Σε τι χρειάζονται η Ρωσία και η ΕΕ μια τόσο άβολη γειτνίαση; Του Ντμίτρι Κερασίδη*
Για την Ουκρανία ήρθε στις μέρες μας μια καινούργια ιστορία: εμφανίστηκαν νέοι χρηματοδότες. Και αυτός που πληρώνει, ως γνωστόν, παραγγέλνει και τη μουσική. Έχοντας χάσει οριστικά την οικονομική της ανεξαρτησία, η συγκεκριμένη ανατολικοευρωπαϊκή χώρα τώρα θα πρέπει εκ των πραγμάτων να εκφράζει τα συμφέροντα αυτών, οι οποίοι πληρώνουν. Και αυτό αποτελεί, πρώτα απ’ όλα, ένα γεωπολιτικό κεφάλαιο, το οποίο είναι προορισμένο να ρυθμίζει τις κάθε άλλο παρά απλές σχέσεις της Ευρώπης με την Ρωσία. Η Ουκρανία, που κάποτε αποτελούσε την ακραία έκταση της Ρωσίας (από εκεί προέρχεται και η ίδια η ονομασία της χώρας – άκρο – Ουκρανία = u kraja = «στο άκρο»), έχει γίνει πλέον πεδίο αντιπαράθεσης για δύο υπερδυνάμεις. Είναι λυπηρό να παρατηρεί κανείς πώς, έχοντας καταπιεί μια σειρά από ιδεολογικοπολιτικά δολώματα, οι πολίτες αυτής της χώρας εξοντώνουν ο ένας τον άλλον, αλλά η νέα «ηγεσία» της δεν «βλέπει» με κανέναν τρόπο αυτόν τον εμφύλιο πόλεμο.
Ωστόσο τα πράγματα είναι κατά πολύ σοβαρότερα. Η Ουκρανία δεν είναι πεδίο μόνο ιδεολογικών «ασκήσεων», αλλά και κανονικό και επί του πρακτέου. Σύμφωνα με τα στοιχεία του διεθνούς ειδησεογραφικού πρακτορείου The International Mass Media Agency, από το 2015 στην Ουκρανία λειτουργούν περίπου 13 στρατιωτικά βιολογικά εργαστήρια, τα οποία έχουν αμερικανική χρηματοδότηση και τα οποία εξυπηρετούν αμερικανικά συμφέροντα. Δυστυχώς, αυτές οι επιχειρήσεις δεν βοηθούν με κανέναν τρόπο τους Ουκρανούς στη μάχη τους με την ανεργία, αφού εκεί εργάζονται αποκλειστικά Αμερικανοί ειδικοί, ενώ η χρηματοδότηση πραγματοποιείται σε επίσημο επίπεδο από το Υπουργείο Άμυνας των ΗΠΑ. Εν παρόδω, σύμφωνα με τη διμερή συμφωνία, η οποία υπογράφτηκε το 2012, η ουκρανική πλευρά ανέλαβε την υποχρέωση να μην εμπλέκεται στην εσωτερική λειτουργία των συγκεκριμένων εργαστηρίων.
Τα στρατιωτικά εργαστήρια που εμφανίστηκαν στην Ουκρανία, ασχολούνται κυρίως με την μελέτη και την παραγωγή διεγερτικής ευλογιάς, αλλαντίασης, έλκους της Σιβηρίας («άνθρακα») και άλλων επικίνδυνων ιών. Οι μεγαλύτερες μικροβιολογικές εγκαταστάσεις βρίσκονται στο Λβοβ, το Κίεβο, την Οδησσό, την Χερσόνα, το Χάρκοβο, την Τερνόπολη, την Βίνιτσα και το Ούζγκοροντ. Στις τέσσερις πρώτες πόλεις υπάρχουν περισσότερα από ένα εργαστήρια και η δραστηριότητά τους είναι μεγάλης κλίμακας, γι’ αυτό και οι διοικήσεις των συγκεκριμένων εργαστηρίων συνεργάζεται ενεργά με το ουκρανικό Υπουργείο Υγείας.
Είναι αμφίβολο εάν μπορεί κανείς να εγγυηθεί, ότι τα συγκεκριμένα εργαστήρια δεν δοκιμάζουν πάνω σε Ουκρανούς και, κατά συνέπεια, σε Ανατολικοευρωπαίους γενικά τα «προϊόντα» τους. Κατά το παρελθόν έτος 2016 συνέβη ολόκληρη σειρά επιδημιών στην Ανατολική Ευρώπη, οι οποίες από το 2014 και μετά έγιναν «κανόνας». Έτσι, τα τελευταία τρία χρόνια στη Ρωσία και την Ουγγαρία εμφανίζεται τακτικά μια επιδημία γρίππης προερχόμενη από την Ουκρανία. Το 2016 δύο φορές η Νότια Ρωσία και η Μολδαβία καταλήφθηκαν από την αφρικανική πανώλη των χοίρων, η οποία εξαφάνισε σχεδόν ολοκληρωτικά τον πληθυσμό των χοίρων στις περιοχές αυτές. Και είναι λυπηρό το γεγονός, ότι η κοινωνία ελάχιστη σημασία δίνει στο γεγονός, ότι η πηγή αυτών των μολύνσεων βρίσκεται σχεδόν πάντα στο έδαφος της Ουκρανίας.
