Η «επανάσταση» κατά του Τραμπ και ο επαναπροσδιορισμός της παγκοσμιοποιητικής διαδικασίας

«Ο Έντμουντ Μόργκαν συνοψίζει τον ταξικό χαρακτήρα της Επανάστασης με τον ακόλουθο τρόπο: “Η εμπλοκή των κατώτερων τάξεων στη διαμάχη δεν θα πρέπει να επισκιάζει το γεγονός ότι η διαμάχη ήταν σε γενικές γραμμές μια πάλη για την απόκτηση αξιωμάτων και εξουσίας ανάμεσα σε μέλη μιας ανώτερης τάξης, δηλαδή μιας νέας άρχουσας τάξης εναντίον της καθεστηκυίας […] Ο Καρλ Ντένγκλερ αναφέρει στο βιβλίο του Πέρα από το παρελθόν μας (Out of our past): “Καμμία νέα κοινωνική τάξη δεν κατέλαβε την εξουσία μέσω της Αμερικάνικης Επανάστασης, Αυτοί που σχεδίασαν την Επανάσταση ήταν σε μεγάλο βαθμό μέλη της αποικιακής άρχουσας τάξης”. Ο Τζωρτζ Ουάσιγκτων ήταν ο πλουσιότερος άνθρωπος στην Αμερική. Ο Τζον Χάνκοκ ήταν ευκατάστατος έμπορος της Βοστόνης.
Ο Βενιαμίν Φραγκλίνος ήταν εύπορος τυπογράφος και ούτω καθ’ εξής.
Από την άλλη πλευρά η ρητορική της Επανάστασης κατάφερε να κάνει τους τεχνίτες, τους εργάτες, τους ναυτικούς, αλλά και τους μικροκαλλιεργητές, να νιώσουν ότι ανήκουν στον “λαό” χάρη στην συντροφικότητα που προσέφερε η στρατιωτική θητεία και την διανομή εδαφών. Έτσι, δημιουργήθηκε ένα σημαντικό υποστηρικτικό σώμα, μια εθνική πλειοψηφία, κάτι που –έστω και χωρίς να ανήκουν σε αυτό οι αγνοημένοι και καταπιεσμένοι– μπορούσε να αποκαλείται “Αμερική”.» Howard Zinn, Ιστορία του λαού των Ηνωμένων Πολιτειών
Αν πιστέψουμε τους ποικιλώνυμους «επαναστάτες» κατά της εκλογής Τραμπ, δημοσιογράφους και εκδότες (όπως ο γερμανός εκδότης της Die Zeit, που στο ερώτημα αν υπάρχει νόμιμος τρόπος να απομακρυνθεί από το αξίωμά του ο Τραμπ απάντησε: «να δολοφονηθεί στον Λευκό Οίκο»), ντόπιους και ξένους, προοδευτικούς πολιτικούς και πανεπιστημιακούς, καλλιτέχνες και ηθοποιούς, όπως αυτοί του Χόλυγουντ, αντιρατσιστές κάθε είδους και προέλευσης και διαπρύσιους υπερασπιστές των ανθρωπίνων και κοινωνικών δικαιωμάτων, αλλά και ιθύνοντες της CIA, η ηγεσία των ΗΠΑ βρίσκεται στα χέρια ενός «επικίνδυνου τύπου», εξ αιτίας του οποίου η ανθρωπότητα κινδυνεύει να βρεθεί ενώπιον μιας πραγματικής «Αποκάλυψης».
Ορισμένοι μάλιστα από τους εγχώριους «επαναστατήσαντες» με την εκλογή Τραμπ ισχυρίζονται ότι ενάντια στον Τραμπ βρίσκονται ακόμη και οι ιδρυτές του αμερικανικού έθνους, την άποψη των οποίων για το θέμα δεν διστάζουν να μας αποκαλύψουν!!!
