Η Εξουσιαστική Ρητορική της Ασφάλειας, τα «Δώρα» και τα Ανταλλάγματα
Πολύ πριν από την ιδέα του Πανοπτικού, ενός κτηρίου – φυλακή, απ’ τον Άγγλο φιλόσοφο και νομικό Jeremy Bentham τον 18ο αιώνα, η ιδέα του πλήρους ελέγχου εγκλείστων – φυλακισμένων με όσο το δυνατόν λιγότερους φύλακες είχε ήδη εφαρμοστεί, αρκετούς αιώνες πριν, στα λοιμοκαθαρτήρια. Ο αρχιτεκτονικός σχεδιασμός και η υλοποίηση των λοιμοκαθαρτηρίων είναι τέτοιος, που ουσιαστικά μπορούν να θεωρηθούν πρόγονοι του Πανοπτικού. Τα αρχιτεκτονικά σχέδια του Bentham ήταν βασισμένα στην παρακολούθηση κρατουμένων, χωρίς, όμως, αυτοί να ξέρουν ποια στιγμή παρακολουθούνται, μέσω ενός κεντρικού σημείου ελέγχου, το οποίο θα είχε οπτική πρόσβαση σε όλους όσους βρίσκονταν στο κτήριο-φυλακή.
Με αυτό τον τρόπο, λίγοι φρουροί θα μπορούσαν να παρακολουθούν μεγάλο αριθμό κρατουμένων, ελαχιστοποιώντας έτσι και τα λειτουργικά έξοδα. Ο γενικός σχεδιασμός του κτηρίου του Bentham αποτελείται από ένα κυκλικό κτίσμα, μέσα στο οποίο βρίσκονται τα κελιά της φυλακής και από έναν κεντρικό πύργο, όπου γίνεται ο έλεγχος όλου του οικοδομήματος. Η αλλαγή που έφερε η ιδέα του Bentham, στην εξουσιαστική υπόθεση του ελέγχου και της φυλάκισης, ήταν ριζοσπαστική. Το Πανοπτικό, σύμφωνα με τον Bentham, μπορεί να εφαρμοστεί «χωρίς εξαίρεση, σε όλες τις εγκαταστάσεις στις οποίες ένας αριθμός ανθρώπων θα τεθεί υπό επιτήρηση, σε έναν χώρο όχι πολύ μεγάλο για να καλυφθεί από κτήρια. Όσο διαφορετικός ή αντίθετος και να είναι ο σκοπός: είτε για να τιμωρηθούν οι αδιόρθωτοι, να φυλαχθούν οι άφρονες, να αναμορφωθούν οι φαύλοι, να επιβεβαιωθούν οι ύποπτοι, να εργαστούν οι άεργοι, να διατηρηθούν οι αβοήθητοι, να τύχουν περίθαλψης οι άρρωστοι, είτε για να διδαχθούν οι πρόθυμοι σε κάθε κλάδο της βιομηχανίας, ή να εκπαιδευτεί η ανερχομένη γενιά στο δρόμο της εκπαίδευσης: με μια λέξη, είτε να εφαρμοστεί στους αιώνιους φυλακισμένους στο δωμάτιο του θανάτου, είτε στους προφυλακισμένους που περιμένουν τη δίκη, είτε σε αναμορφωτήρια, είτε σε κάτεργα, είτε σε βιοτεχνίες, είτε σε τρελοκομεία, είτε σε νοσοκομεία, είτε σε σχολεία».
Το μπουντρούμι, το οποίο περικλείει, χαρακτηρίζεται από το σκοτάδι και την απόκρυψη. Το Πανοπτικό συνεχίζει να περικλείει όπως το μπουντρούμι, αλλά το σκοτάδι μετατρέπεται σε φως και η απόκρυψη σε πλήρη ορατότητα. Το επιτηρούμενο άτομο νιώθει μια στρεβλή αίσθηση ελευθερίας μέσα στο Πανοπτικό κλουβί, αφού δεν αντιλαμβάνεται άμεσα πως επιτηρείται, δεν νιώθει την ανάσα του φρουρού και μπορεί να μην έχει καν άμεση οπτική επαφή με αυτόν, αλλά ο φρουρός να έχει μαζί του. Το επιτηρούμενο άτομο, γνωρίζοντας ότι βρίσκεται σε μια φυλακή και πως ο έλεγχος είναι παντού, αν και έμμεσα ορατός, στην ουσία αυτοπειθαρχείται χωρίς περαιτέρω απειλές και καταστολή. Ουσιαστικά το άτομο που υποβάλλεται σε Πανοπτικού τύπου έλεγχο, δεν γνωρίζει πότε ακριβώς επιτηρείται, αλλά, συγχρόνως, ξέρει πως είναι άμεσα ορατό από την Αρχή της επιτήρησης. Η εφαρμογή του παραπάνω μοντέλου δεν περιορίζεται μόνο στις φυλακές· έχει εφαρμογή σε σχολεία, σε νοσοκομεία, σε ιδρύματα, εργοστάσια κ.λπ.
