Έρως ανίκατε μακεδονομάχαν…
«Μου λέγαν οι δασκάλοι στο σχολειό,
πως για να μάθω πρέπει να ρωτώ,
ρωτώντας παίρνει βόλτες το μυαλό σου το αργό…
Ουγκάγκα μπουμ μπουμ χι
γκαπα μπουμ μπιρλί γκαγκά,
αούγκιγκι αούγκιγκι,
μπάγκαλα γκαούγκα γκα».
Αν κάτι πρέπει να αναγνωρίσουμε στον Αλέξη Τσίπρα και στους επικοινωνιολόγους του, –τον μεγάλο νικητή της ναυμαχίας των Πρεσπών– είναι ότι έχει την μοναδική ικανότητα να μετατρέπει τα ελαττώματά του σε ακαταμάχητα προτερήματα. Για παράδειγμα: Δεν γνώριζε αγγλικά. Και λοιπόν; Δεν έκανε το θανάσιμο επαναστατικό λάθος να στρωθεί να μάθει αγγλικά. Τα ακαδημαϊκά προσόντα προβλέπονται για υπαλλήλους, που θέλουν προαγωγές και αυξησούλες και όχι για αριστερούς ηγέτες. Στο κόμμα του, που είναι ενταγμένη σχεδόν σύσσωμη η εγχώρια διανόηση, αδιαφιλονίκητος ηγέτης παραμένει αυτός, ένας καμαρωτός αγράμματος, από την εποχή του 3%.
Ποιό είναι το μυστικό του Αλέξη; Πουλoύσε την ίδια την ανικανότητά του να πει πέντε κουβέντες περιμένοντας να εισπράξει το μερίδιο κατανόησης και συμπάθειας από αυτή την (μεγάλη) μερίδα του πληθυσμού, που γνωρίζει λίγα κουτσά αγγλικούλια και πασχίζει να εξηγήσει στον περαστικό τουρίστα πού πέφτει το Σύνταγμα.
Δεν ξέρει σαλονάτους τρόπους ο Αλέξης αγνοεί πλήρως το διπλωματικό πρωτόκολλο, δεν ξέρει καν να σταθεί προσοχή, όταν παιανίζει εθνικός ύμνος χώρας ή χύνεται κυριολεκτικά στην πολυθρόνα απέναντι σε ξένους ηγέτες;
Κανένα πρόβλημα. Οι κανόνες είναι για τους άλλους. Καυχιέται και από πάνω μπροστά στον βλοσυρό Πούτιν για την επιτυχία του να παραβρεθεί σε σημαντικές συνόδους κορυφής χωρίς γραβάτα και γίνεται «viral». Δεν έχει καμμία σημασία ότι καυχιέται για γελοία πράγματα, σημασία έχει ότι είναι πειστικός και ξέρει πως να το πουλήσει, όχι μόνο στους ιθαγενείς, αλλά και στους «έξω».
Όταν δεν του ταιριάζει η πραγματικότητα, δεν χάνει το χρόνο του, χτίζει μια νέα.
Ρίξτε τώρα και μια ματιά στους τζιτζιφιόγκους της μείζονος αντιπολίτευσης.
Δεν σας θυμίζουν τους αντιπαθητικούς κακομαθημένους γόνους, που χορεύουν ξέφρενα στα πάρτυ της φαντασμένης κόρης του εφοπλιστή σε κάτι ξεχασμένες ελληνικές ταινίες του ’60 και κάνουν ένα σωρό ανοστιές, τσιμπούν τις καμαριέρες ή πετάνε πάστες στο «λαϊκό παιδί» τον Νίκο Ξανθόπουλο, που ήρθε με τα κουρέλια του να γυρέψει δουλειά;
Ειδικά αυτός ο Κυριάκος Μητσοτάκης είναι ίδιος ο παλιός ηθοποιός Καλλιβωκάς που έπαιζε πάντα το ρόλο του πλούσιου ντιντή και μονίμως προδομένου εραστή (πάντα ένας φτωχός πλην τίμιος γόης τού έτρωγε την κόρη του βιομήχανου), που όμως το αντιμετώπιζε στωϊκά και με άφθονη ελαφρομυαλιά.
Ο Κυριάκος είναι τόσο άνοστος, τόσο σαχλαμάρας, τόσο ξεκούδουνος σε σχέση με την πραγματικότητα και οι στημένες πόζες του, πότε στην κουζίνα του σπιτιού του, πότε στο δρόμο, όταν μια «έκπληκτη» μητέρα, μια «καλή νοκοκυρά» τον συναντά «όλως τυχαίως» και του λέει «τι γκόμενος που είσαι (!!!)», ή όταν διαβάζει εφημερίδα, είναι τόσο αφύσικες, που νομίζεις ότι θα πεταχτεί ξαφνικά και θα πει: «ο daddy μού είπε κάτι πολύ σοφό. Πρέπει για μια φορά στη ζωή μου να γίνω άντρας. Φεύγω για Λονδίνο, πάω να γίνω άντρας μπάιιιιιιι».
Ούτε πείρα διέθετε ο Αλέξης Τσίπρας.
Μέγα προσόν. Η πείρα, βέβαια, όταν δεν λειτουργεί εγκλωβιστικά προς την αιώνια αναβολή της επίλυσης ζητημάτων ή σε φοβισμένες και χωρίς φαντασία μισές λύσεις, δεν αρκεί, δεν προσθέτει πολλά πράγματα, άντε μέσα από την πείρα να γίνει ο κακός μέτριος και ο μέτριος κάπως καλύτερος.
Είδαμε εξ άλλου και που κατέληξαν πολύ πιο έμπειροι πολιτικοί του αντίπαλοι. Ακόμα και τις κωλοτούμπες του τις μετέτρεψε σε ατού και παράδειγμα προς μίμηση για τους ευρωπαίους ηγέτες, που τον θωρούν εδώ και καιρό έκθαμβοι και τον εγκωμιάζουν ανυπόκριτα, σε αυτόν τον τομέα.
Λ.