Γράφει χαρακτηριστικά ο Χαρίδημος Τσούκας, καθηγητής στα πανεπιστήμια Κύπρου και Warwick στο Βήμα:
«Για τους ιδρυτές, ένας τέτοιος ηγέτης θα έπρεπε να βρίσκεται μακριά από την πολιτική εξουσία - είναι επικίνδυνος. Η καλή δημοκρατική διακυβέρνηση, έγραφαν, απαιτεί «ήρεμο λόγο», «συνετή κρίση», «αυτοπεριορισμό». Η προεδρία Τραμπ άρχισε διχαστικά και μάλλον θα τελειώσει άσχημα - θα κάνει ζημιά τόσο στην Αμερική όσο και στον υπόλοιπο κόσμο. Η νοοτροπία του κατακτητή μπορεί να του απέφερε υλικό πλούτο και όμορφες γυναίκες, είναι όμως ακατάλληλη ως οδηγός συνετής διακυβέρνησης σε έναν πολύπλοκο κόσμο. Θα δούμε, πιθανότατα, έξαρση της τρομοκρατίας, αποδυνάμωση της Δυτικής επιρροής, εμπορικούς πολέμους, υποχώρηση του κοινωνικού κράτους, αποικιοποίηση του δημοσίου συμφέροντος από ιδιωτικά, απροκάλυπτο αυταρχισμό, πολιτική πόλωση και… σκάνδαλα.»
Ξεχνάει, βέβαια, ο «καλός» καθηγητής, που έχει την δυνατότητα να επικοινωνεί με τους νεκρούς «πατέρες του αμερικανικού έθνους», προφανώς από κεκτημένη ταχύτητα, ότι οι «σοφοί ιδρυτές της μεγαλύτερης δημοκρατίας στον κόσμο» προχώρησαν σ’ ένα συγκερασμό των σχετιζόμενων με την δουλεία συμφερόντων του Νότου και των οικονομικών συμφερόντων του Βορρά. Ξεχνάει, επίσης, ότι προκειμένου να συνενωθούν οι δεκατρείς πολιτείες σε μια μεγάλη οικονομική αγορά, οι αντιπρόσωποι του Βορρά απαιτούσαν να θεσπιστούν νόμοι, που θα ρύθμιζαν το διαπολιτειακό και αξίωναν την ψήφιση τους με απλή πλειοψηφία, ενώ οι Νότιοι τελικά συμφώνησαν με αντάλλαγμα τη συνέχιση του δουλεμπορίου για είκοσι ακόμη χρόνια μέχρι να κηρυχθεί παράνομο.
Ο Howard Zinn, αναφέρει σχετικά στην Ιστορία του λαού των Ηνωμένων Πολιτειών:
«Στην νέα κυβέρνηση ο Μάντισον μαζί με τους Τζέφερσον και Μονρόε ανήκαν στο ένα κόμμα (των δημοκρατών-ρεπουμπλικανών), ενώ ο Χάμιλτον ανήκε στο αντίπαλο κόμμα (των φεντεραλιστών), μαζί με τους Ουάσιγκτον και Άνταμς. Όμως και ο Μάντισον, ένας ιδιοκτήτης σκλάβων από την Βιρτζίνια και ο Χάμιλτον, ένας έμπορος από την Ν. Υόρκη, συμφώνησαν στους στόχους της νέας κυβέρνησης που σχημάτιζαν. Με την πράξη αυτή δημιούργησαν την παράδοση που θέλει τα δύο «αντιτιθέμενα» κόμματα του αμερικανικού πολιτικού συστήματος να συμφωνούν στα θεμελιώδη ζητήματα […] Τελικά ήταν οι Πατέρες του έθνους άνδρες σοφοί και δίκαιοι που πάσχιζαν τα επιτύχουν μια εξισορρόπηση δυνάμεων; Στην πραγματικότητα δεν επιδίωξαν καμία ισορροπία, εκτός από εκείνην που διατηρούσε στην εξουσία το τότε κατεστημένο, δηλαδή μια ισορροπία ανάμεσα στις κυρίαρχες δυνάμεις της εποχής. Σίγουρα δεν επιθυμούσαν ισότητα ανάμεσα στους σκλάβους και τους αφέντες, τους ακτήμονες και τους γαιοκτήμονες, τους Ινδιάνους και τους λευκούς. Σχεδόν οι μισοί κάτοικοι της Αμερικής δεν συμπεριλήφθησαν από τους Πατέρες του Έθνους στις αντιμαχόμενες “κοινωνικές δυνάμεις”, που ανέφερε ο Μπλέιν. Δεν τους ανέφεραν στην Διακήρυξη της Ανεξαρτησίας, δεν τους περιέλαβαν στο Σύνταγμα, δεν τους αναγνώρισαν ως μέρος της νέας πολιτικής δημοκρατίας. Αυτοί ήταν οι Αμερικανίδες της εποχής».
