταν, χωρίς τη διαφήμιση, μια θαυμάσια επιφάνεια για τέχνη”, λένε οι καλλιτέχνες που συμμετέχουν στην πρωτοβουλία.
Εκτός από μια οπτική απορρύπανση και βελτίωση της εικόνας της πόλης, μια τέτοια απαγόρευση της αστικής διαφήμισης σημαίνει μια αξιοσημείωτη αναβάθμιση του δημόσιου χώρου – ως τόπου συνάντησης, κοινωνικής ζωής και αλληλεγγύης.
Θα ήταν ένα σημάδι ότι δεν πρέπει να εμπορευματοποιηθούν όλες οι πλευρές της ζωής και ότι τα δημόσια συλλογικά αγαθά να εκτιμώνται και να προστατεύονται ως τέτοια.
Επιπλέον, τα μικρότερα καταστήματα θα προσελκύσουν και πάλι περισσότερη προσοχή – πράγμα το οποίο μπορεί να προωθήσει την τοπική αγορά.
Το νομοσχέδιο που προτείνει η πρωτοβουλία του Βερολίνου περιλαμβάνει επίσης κανονισμούς για δημόσιους φορείς, όπως σχολεία, κολέγια και δημόσιες συγκοινωνίες: για παράδειγμα, απαγόρευση της διαφήμισης των κέντρων προσχολικής ημερήσιας φροντίδας και των σχολείων (που μέχρι σήμερα δεν υπάρχει) και σαφείς κανόνες για χορηγίες στα πανεπιστήμια με καθεστώς διαφάνειας.
Στόχος αυτών των κανονισμών είναι η προστασία της ουδετερότητας και της ανεξαρτησίας των δημόσιων θεσμών.
Όσοι έχουν ασχοληθεί με τις ψυχολογικές, οικολογικές και κοινωνικές επιπτώσεις της διαφήμισης μπορούν να αναρωτηθούν δικαιολογημένα γιατί δεν έχει απαγορευθεί η διαφήμιση από το αστικό ή υπαίθριο τοπίο – και ίσως και από άλλους χώρους.
Εκτός από το γεγονός ότι η διαφήμιση μπορεί να προωθήσει το άγχος και την κατάθλιψη, είναι πάνω απ ‘όλα ένα πράγμα: τεράστια κατασπατάληση πόρων. ΄
Οι διαφημιστικές πινακίδες χρησιμοποιούν τεράστιες ποσότητες χαρτιού και κόλλας – μόνο και μόνο για να αντικατασταθούν μετά από μερικές ημέρες.
Οι ψηφιακές πινακίδες καταναλώνουν πολύ ηλεκτρισμό και συμβάλλουν στη φωτορύπανση.
Επιπλέον, ειδικά από την άποψη της αποανάπτυξης, πρέπει να λάβουμε υπόψη και τους ανθρώπινους πόρους, μια μη κοινωνικά αναγκαία εργασία που αξιώνει η διαφήμιση.
Πόση σπατάλη ενέργειας και δημιουργικότητας στη συνεχή ανάπτυξη νέων διαφημιστικών εκστρατειών και στην ενθάρρυνση του καταναλωτισμού;
Όλοι οι εμπλεκόμενοι εργαζόμενοι θα μπορούσαν να χρησιμοποιήσουν την ενέργειά τους με πολύ πιο ουσιαστικό τρόπο!
Αλλά ένα σύστημα που βασίζεται στην «ανάπτυξη», δεν μπορεί να κάνει χωρίς να ξυπνά συνεχώς καινούργιες ανάγκες στους ανθρώπους-καταναλωτές.
Όποιος είναι κατά του καταναλωτισμού και υπέρ της επάρκειας, θα χρειασθεί να αγωνίζεται διαρκώς ενάντια στον υπερβολικά ισχυρό διαφημιστικό κλάδο – τελικά ένα Σισύφιο καθήκον.
Μια απαγόρευση της υπαίθριας διαφήμισης, δεδομένης της ποικιλίας των ευκαιριών διαφήμισης, είναι σίγουρα ένα μικρό βήμα, αλλά πηγαίνει προς τη σωστή κατεύθυνση και στέλνει ένα σημαντικό μήνυμα.
Και η συζήτηση σχετικά με αυτό μπορεί να βοηθήσει στην ευαισθητοποίηση περισσότερων ανθρώπων στο ζήτημα της εμπορευματοποίησης της δημόσιας ζωής και της αφήγησης της ανάπτυξης που κρύβεται από πίσω.
Εάν το Βερολίνο είναι η πρώτη ευρωπαϊκή πρωτεύουσα που θα αντιμετωπίσει σοβαρά το πρόβλημα και εισάγει το “δικαίωμα ελευθερίας από τη διαφήμιση”, και άλλες πόλεις πιθανότατα να ακολουθήσουν.
Και η Αθήνα ή η Θεσσαλονίκη;
Και μάλιστα σε συνθήκες «φτωχοποίησης», άρα και ανάγκης εξοικονόμισης πόρων και προώθησης του αντικαταναλωτισμού;
Και η «κυβερνώσα» αριστερά-μαζί με τους πράσινους φυσικά-δε θα μπορούσε προωθήσει την ανάπτυξη μιας αντικαταναλωτικής οικολογικής συνείδησης, μέσα και από ρυθμιστικούς κανόνες ενάντια στην πλύση εγκεφάλου που κάνει η υπερδιαφήμιση παντού, είτε πρόκειται για αστικό τοπίο, είτε για τους δρόμους της επαρχίας και τις εθνικές οδούς, είτε για τις παραλίες μας;
Και οι πολίτες;
Δεν πρέπει να αναλάβουν πρωτοβουλίες όπως αυτή του Βερολίνου;
Free photo pexels
Κοινά- Κοινωνική Οικονομία-Αποανάπτυξη