Η ανακοίνωση του Ρουβίκωνα
Και η τελευταία υπόσχεση του νέου καπιταλισμού, το κάστρο της οικονομικής σταθερότητας του ευρώ, της Ε.Ε. και της παγκοσμιοποίησης έπεσε.
Την ίδια ώρα που χάνεται ένα προπαγανδιστικό θεμέλιο της καθεστωτικής αφήγησης, αυτό του τέλους των εθνικών πολέμων στα όρια της Δύσης, επανέρχεται άλλη μια ξεχασμένη συνθήκη, ο πληθωρισμός. Η διαρκής δηλαδή απομείωση της αξίας της δουλειάς μας, των πόρων μας, των αναγκών που μπορούμε να καλύψουμε κάθε μήνα με τα διαθέσιμα χρήματα. Εκεί που το θέμα ήταν η αύξηση των μισθών, τώρα η αύξηση δεν είναι παρά μετριασμός της χασούρας. Ήδη, στην Ελλάδα τα ανακοινωμένα στοιχεία δείχνουν πως ο έως τώρα πληθωρισμός, στο 9,4% αυτή τη στιγμή, έχει καλύψει πλήρως τις ανακοινωμένες από την κυβέρνηση αυξήσεις στον βασικό μισθό. Ενώ αν μετρήσουμε αυτές τις αυξήσεις ως τι πραγματικά θα πάρει στο χέρι ο εργαζόμενος, τότε η αύξηση του βασικού δεν ήταν παρά η επικύρωση της μείωσής του.
Η φιλελεύθερη στροφή του καπιταλισμού, παγκόσμια και στην Ελλάδα, τις τελευταίες δεκαετίες «αγόρασε» την καταστροφή του κοινωνικού κράτους σε μεγάλο βαθμό «πουλώντας» την αντιμετώπιση του πληθωρισμού που απειλούσε από τα νώτα τα μικρά εισοδήματα. Για το ελληνικό κράτος η Ε.Ε. και το ευρώ δεν ήταν παρά οι αναγκαίοι στυλοβάτες αυτής της πολυδιαφημισμένης υπόσχεσης. Υπόσχεση που όντως το σύστημα κράτησε για καιρό. Αλλά τώρα η υπόσχεση καταπατήθηκε. Ολοκληρώνοντας την καταπάτηση όλου του στρατηγικού πακέτου υποσχέσεων του νέου καπιταλισμού, αυτό το πακέτο που ανταλλάχθηκε με πρωτοφανή κοινωνική ειρήνη για τόσα χρόνια.
Δεν υπάρχει κανένα χαρτζηλίκι πλέον για τους πολλούς από την κοινωνική ειρήνη, κανένας αντίλογος δεν μπορεί να αρθρωθεί για ποιο λόγο κράτος και αφεντικά θα πρέπει να νοούνται ως κοινωνικοί εταίροι με τους εργαζόμενους και όχι ως θανάσιμοι αντίπαλοι. Αντίπαλοι σε ένα αγώνα που στις συνέπειές του περιλαμβάνεται η άμεση πιθανότητα να ζήσουν δεκάδες χιλιάδες νοικοκυριά το 2022 χωρίς ηλεκτρικό ρεύμα, να μην μπορούν να πληρώσουν την στέγη τους έως και να μην έχουν να φάνε.
Αξίζει να σημειώσουμε το εξής. Στην προηγούμενη περίοδο του καπιταλισμού, τότε που το κράτος έπαιζε και τον ρόλο του αυτόνομου οικονομικού παράγοντα, η αντιμετώπιση του πληθωρισμού ήταν κεντρικό μέτωπο στην ταξική πάλη. Ταυτόχρονα όμως οι εργατικοί και κοινωνικοί αγώνες είχαν κερδίσει κατακτήσεις σε άλλα μέτωπα. Αυτές οι κατακτήσεις ξηλώνονται από τότε αδιάκοπα, κυβέρνηση με την κυβέρνηση, χρόνο με τον χρόνο, νομοσχέδιο με το νομοσχέδιο. Και αφού ξηλώθηκαν τα πάντα, επιστρέφει και η ακρίβεια.
