“Σωριάστηκε συθέμελα και σπίτι και πατρίδα / Και να, και σε, γλυκέ αδελφέ, ο Χάρος μου σε πήρε / Και άγουρο σε έστειλε στ’ ανήλου ιαγα παλάτια. / Αλοιά, κακόμοιρο παιδί, ποια τύχη μου σε πήρε; / Σε ποιόν αφήνεις, φεύγοντας, τα’ αραχνιασμένο σπίτι; / Πρώτη η πατρίδα, ύστερα συ, μου τάραξες τα στήθια. / Μαζί σου όλα τάθαψα και πόθους μου κ’ ελπίδες, / Όλα μαζί στο σκοτεινό το μνήμα, που σε κρύβει” ((Χρύσα Μαλτέζου, Stradioti. Οι προστάτες των συνόρων, Αθήνα 2003) | Μιχαήλ Μάρουλος Ταρχανιώτης, πολεμιστής και επικούρειος διανοούμενος του 15ου αιώνα. “Όταν σταματάει η κλαγγή της μάχης, παραδίδομαι στην αγκαλιά της Μούσας”.
Ο Μιχαήλ Μάρουλος ο Ταρχανιώτης (1453 – 11 Απριλίου 1500) ήταν Έλληνας λόγιος του 15ου αιώνα. Γονείς του ήταν ο Μανίλιος Μάρουλος και η Ευφροσύνη Ταρχανιώτη, ευγενείς πρόσφυγες στην Ιταλία από το Βυζάντιο μετά την κατάλυση της Αυτοκρατορίας. Εστάλη στη Βενετία από τον συγγενή του Ζαχαρία Σκορδύλη από την Κρήτη, από τον οποίο και διδάχτηκε τα πρώτα Ελληνικά γράμματα. Λατινικά έμαθε από τον περιφανή Σανελλίκο. Αργότερα εστάλη στην Πάδουα και σπούδασε φιλοσοφία με υποτροφία του Βησσαρίωνα. Επαινέθηκε από τους συγχρόνους και μεταγενεστέρους του ως ο πιο μορφωμένος Έλληνας του 15ου αιώνα, και στα Λατινικά αντάξιος των τότε εξέχοντων Ιταλών. Ανήκε στην Ακαδημία του Ποντάκου και είχε σφιχτές σχέσεις με τον Σαναζάκο, ο οποίος και τον υπερασπίστηκε στην διαμάχη του με τον Πολιτιανό. Εξαιτίας των Ελληνικών Ύμνων του στους Ελληνικούς Θεούς χαρακτηρίστηκε “ειδωλολάτρης” (εθνικός) από μερικούς, και ιδίως από τον Έρασμο. Γνωρίζουμε ότι έγραψε τέσσερα βιβλία Επιγραμμάτων και τρία ύμνων.
Σίσσυ Σιγιουλτζή-Ρουκά | Πρόεδρος ΣΠΕΚ