Η αβάσταχτη ελαφρότητα της ευτυχίας
Μια νύχτα σαν αυτή με κάποιο τρόπο/ αφάνταστο, θ’ ακούσεις τη φωνή μου,
που κοινωνούσε της διακαινησίμου/ αγάπης μου γλυκόπικρο τον κόπο.
Και ίσως αγάπησες και μένα,/τη λυπημένη σάρκα της φωνής,
που σε αγάπησε όσο κανείς/ και ξόδεψε τα ήδη ξοδεμένα
–και αναρίθμητα– από την αρχή./ Το ξέρω, δεν χωράει μαυσωλείο
εκεί όπου ακόμα κυριαρχεί
ο πόνος της σαρκός ούτε βιβλίο·/ απόψε που είναι νύχτα και βροχή,
στης σάρκας σου τη μνήμη καταλύω.
ΔΙΟΝΥΣΗΣ ΚΑΨΑΛΗΣ, Προοίμιο (Μια υπόθεση ευδαιμονίας)
Πολύ μελάνι έχει χυθεί για την ευτυχία. Η πολιτική θεωρία, μάλιστα, απ’ τα χρόνια του Αριστοτέλη, την ανήγαγε σε ύψιστο στόχο. Η ευδαιμονία των πόλεων και των πολιτών, των επίλεκτων κατοίκων. Κι η Ευρώπη αιώνες ασχολείται με τις πολιτικές οδούς που οδηγούν στην ευτυχία. Όνειρο κάθε δυτικού είναι το κυνήγι της. Μα, θα αναρωτηθεί κάποιος, όλοι δεν την αναζητούν; Τι πιο ωραίο και φυσιολογικό να την αναζητά κάποιος; Τι πιο ανθρώπινο; Είναι, όμως, πάντα η ευτυχία το ζητούμενο σε όλους τους ανθρώπους; Και τι σημαίνει; Ποιους κόσμους αντανακλά; Και ποιες διαστάσεις έχει πάρει σήμερα στον αιώνα των διαθλώμενων μοναξιών;
Πολλοί είναι αυτοί που πιστεύουν ότι η ευτυχία έχει μια αυταξία, δεν χρειάζεται να έχει σκοπό, ίσως είναι κι η ίδια ο σκοπός. Θεωρείται, μάλιστα, σημαντικό το ότι δεν έχει σχετική αξία, αλλά απόλυτη, δεν είναι πολύτιμη σε σύγκριση με άλλα, όπως τα χρήματα, εκφράζει πολλές φορές το απόλυτο σε τέτοιο βαθμό, που μοιάζει άπιαστη. Μοιάζει με μια κατάσταση, όπου υποτίθεται ότι φτάνουν κάποιοι τυχεροί, που την αξίζουν. Κι οι ευτυχισμένοι είναι κι οι εκλεκτοί αυτού του κόσμου, ενώ οι άλλοι απλώς τους ζηλεύουν.
Πότε, όμως, οι άνθρωποι είναι ευτυχισμένοι; Όταν διασκεδάζουν, όταν ευχαριστιούνται, όταν νιώθουν όμορφα; Προφανώς, όλα τα παραπάνω. Πότε τελικά τους συμβαίνει να νιώθουν όμορφα; Κι αυτό τι σημαίνει σε έναν κόσμο γεμάτο συγκρούσεις κι ανταγωνισμούς, αυταπάτες και πληρωμένες διασκεδάσεις του κιλού; Τι σημαίνει ευτυχία στις ατέλειωτες κι ατελείς Βαβυλώνες; Το κυνήγι της ευτυχίας ταυτίζεται με την περιφρούρηση ενός προσωπικού κόσμου, που χτίζεται, για να τη διαφυλάξει, γίνεται προσωπική ευτυχία, όπως λέμε προσωπική περιουσία.