Λίγες μόλις ώρες πριν την ορκωμοσία του νέου προέδρου των ΗΠΑ, ο γνωστός δισεκατομμυριούχος επενδυτής Τζορτζ Σόρος έδωσε το δικό του «σινιάλο» χαρακτηρίζοντας τον Τραμπ «απατεώνα και εν δυνάμει δικτάτορα που θα αποτύχει», ενώ πρόσθεσε ότι ο Τραμπ «είναι υπέρ αυτής της άλλης μορφής διακυβέρνησης, που είναι το αντίθετο της ανοιχτής κοινωνίας. Είναι πιο κοντά σε μια δικτατορία ή σε ένα μαφιόζικο κράτος». Προειδοποίησε, ακόμη, ότι ο Τραμπ θα διχάσει τις ΗΠΑ, επειδή αντιμάχεται όσους διαφωνούν μαζί του, και προβλέπει ότι αν ο Τραμπ προκαλέσει εμπορικό πόλεμο, θα φέρει πιο κοντά την Κίνα και την Ευρώπη.
Ο 86χρονος Σόρος έκανε αυτές τις δηλώσεις στην τηλεόραση του Bloobmerg στο πλαίσιο του ετήσιου Παγκόσμιου Οικονομικού Φόρουμ στο Νταβός, όπου, επίσης, «προφήτευσε» ότι η Τερέζα Μέι δεν θα αντέξει εξ αιτίας του Brexit, ενώ εκτίμησε ότι η ΕΕ αποσυντίθεται, αλλά η πορεία αυτή κατά την γνώμη του πρέπει να αναστραφεί.
Είναι, πράγματι, εντυπωσιακή η σύγκλιση συμφερόντων στην προκειμένη περίπτωση που, όπως προαναφέραμε, αφορά ένα ιδιότυπο κοινό μέτωπο ακτιβιστών για τα ανθρώπινα δικαιώματα, καλλιτεχνών, που έχοντας εξασφαλίσει μεγάλη προβολή από τα ΜΜΕ αποτελούν με τον γνωστό τρόπο την αιχμή του δόρατος των κινητοποιήσεων κατά του Τραμπ, της οικονομικής ελίτ που προασπίζεται τις «ανοικτές» οδούς της συγκεκριμένης φάσης της παγκοσμιοποίησης (όπως εκφράζεται με ορόσημο το ’89), αλλά και των αμερικανικών μυστικών υπηρεσιών.
Σύμφωνα με τον Paul Graig Roberts, πρώην αξιωματούχο της κυβέρνησης Ρήγκαν:
«Το ερώτημα του Τραμπ για τη σημασία του ΝΑΤΟ, 25 χρόνια μετά την κατάρρευση της αποστολής του –της Σοβιετικής ΄Ενωσης– απειλεί όχι μόνο το αμερικανικό σύμπλεγμα συμφερόντων άμυνας/ ασφάλειας αλλά και τους Ευρωπαίους υποτακτικούς της Ουάσινγκτων, οι οποίοι ζουν την μεγάλη ζωή σε χρήμα και προβολή ως υπηρέτες της αμερικανικής εξουσίας. Όλες οι ευρωπαϊκές κυβερνήσεις αποτελούνται από υποτακτικούς της Ουάσινγκτων. Είναι εθισμένοι στο να στηρίζουν την πολιτική της Ουάσιγκτον, μη έχοντας δική τους πολιτική μετά τον Δεύτερο Παγκόσμιο Πόλεμο. Ο Τραμπ αναλαμβάνει την άσκηση της πολιτικής σε ένα κόσμο πολύ καιρό κάτω από την επιρροή της CIA. Καθόλου περίεργο ότι ο Τζούλιαν Άσσανζ της Γουίκιληκς και πολλοί άλλοι πληροφορημένοι άνθρωποι λένε ότι η CIA θα δολοφονήσει τον Τραμπ αν δεν μπορέσει να τον φέρει στα μέτρα μιας Δυτικής συμμαχίας οργανωμένης για την εξουσία και το κέρδος των ολίγων.