Αυτή ακριβώς είναι η θέση που βρισκόμαστε. Θέση δεινή.
Το κεφάλαιο κατακρατά ολοένα και μεγαλύτερο μέρος των πόρων μας ενώ παράλληλα κάθε προστατευτικό πλαίσιο σε επίπεδο νόμων και δικαιωμάτων έχει αφαιρεθεί. Αυτό για το οποίο προειδοποιούσαν οι δυνάμεις του αγώνα μονότονα τόσα χρόνια είναι πλέον γεγονός.
Δεν μπορεί κανείς φυσικά ούτε να αγνοεί, ούτε να αποσυνδέσει το φαινόμενο της ακρίβειας από το συνολικό περιβάλλον καπιταλιστικής κρίσης, τόσο οικονομικής, όσο και κρίσης φερεγγυότητας.
Προφανώς ούτε και από τον πόλεμο μπορεί να το αποσυνδέσει, ούτε από τις συνθήκες πανδημίας. Ούτε από το σοκ των διακυβευμάτων και των κινδύνων που πόλεμος και πανδημία φέρνουν.
Η γενικευμένη κοινωνική αμηχανία έχει όλες τις δικαιολογίες του κόσμου. Πρέπει να καταλάβουμε όμως ότι η αμηχανία μας κρατά πίσω γιατί δεν υποκαθιστά την επιλογή ανάμεσα στην παραίτηση και την ανάληψη δράσης. Η αίσθηση ματαιότητας, ότι οι αντιδράσεις μας είναι «εκ φύσεως» μικρές για να επηρεάσουν μια παγκόσμια υγειονομική κρίση ή έναν ιμπεριαλιστικό πόλεμο είναι βαρίδι όταν το θέμα είναι αν έχεις ή όχι ηλεκτρικό σπίτι σου ή αν συμπληρώνεις με την οικογένειά σου τον απαραίτητο καθημερινό αριθμό θερμίδων.
Ξημερώνουν χειρότερες μέρες. Τίποτα και κανείς, ούτε καν οι πολιτικοί ή τα καθεστωτικά φερέφωνα στα ΜΜΕ, δεν τολμούν να υπονοήσουν μια επικείμενη αναστροφή αυτής της κρίσης.
Στο σημείο που είμαστε, το αντιλαμβάνονται όλοι, είναι μονόδρομος η απόσπαση κεφαλαίων και πλούτου από τα ανώτερα στρώματα και η, με τον ένα ή το άλλο τρόπο, επιστροφή τους στην κοινωνική βάση. Είναι όρος επιβίωσης.
Την ίδια ώρα η ιδιωτικοποιημένη αγορά ενέργειας επιμένει να μετρά κέρδη και ανταμείβει τους μετόχους της. Την ίδια ώρα δισεκατομμύρια επιμένουν να μοιράζονται από την Νέα Δημοκρατία προς κάθε πιθανή και απίθανη κατεύθυνση, από εξοπλισμούς στρατού και αστυνομίας μέχρι εργολαβίες του δημοσίου και απευθείας αναθέσεις.
Υπόσχονται βοήθεια και πιθανόν, αν δεν έχουν χάσει εντελώς το ένστικτο της επιβίωσης μέσα στην έπαρσή τους, να στήσουν επικοινωνιακά σόου «κοινωνικής πολιτικής». Ξέρουμε τι θα φιλοτιμηθούν να δώσουν με το ένα χέρι. Και ξέρουμε τι επιχειρούν να πάρουν με το άλλο.
Μήνες τώρα, μέσα στην πανδημία βλέπουμε τις πισώπλατες μαχαιριές στην εργατική τάξη. Όπως ο λογιστικός τρόπος μείωσης του ποσοστού ανεργίας ώστε αληθινοί άνεργοι να πετάγονται επισήμως στην ζούγκλα της μαύρης εργασίας ή ο επιθετικός αποκλεισμός των ανέργων από επιδόματα. Η πολιτική απόφαση είναι σαφής, φτηνή δουλειά με το ζόρι, σε άθλια εργασιακά περιβάλλοντα έντασης εργασίας. Αυτό είναι το σχέδιό τους, αυτή είναι η στόχευση κάθε κυβερνητικής παροχής. Να επιβιώσουμε οριακά δουλεύοντας πολλές ώρες για τα λιγότερα δυνατά χρήματα
Αυτά θα κάνουν αν δεν τους εκβιάσουμε να κάνουν διαφορετικά.