Η θήρα προς άγραν ηδονών, οι απολαύσεις που θεοποιούνται σχεδόν, η αντιμετώπιση του φαγητού, του ποτού και της ανέραστης συνουσίας ως ιερού τοτέμ τής ευχαρίστησης, ακόμη και με αντάλλαγμα την αποκτήνωση, κάνει την ευτυχία όχι μόνο μια προσωπική, αλλά και μια σκληρή κι απάνθρωπη συχνά υπόθεση. Μοιάζει με τον τίτλο γνωστής ταινίας, που λέει ζήσε κι άσε τους άλλους να πεθάνουν. Και μάλιστα μ’ ένα γοητευτικό κι αψεγάδιαστο προσωπείο, που κάνει τους άλλους να πιστεύουν ότι είσαι ανίκητος κι ο μοναδικός δικαιούχος αυτού του λαμπερού κόσμου. Όσοι αρνούνται αυτή την ευτυχία που ξεπηδάει από διαφημίσεις για βούτυρα και γάλατα θεωρούνται μίζεροι.
Η ευτυχία σήμερα θα οριζόταν ως η αυταξία των καλύτερων, που χτίζουν μια ευχάριστη ζωή με εύκολη πρόσβαση στις διασκεδάσεις και τις νέες τεχνολογίες, τις υλικές ανέσεις και την εξασφάλιση, πάνω στα συντρίμμια της ζωής των άλλων. Κάποιοι είναι εθισμένοι στο κυνήγι της ευτυχίας. Ο Mark Rowlands στο βιβλίο του Ο φιλόσοφος και ο λύκος γράφει: Αλλά από μια άποψη, οι «ευτυχιομανείς» είναι χειρότεροι από τους ναρκομανείς. Οι εξαρτημένοι από ουσίες έχουν λανθασμένη άποψη για την πηγή της ευτυχίας τους. Οι εξαρτημένοι από την ευτυχία έχουν λανθασμένη άποψη για το τι είναι η ευτυχία. Το κοινό τους σημείο είναι ότι δεν εκτιμούν τι είναι πραγματικά σημαντικό στη ζωή.
Οι ευτυχιομανείς αυτοί, λοιπόν, κάνουν τα πάντα, αναζητώντας με μανία κάτι που ποτέ δεν θα τους είναι αρκετό. Μένουν πάντα ανικανοποίητοι, σαν αρπακτικά, που αχόρταγα προσπαθούν να ρουφήξουν τη ζωή, αλλά εξαντλούν κάθε δύναμη και δυνατότητα να βρουν τον εαυτό τους. Η ευτυχιοθηρία στερεί από τη συγκίνηση της ζωής, την αναζήτηση της βαθύτερης ουσίας, την ολοκλήρωση, το μοίρασμα και την προσφορά. Στην πραγματικότητα, ως έννοια ίσως και να μην υπάρχει, αφού από μόνη της κρύβει το νόημά της: είναι απλώς μια καλή τύχη, μια καλή στιγμή φευγαλέα, που έρχεται, όταν δεν την υπολογίζεις, δεν την περιμένεις, δεν την σχεδιάζεις. Και δεν μπορεί να είναι ο στόχος της ζωής σου.
Η ύπαρξή μας εξαρτάται από πολύ πιο ουσιώδεις καταστάσεις. Η πληρότητα κι η αρμονία που έχει το πέρασμά μας απ’ τη γη δεν ανταλλάσσονται, δεν πωλούνται, δεν είναι μέρος ενός πολιτικού προγράμματος. Η ευτυχία, με την ένταση που την αναζητά η Δύση, είναι ένα εγωιστικό παιγνίδι, που μας αδειάζει αντί να μας γεμίζει, μας κάνει επίπεδους σαν την αντανάκλαση της σελήνης μέσα σε μια βαθιά λίμνη, που ποτέ δεν θα εξερευνήσουμε το βυθό της.