Ώστε τί μπορεί να κάνει ο Τραμπ;
Υπάρχουν διάφορες εναλλακτικές επιλογές. Ο Τραμπ θα μπορούσε να απολύσει τον διευθυντή της CIA Τζων Μπρέναν, δια του Γενικού Εισαγγελέα, να του απαγγείλει κατηγορία για προδοσία, να αναθέσει στο FBI να εντοπίσει όλους, στις μυστικές υπηρεσίες και στα εκπορνευόμενα ΜΜΕ, που συνέβαλαν και ενθάρρυναν τη σκευωρία εναντίον του εκλεγμένου προέδρου των Ηνωμένων Πολιτειών και να τους προσαγάγει σε δίκη. Αυτός θα ήταν ο καλύτερος και ασφαλέστερος τρόπος για τον Τραμπ να καθαρίσει τον λάκκο των φιδιών που είναι η Ουάσινγκτων. Το να χαρακτηρίζεται «βάλτος» αυτή η φιδοφωλιά είναι καταφυγή σε ευφημισμό.
Μια άλλη επιλογή για τον Τραμπ είναι να διατρανώσει την πρόδηλη αλήθεια ότι, παρά τους ισχυρισμούς της CIA και της πορνοδημοσιογραφίας, για οποιεσδήποτε υποκλοπές μηνυμάτων συνέβησαν, την ευθύνη δεν έχει ο Τραμπ και η Ρωσία, αυτές που είναι υπεύθυνες είναι οι μυστικές υπηρεσίες που φάνηκαν ανίκανες να το εμποδίσουν. Η ερώτηση-κεραυνός του Τραμπ στις CIA, NSA, FBI είναι: Ώστε ξέρατε ότι οι Ρώσοι μας κατέγραφαν και δεν το εμποδίσατε; […]Αυτό που πράγματι εννοώ είναι πως η CIA είναι μια καθιστή πάπια μπροστά στο τουφέκι του Τραμπ.
Εχει κάθε λόγο να καταργήσει αυτή την υπηρεσία που πάντοτε λειτούργησε για λογαριασμό στενών συμφερόντων. Στο βιβλίο του «Οι Αδελφοί», ο Στέφεν Κίνζερ τεκμηριώνει την χρησιμοποίηση της CIA και του Στέητ Ντηπάρτμεντ προς όφελος των πελατών της Δικηγορικής Εταιρείας των αδελφών Φόστερ και Άλαν Ντάλες, (Υπουργού Εξωτερικών και διοικητή της CIA). Η CIA δεν υπηρετεί κανένα αμερικανικό σκοπό, μόνο τις ιδιωτικές υποθέσεις της άρχουσας τάξης, που είναι οι πραγματικοί αξιοθρήνητοι και που χρησιμοποιούν διεφθαρμένες Δυτικές κυβερνήσεις για να εξασφαλίσουν όλο το εισόδημα και τον πλούτο σε λίγα άπληστα χέρια».
Σημαντικοί, λοιπόν, εκφραστές παγκόσμιων κυριαρχικών συμφερόντων, θιασώτες του κοσμοπολιτισμού, των επιτευγμάτων της παγκοσμιοποίησης, των ανοικτών συνόρων, δεν καταλογίζουν στο «αντίπαλο» δέος μόνο ανωριμότητα, στοιχεία οπισθοδρόμησης, ανεπάρκεια, αλλά το εμφανίζουν ως το «απόλυτο κακό». Για να πείσουν σ’ αυτήν την αντιπαράθεση προτάσσουν τον ορθό λόγο τον οποίο θεωρούν ιδιοκτησιακό τους σκεύος.