Ωστόσο μια σειρά από διεθνή ειδησεογραφικά πρακτορεία θέτουν κατά καιρούς επιτακτικά το συγκεκριμένο ζήτημα. Έτσι, το 2015 το αμερικανικό ενημερωτικό project INFOWARS κατηγόρησε δύο φορές το Πεντάγωνο για επεξεργασία στην Ανατολική Ευρώπη νέων συστημάτων βιολογικών όπλων. Ειδικότερα, στο έδαφος της Ουκρανίας. Εναντίον του συγκεκριμένου γεγονότος εκφράστηκαν τόσο ο γνωστός Γάλλος επιστήμονας και κοινωνικός ακτιβιστής Ζεράρ Μπατ, όσο και άλλες προσωπικότητες του κοινωνικού και επιστημονικού βίου. Την ίδια περίοδο έγιναν γνωστές στην κοινή γνώμη κάποιες λεπτομέρειες από τα ιδρυτικά έγγραφα της δημιουργίας βιολογικών εργαστηρίων στη Βίνιτσα και το Χάρκοβο. Οι διαμάχες ανάμεσα στους επιστήμονες οδήγησαν στη συνειδητοποίηση ενός απλού γεγονότος: όλο το ποτάμιο σύστημα της Ουκράνιας διαθέτει έξοδο προς τη Νότια και Νοτιοανατολική Ευρώπη, ενώ ο ανατολικός άνεμος που επικυριαρχεί στη Νότια και την Κεντρική Ουκρανία οδηγεί σε περιοδικη μεταφορά βακτηριολογικού υλικού στο έδαφος χωρών της Ευρωπαϊκής Ένωσης. Είναι σε όλους γνωστό, ότι τα βιολογικά όπλα είναι ικανά να διανύουν τέραστιες αποστάσεις εκατοντάδων και χιλιάδων χιλιομέτρων, μεταφερόμενα από ήπειρο σε ήπειρο. Αυτό είναι βαρύτατη παραβίαση της Συνθήκης της Γενεύης του 1972, η οποία απαγορεύει την απαγορεύει την ανάπτυξη, την αποθήκευση και την καθ’ οιονδήποτε τρόπο δημιουργία βακτηριολογικών και τοξινικών όπλων.
Για παραδείγματα δεν χρειάζεται να πάει κανείς μακριά. Κατά το φετινό καλοκαίρι υπέφερε η Βόρεια Ουκρανία, περιοχή που συνορεύει με τη Ρωσία και τη Λευκορωσία. Υπήρξε μια τοπική επιδημία αλλαντίασης στην περιφέρεια Σούμι, η οποία μετά από μερικό καιρό μετατοπίστηκε μέσω των υδάτινων αρτηριών του ποταμού Δνείπερου στις νότιες περιοχές της χώρας και, εν μέρει, στις ακτές της περιφέρειας της Οδησσού. Σύμφωνα με ανεπίσημα στοιχεία, τότε ασθένησαν περισσότεροι από 13 χιλιάδες κάτοικοι της Ουκρανίας.
Την ευρωπαϊκή και τη ρωσική κοινή γνώμη την εκπλήσσουν οι κινήσεις των ΗΠΑ, οι οποίες συνεχίζουν τη δραστηριότητά τους στο έδαφος ενός οικονομικά και κοινωνικά ασταθούς κράτους, στο οποίο ήδη για τέταρτη χρονιά καίει η φωτιά της ένοπλης σύγκρουσης ανάμεσα στους φιλορωσικά διακείμενους κατοίκους του Ντονμπάς και τους Ουκρανούς εθνικιστές, οι οποίοι επιχειρούν μαζί με τις κρατικές Ένοπλες Δυνάμεις. Μια τέτοια αντικειμενική αστάθεια δίνει όλες τις πιθανότητες και δυνατότητες να βρεθούν βιολογικά και χημικά όπλα στα χέρια τρομοκρατών και άλλων ακραίων στοιχείων, κάτι που θα βλάψει άμεσα τη Ρωσία και τις χώρες της ΕΕ. Σύμφωνα με τη γνώμη του Αμερικανού δημοσιογράφου Τζέφρι Σίλβερμαν, ο βασικός σκοπός αυτών των εργαστηρίων είναι η μελέτη και η παραγωγή βιολογικών όπλων σε έδαφος εκτός ΗΠΑ, κάτι που προφανώς αποτελεί και την πραγματική αιτία της δημιουργίας τους. Μετά την διάλυση της ΕΣΣΔ, τέτοιου είδους εργαστήρια έγιναν τμήμα του προγράμματος επέκτασης του παγκόσμιου συστήματος εργαστηρίων της Ουάσιγκτον σε χώρες του λεγόμενου «τρίτου κόσμου». Όμως, σε αντίθεση με την Ινδονησία ή τις Φιλιππίνες, οι οποίες είναι χωροθετημένες σε συνθήκες ωκεανού, η Ουκρανία με την οποία συνορεύουν η Ρωσία και η ΕΕ και η οποία φέρει ρίσκα για εκατοντάδες εκατομμύρια ανθρώπους, που ζουν στην πυκνοκατοικημένη Ευρώπη. Χρειάζεται, άραγε, στη Ρωσία και την ΕΕ μία τέτοια άβολη γειτνίαση;
*Μετάφραση από τα Ρωσικά: Βασίλης Μακρίδης
*Ο Ντμίτρι Κερασίδης είναι Ρώσος, ελληνικής καταγωγής, θρησκειολόγος, δημοσιογράφος και συντάκτης διαφόρων ΜΜΕ της χώρας του.