Και για την ώρα δεν τους εκβιάζουμε. Για την ώρα κάνουμε την πρώτη πρωτομαγιά χωρίς 8ωρο…
Δεν βρίσκουμε καθόλου αρνητικό το γεγονός ότι χιλιάδες εργαζόμενοι επιλέγουν να προστατέψουν στοιχειωδώς την αξία της εργατικής τους δύναμης και αρνούνται να πιάσουν δουλειά στις τουριστικές γαλέρες και στα φραουλοχώραφα της Μανωλάδας. Αν μη τι άλλο αυτό δείχνει πως μεγάλες ποσότητες κοινωνικής οργής σιγοβράζουν στο παρασκήνιο. Ούτε βρίσκουμε κακό το γεγονός ότι κόσμος προσπαθεί να μπλοκάρει με νομικό τρόπο αθλιότητες όπως η «ρήτρα αναπροσαρμογής».
Τίμια διαπραγμάτευση ανάμεσα σε εργάτη και αφεντικό όμως δεν μπορεί να υπάρξει. Αργά ή γρήγορα, αν τα πράγματα δεν αλλάξουν, ο κόσμος θα αναγκαστεί να δουλέψει για όλο και μικρότερες απολαβές. Από την άλλη οι συστημικές/νομικές μορφές αγώνα πάντα αποδεικνύονται φενάκες που δεν άξιζαν τις ελπίδες όσων επένδυσαν σε αυτές. Ολόκληρη η περίοδος των μνημονίων μας το δίδαξε αυτό.
Το ερώτημα «τι κάνουμε» ενάντια στην λαίλαπα της ακρίβειας που απειλεί πλέον την ικανότητα επιβίωσης μεγάλων κομματιών της βάσης απαντιέται σε δύο επίπεδα. Το ένα αφορά τις μακροχρόνιες επιλογές αγώνα και την απουσία της κοινωνικής βάσης ως δύναμη έστω στο πολιτικό πεδίο σήμερα. Δεν έχουμε ισχυρό συνδικαλισμό βάσης, η σύγχυση και η αμηχανία κυριαρχούν στις συνειδήσεις, οργανωτικά και ιδεολογικά, συλλογικά και ατομικά, ο κόσμος της εργασίας συνεχίζει να είναι επικίνδυνα ανέτοιμος να απαντήσει την συντονισμένη απόπειρα των καπιταλιστών και των κρατικών ελίτ να κάνουν την οικονομική κρίση και τον πληθωρισμό εργαλείο ακόμα μεγαλύτερων κερδών.
Η εμπειρία των αντιμνημονιακών αγώνων, η μόνη συγκρίσιμη περίοδος μαζικής φτωχοποίησης (παρά τις εμφανείς διαφορές) στην πρόσφατη ιστορία, μας εμφανίζει τις πρώτες προτεραιότητες και σε αυτό το ακόμα πιο παλιό μέτωπο της ταξικής πάλης που λέγεται πληθωρισμός.
Άμεσα λοιπόν είναι ανάγκη να κινηθούμε σε τρεις άξονες.
Αλληλεγγύη
Που σημαίνει ενδυνάμωση, συντονισμό και διασπορά των αυτοοργανωμένων δομών κοινωνικής αλληλεγγύης, την συγκέντρωση και διανομή προϊόντων, τις συλλογικές κουζίνες, τα κοινωνικά ιατρεία ακόμα και πρωτοβάθμιας φροντίδας των πιο αδύναμων. Αλληλεγγύη όμως σημαίνει και την συγκρότηση συνεργείων για την επανασύνδεση του ρεύματος στα σπίτια των φτωχών ή και ότι άλλο είναι αναγκαίο για την επιβίωση όσων είναι στη βάση της κοινωνική πυραμίδας.