Έτσι οι «φωνές του ρεαλισμού» παρουσιάζουν τον κίνδυνο της αναβίωσης των εθνικισμών και τον βαπτίζουν παράταιρο με τα κυριαρχικά συμφέροντα, που εκφράζουν, λες και δεν είναι οι ίδιοι ή οι προκάτοχοί τους που τον προωθούσαν μέσω της εκπαίδευσης, των θρησκειών ή των ΜΜΕ. Το εκσυγχρονιστικό κοσμοπολίτικο σχέδιο τους, απλά, συμπεριελάμβανε απαραιτήτως και την απόρριψη των πεπαλαιωμένων εκδοχών κάθε εθνικισμού, που είχαν οι ίδιοι προηγουμένως καλλιεργήσει και υπηρετήσει και των λεγόμενων «ακραίων και επιθετικών» μορφών του, που πλέον αποτελούσαν βαρίδι στα νέα παγκοσμιοποιητικά βήματα, που είχαν συναποφασιστεί.
Είναι φανερό, ότι οι πολιτικές και οικονομικές ελίτ που συγκρούονται αφ’ ενός δεν έχουν σύνορα, αφ’ ετέρου δεν δείχνουν για την ώρα καμμία διάθεση να υποχωρήσουν ή να συμβιβαστούν. Είναι επίσης αδιαμφισβήτητο γεγονός, ότι η κοινωνική βάση που εκπροσωπούν δεν είναι αμελητέα, αν και διαφορετικής κοινωνικής προέλευσης.
Σύμφωνα με τον καθηγητή του Στάνφορντ Φράνσις Φουκουγιάμα:
«Η αποτυχία της Αμερικάνικης αριστεράς να αντιπροσωπεύσει την εργατική τάξη αντικατοπτρίζεται σε παρόμοιες αποτυχίες σε όλη την Ευρώπη. Η ευρωπαϊκή σοσιαλδημοκρατία συμφιλιώθηκε με την παγκοσμιοποίηση κάποιες δεκαετίες πριν, με την μορφή των κεντρώων πολιτικών του Μπλερ ή του νεοφιλελεύθερου ρεφορισμού που προώθησαν οι Σοσιαλδημοκράτες του Γκέρχαρντ Σρέντερ το 2000.
Αλλά η ευρύτερη αποτυχία της αριστεράς είναι η ίδια με αυτήν πριν από τον Α’ Παγκόσμιο Πόλεμο, όταν όπως το έθεσε ο Βρετανός-Τσέχος φιλόσοφος Έρνεστ Γκέλνερ, ένα γράμμα που στάλθηκε σε ένα γραμματοκιβώτιο με τη λέξη «τάξη» παραδόθηκε κατά λάθος σε ένα με τη λέξη «έθνος».
Το έθνος σχεδόν πάντα υπερκεράζει την τάξη γιατί μπορεί να έχει πρόσβαση σε μια ισχυρή πηγή ταυτότητας, την επιθυμία σύνδεσης με μια οργανική πολιτιστική κοινότητα. Αυτή η λαχτάρα για ταυτότητα εκφράζεται με όχημα την αμερικάνικη εναλλακτική δεξιά, μια μέχρι πρότινος περιθωριοποιημένη ένωση ομάδων που με τον ένα ή τον άλλο τρόπο υιοθετούν τον λευκό εθνικισμό. Αλλά ανεξάρτητα από αυτούς τους ακραίους, πολλοί Αμερικανοί πολίτες άρχισαν να αναλογίζονται γιατί οι κοινότητες τους γεμίζουν με μετανάστες και ποιοι είχαν επιβάλλει ένα σύστημα πολιτικής ορθότητας που δεν επέτρεπε σε κάποιον ακόμα και να διαμαρτυρηθεί για το πρόβλημα».
Ο Φουκουγιάμα υποστηρίζει ότι η εκκωφαντική εκλογική ήττα της Χίλαρι Κλίντον αποτελεί ένα ορόσημο, όχι μόνο για την αμερικάνικη πολιτική σκηνή, αλλά για ολόκληρη την παγκόσμια τάξη, ενώ τονίζει ότι ο «κίνδυνος να διολισθήσουμε σε ένα κόσμο ανταγωνιστικών και οξυμμένων εθνικισμών είναι τεράστιος και αν συμβεί θα πρόκειται για ένα σταυροδρόμι τόσο σημαντικό, όσο και η πτώση του τείχους του Βερολίνου το 1989».
