Αστυνομική ασφυξία στον Ηλεκτρικό
Του Γιώργου Σταματόπουλου
Θα μπορούσε κάποιος να πει στον κύριο Τόσκα, υπουργό, παρακαλώ, της Προστασίας του Πολίτη, να εκδώσει μία διάταξη όπου να αναγράφεται ότι είναι επικίνδυνη η ρίψη χημικών σε κλειστούς χώρους; Ούτε αυτό το αυτονόητο δεν μπορούν να επισημοποιήσουν; Κινδυνεύουν ανθρώπινες ζωές, τόσο δύσκολο είναι να το συνειδητοποιήσουν; Δεν χρειάζεται δα και καμιά οξεία αντιληπτική ικανότητα εκ μέρους των ιθυνόντων.
Σάββατο βράδυ λοιπόν (οχτώ η ώρα περίπου) στον Ηλεκτρικό. Σταθμός Βικτώρια. Σταματάει ο συρμός και ξαφνικά εισερχόμαστε σε μια κόλαση πανικού. Ασφυξία! Παντού καπνοί. Ανοίγουν οι πόρτες του τρένου και ο κόσμος ξεχύνεται κραυγάζοντας προς τα έξω. Τα καπνογόνα σού κόβουν την ανάσα. Κραυγές, ουρλιαχτά, μάνες που ξεφωνίζουν τραβώντας βίαια τα παιδιά τους τρέχουν να ξεφύγουν από την πνιγηρή ατμόσφαιρα. Αίφνης χάνονται: ψυχραιμία, σύνεση, λογική.
Ο προορισμός μου είναι δύο στάσεις μετά τη Βικτώρια, το κύμα, όμως, της πανικόβλητης μάζας με βγάζει έξω από τον συρμό. Αδύνατο να αντισταθείς σε αυτό το κύμα -δεν έχει νόημα να αντιτάξεις κάτι, οι φωνές πνίγονται από το βουητό του πανικού· το νήμα της επικοινωνίας κόβεται, είτε το θέλεις είτε όχι.
Εκών άκων, λοιπόν, βρίσκεσαι στη ροή της αδάμαστης δύναμης της μάζας και άρα εκτός προορισμού, στις σκάλες που οδηγούν στην έξοδο από τον υπόγειο σταθμό, έξω, στην πλατεία, στην ελευθερία, στην ανάσα, που ώς τότε ήταν μισοκομμένη, ανίκανη να συμφιλιωθεί με το οξυγόνο της και τη λειτουργία του οργανισμού.
Α, άλλα προβλήματα εδώ, που έχουν να κάνουν με τους ορίζοντες της κάθε μέρας, με την ένταξη του σώματος στον περιβάλλοντα χώρο. Χρόνια επισκέπτης της πλατείας Βικτωρίας, ξαφνικά χάνω τον προσανατολισμό μου. Βγαίνοντας κακήν κακώς έξω αντικρίζω το στέκι των ποιητών, το αναγνωρίζω και προσπαθώ να μπω μέσα να πάρω μια ανάσα. Α, μπα. Το κύμα των πανικόβλητων με παρασέρνει και με κατευθύνει σε άγνωστους τόπους.
Βρίσκομαι να φέρνω γύρω γύρω την πλατεία και να μην καταλαβαίνω πού στο καλό (στο διάολο, μάλλον) είμαι. Αναγνωρίζω τα ονόματα των δρόμων αλλά αδυνατώ να συνδυάσω τη γεωγραφία με τη λογική και τη συνήθεια -έχω μπλέξει… Και εδώ η ατμόσφαιρα είναι αποπνικτική. Τέλος πάντων, στηρίζομαι σε μια κολόνα, επανακτώ σιγά σιγά τις αισθήσεις μου και αρχίζω να ρωτάω να μάθω τι έχει συμβεί.
Η αστυνομία προσπάθησε να ανακόψει μερικούς φιλάθλους και από υπερβάλλοντα ζήλο (;) δεν δίστασε να ρίξει δακρυγόνα στον υπόγειο του σταθμού της Βικτώριας, αδιαφορώντας για την ασφυξία των επιβατών του τρένου και τις πιθανές ολέθριες συνέπειες. Μέσα στο λαϊκό μέσο μεταφοράς επιβατών υπάρχουν ασθενείς και αδύναμοι άνθρωποι, μανάδες και πατεράδες με μικρά παιδιά που δεν είναι και τόσο εύκολο να τα καθησυχάσουν μπροστά σε τέτοιες έκρυθμες καταστάσεις.
Τα αστυνομικά όργανα οφείλουν να βρουν άλλες μεθόδους αντιμετώπισης των «ταραξιών» ή όσων διαταράσσουν την ειρηνική και καθεστηκυία τάξη πραγμάτων -κινδυνεύουν ζωές από τον κυνισμό και την αδιαφορία τους για την τύχη αθώων και κυρίως ανήμπορων ανθρώπων. Πόσο μυαλό χρειάζεται επιτέλους για το αυτονόητο;
*Πηγή: efsyn.gr