Άρνηση πληρωμών
Ειδικά για το ζήτημα της ρήτρας αναπροσαρμογής στο ηλεκτρικό και των λογαριασμών ΔΕΚΟ αλλά και για χρέη των προλετάριων προς τις τράπεζες και την εφορία, η άρνηση πληρωμών είναι ένα ορθό πρόταγμα. Κανείς δεν μπορεί να αφήσει την οικογένειά του να πεινάσει για να πληρώσει τα bonus των επιχειρηματικών παρασίτων στην ιδιωτικοποιημένη αγορά ενέργειας. Κανείς δεν πρέπει να επιτρέψει στον εαυτό του να μπει σε αυτό το δίλημμα. Οσο ταχύτερα πληγούν οι εισπράξεις των εταιρειών τόσο ταχύτερα θα φτάσουμε στο εκβιαστικό αδιέξοδο που θα υποχρεώσει το κράτος να εγγυηθεί τους πόρους που θα εξασφαλίσουν τροφή, στέγη και ηλεκτρικό σε όλους, ό,τι και να συμβεί.
Κινητοποιήσεις
Το πιο σημαντικό όμως από όλα, αυτό που δίνει νόημα και προοπτική τόσο στην αλληλεγγύη, όσο και και στην άρνηση πληρωμών, είναι ο πολλαπλασιασμός της συλλογικής μας δύναμης στο δρόμο. Πρέπει να καταγράψουμε μαζικές, μαχητικές διαδηλώσεις που θα πείσουν την εξουσία ότι έχει να χάσει πολλά και γρήγορα αν δεν λύσει το πρόβλημα που η ίδια και οι επιλογές της δημιούργησαν. Χωρίς τον δρόμο και την υλοποίηση της συλλογικής μας αποφασιστικότητας, τίποτα δεν μπορεί να γίνει ούτε βραχυπρόθεσμα ούτε μακροπρόθεσμα.
Εχει έρθει η ώρα να ξεπεράσουμε την συλλογική αμηχανία και να πάρουμε αποφάσεις. Εδώ και καιρό δεν απειλείται κάποιο «παντεσπάνι», αλλά το «ψωμί», το πραγματικό ψωμί για τον καθένα και την καθεμιά. Είμαστε αποφασισμένοι να παλέψουμε και στους τρεις άξονες με συγκεκριμένες πρωτοβουλίες. Θα ενδυναμώσουμε τις δομές αλληλεγγύης και θα συμμετέχουμε στην πρώτη γραμμή στον σχηματισμό πρωτοβουλιών ενεργού προστασίας των συνθηκών επιβίωσης της βάσης. Θα προπαγανδίσουμε την άρνηση πληρωμών και θα στηρίξουμε έμπρακτα όσους την επιλέγουν από τα αντίποινα του κράτους. Θα βγούμε και θα καλέσουμε στον δρόμο μαζικά και μαχητικά.
Ξέρουμε πως η μάχη αυτή θα πάρει καιρό.
Ξέρουμε ότι έρχονται ακόμα πιο δύσκολες μέρες για την καθημερινότητα των εργαζόμενων και των ανέργων.
Ξέρουμε ότι από καιρό κράτος και κεφάλαιο ετοιμάζονται με νέους νόμους και πολλαπλασιασμό των δυνατοτήτων καταστολής και κοινωνικού ελέγχου.
Ξέρουμε όμως ότι αν δεν τους βάλουμε το μαχαίρι στον λαιμό θα μας σύρουν σε μια δυστοπία που ούτε οι πιο απαισιόδοξες «προφητείες» των αντισυστημικών αναλύσεων είχαν προβλέψει.
Ως Ρουβίκωνας, μπροστά στην απειλή προς την τάξη μας είμαστε αποφασισμένοι να πάμε όσο μακριά χρειαστεί. Η κοινωνική ειρήνη έφαγε τα ψωμιά της. Η κοινωνική βάση θα παλέψει για την ζωή της ή θα βιώσει πρωτοφανή δυστυχία.
Κλείνοντας, να στείλουμε τους χαιρετισμούς και την αλληλεγγύη μας στον μεγάλο αγώνα των απεργών εργατών της COSCO, μια κρίσιμη μάχη που είναι προς το συμφέρον όλων των εργαζόμενων να κερδηθεί.