Επισημαίνει ακόμη ότι ο Τραμπ κέρδισε, επειδή κατάφερε να πάρει με το μέρος του τους εργάτες των σωματείων, που είχαν δεχθεί πλήγμα από την αποβιομηχανοποίηση, υποσχόμενος να «κάνει την Αμερική μεγάλη ξανά» αποκαθιστώντας τις χαμένες θέσεις εργασίας. Όμως, ο Τραμπ έλαβε ένα τεράστιο αριθμό ψήφων και από ψηφοφόρους με υψηλό μορφωτικό επίπεδο και υψηλότερο εισόδημα, οι οποίοι δεν είναι τα θύματα της παγκοσμιοποίησης αλλά νιώθουν πως κάποιοι τους πήραν τη χώρα τους. Προσθέτει ότι αυτό ακριβώς συνέβη και με το Brexit, όπου οι υπέρμαχοι της εξόδου ήταν αντίστοιχα συγκεντρωμένοι στην ύπαιθρο και σε μικρές πόλεις εκτός Λονδίνου, στην Γαλλία, όπου οι ψηφοφόροι της εργατικής τάξης που οι γονείς τους και οι παππούδες τους ψήφιζαν κομμουνιστικά ή σοσιαλιστικά κόμματα, ψηφίζουν πλέον το Εθνικό Μέτωπο της Μαρίν Λεπέν, στην Τουρκία όπου ο Ερντογάν, έχει μια ενθουσιώδη βάση στήριξης στη συντηρητική κατώτερη μεσαία τάξη ή και στην Ουγγαρία με τον πρωθυπουργό Βίτορ Όρμπαν, να είναι δημοφιλής οπουδήποτε αλλού εκτός Βουδαπέστης.
Σύμφωνα με τον Φουκουγιάμα, «στις ΗΠΑ, υπήρξε πολιτική αποτυχία από την στιγμή που το σύστημα δεν αντιπροσώπευε όσο θα έπρεπε την παραδοσιακή εργατική τάξη. Το Ρεπουμπλικανικό κόμμα κυριαρχήθηκε από την εταιρική Αμερική και τους συμμάχους της, που είχαν επωφεληθεί από την παγκοσμιοποίηση, ενώ το Δημοκρατικό κόμμα μετατράπηκε στο κόμμα των πολιτικών της ταυτότητας: ένας συνασπισμός γυναικών, Αφροαμερικανών, Ισπανόφωνων, οικολόγων και της LGBT κοινότητας, που δεν εστίαζε πλέον σε οικονομικά θέματα».
Ο σφοδρός ανταγωνισμός ανάμεσα στις συνασπισμένες οικονομικές και πολιτικές ελίτ της κυριαρχίας, λοιπόν, δεν αφορά τις «λεπτομέρειες» της νέας παγκόσμιας τάξης, έτσι όπως αυτή παρουσιάστηκε μετά το 1989, αλλά ουσιώδη «προβλήματα» που δεν μοιάζουν να μπορούν να λυθούν αναίμακτα, ούτε με μικρές υποχωρήσεις, αλλά ούτε και με συμβατικές εξισορροπήσεις ζωτικών συμφερόντων όπως παλαιότερα. Ταυτόχρονα, η ταχύτητα των εξελίξεων σε κάθε τομέα δεν καθιστά απλά αμφίβολη την «στασιμότητα», αλλά αδιανόητο σενάριο.
Επομένως, κάθε άλλο σενάριο «επιστημονικής φαντασίας» θα πρέπει να θεωρείται ενδεχόμενο.
Όσο εφιαλτικό και αν ακούγεται κάτι τέτοιο…
Συσπείρωση Αναρχικών
Δημοσιεύθηκε στην ΔΙΑΔΡΟΜΗ ΕΛΕΥΘΕΡΙΑ, φ. 168, Φεβρουάριος 2017