Πετώντας τις παρωπίδες μας, δεν είναι δύσκολο να αντιληφθούμε ότι η ευτυχία δεν είναι μια καθολική και παγκόσμια έννοια. Δεν την αναζητούν όλοι οι άνθρωποι, απανταχού στον κόσμο. Κι οι παλιές θρησκείες δεν την ενέτασσαν καν στο ρεπερτόριό τους. Ο άνθρωπος που αναζητά τον εαυτό του αναζητά τη γαλήνη, δεν κλείνεται στο φρούριο της καλοπέρασης, για να περιφρουρήσει την ευνοϊκή του θέση στην κοινωνία. Αποζητά να ζήσει ολοκληρωμένα την ύπαρξή του· τη θλίψη, όσο και τη χαρά, την πληρότητα, όσο και την ανεπάρκεια, τη δύναμη, όσο και την αδυναμία, την αγάπη, όσο και το μίσος, για να βρει τον δικό του δρόμο μέσα από ένα μονοπάτι με επιλογές. Αυτές οι επιλογές είναι η προσωπική μας ευθύνη απέναντι στον εαυτό μας κι η ευθύνη είναι μια δύσκολη υπόθεση.
Δεν είναι τυχαίο που η ευτυχία έχει εκφυλιστεί, κατά κάποιον τρόπο, σε πολιτική έννοια. Απομονώνει σε επιμέρους μοναδικότητες, σε εγωιστικές ατομικότητες, που στρέφονται στον εαυτό τους, για να τη διατηρήσουν. Η ευτυχία δίνει πλέον αξία σε όποιον τη φέρει. Τον κάνει διεκδικητή της αιώνιας βασιλείας των ουρανών, άξιο μέτοχο του φρουρούμενου κοινωνικού παραδείσου. Και κυρίως, κρατάει στον αφρό σκέψεις και συναισθήματα. Η έλλειψη της ουσίας, η καθ-ιέρωση μιας ζωής που αποφεύγει με μανία τη θλίψη και τα βαθύτερα συναισθήματα, επιδιώκει να γαντζώνεται από μια γελοία χαρά, κατασκευάζει μια ζωή επίπεδη, όπου τίποτε δεν έχει σημασία στην ουσία.
Δεν είναι τυχαία η καλλιεργημένη νοοτροπία του «εμείς να περνάμε καλά» και να μην εμβαθύνουμε πολύ, γιατί η ενδοσκόπηση είναι δυστυχία, είναι φόβος μήπως γίνουμε καλύτεροι άνθρωποι και μείνουμε μόνοι μας. Κάθε τι που θα αναδείκνυε τη μοναδικότητά μας και την ξεχωριστή μας ύπαρξη είναι επικίνδυνο. Η εκπαίδευση προϊδεάζει για όσα θα ακολουθήσουν στην ενήλικη ζωή: αξίζει ό,τι εντυπωσιάζει· μαγκιά είναι η επικράτηση του ισχυρότερου· επιβιώνει ο καλύτερος κι όποιος δεν φάνηκε αρκετά ικανός είναι αυτός που θα μείνει πίσω στο δαρβινικό βασίλειο.
Όποιος επιδιώκει να απελευθερωθεί αγωνιζόμενος για την Αναρχία δεν μπορεί να επικαλείται τέτοιου είδους μέτρα και σταθμά για την ευτυχία. Δεν είναι δυνατό μέσα σε έναν κόσμο που τρέφεται από τον ανταγωνισμό, που συντηρείται από τη θήρα της μανιώδους ευτυχίας, ένα ελεύθερο πνεύμα να μη νιώθει ότι ασφυκτιά, ακόμη κι αν δεν κατορθώσει να προκαλέσει ρωγμές στο προσωπείο του σύγχρονου λαβύρινθου. Κι αυτή η ασφυξία, ο βαθύτερος προβληματισμός, η προσπάθεια ουσιαστικότερης σκέψης, συχνά ερμηνεύεται ως μιζέρια, φέροντας το στίγμα της ντροπής.
σύντροφοι για την Αναρχική απελευθερωτική δράση
Δημοσιεύθηκε στην ΔΙΑΔΡΟΜΗ ΕΛΕΥΘΕΡΙΑΣ, φ. 148, Απρίλιος 2015