Αριστερά το Πανοπτικό του Bentham και δεξιά το λοικαθαρτήριο της Αίγινας
Όπως αναφέρθηκε και στην αρχή, πολύ πριν από την ιδέα του Bentham ο πρόγονος του Πανοπτικού είχε εφαρμοστεί στις εποχές της πανώλης, με την κατασκευή των λοιμοκαθαρτηρίων. Δεν γνωρίζουμε αν ο ίδιος είχε εμπνευστεί από το αρχιτεκτονικό στήσιμο των προγενέστερων λοιμοκαθαρτηρίων, όμως σίγουρα η ιδέα του έχει εμπνεύσει την εξουσία στην υπόθεση του ελέγχου, της πειθαρχίας και της καθυπόταξης των ανθρώπων. Τα σχέδια του Bentham έχουν πολλά κοινά στοιχεία με τα αρχιτεκτονικά σχέδια των λοιμοκαθαρτηρίων. Τα λοιμοκαθαρτήρια συνήθως είχαν μόνο μια είσοδο. Απέναντι από την είσοδο, σε υπερυψωμένο σημείο ή ακριβώς επάνω από αυτήν, υπήρχε το δωμάτιο του επικεφαλής του λοιμοκαθαρτηρίου. Με αυτό τον τρόπο ο επικεφαλής μπορούσε να ελέγξει την πρόσβαση, καθώς και οποιαδήποτε κίνηση εντός του κτηρίου. Περιμετρικά βρίσκονταν τα κελιά στα οποία ο επικεφαλής είχε άμεση οπτική επαφή. Έτσι, ο φρουρός είχε οπτική επαφή με τους έγκλειστους, αλλά οι ίδιοι δεν ήξεραν αν τη δεδομένη στιγμή τους επιτηρούσαν. Η αρχιτεκτονική του κτηρίου και η δομή του χώρου ήταν άκρως εξουσιαστική και είχε ως χαρακτηριστικό την εφαρμογή της απόλυτης πειθαρχίας. Η είσοδος σ’ ένα τέτοιο χώρο προϊδέαζε το άτομο για την δομή της εξουσίας και για την υποτελή του θέση μέσα σ’ αυτόν. Για το λόγο αυτό, το λοιμοκαθαρτήριο της Κεφαλονιάς, στα τέλη του 18ου αιώνα, χρησιμοποιήθηκε ως στρατόπεδο της βενετικής διοίκησης.
Το σύγχρονο Πανοπτικό χωρίς κάγκελα και φύλακες
Η έννοια του ελέγχου φαίνεται ιστορικά ότι αναβαθμίζεται σε περιόδους που η εξουσία τις βαφτίζει ως «περιόδους κρίσης». Τέτοιες «περίοδοι κρίσης» ήταν οι επιδημίες πανώλης, οι πόλεμοι, οι οικονομικές κρίσεις, η περίοδος από την 11η Σεπτεμβρίου και έπειτα κλπ. Μια τέτοια περίοδος κρίσης είναι και αυτή εδώ, όπου με αφορμή πάλι μια επιδημία, η εξουσία επιταχύνει τους σχεδιασμούς της σε πολλά ζητήματα, αναδιαρθρώνεται και αναβαθμίζεται σε πολλούς τομείς, όπως και στον τομέα του ελέγχου.
Από την Πανώλη στον Κορωναϊό.
Ο απόλυτος έλεγχος των λοιμοκαθαρτηρίων από τον 16ο αιώνα, μαζί με τις καραντίνες, τους αποκλεισμούς περιοχών και πληθυσμών, δίνουν την σκυτάλη στην ιδέα του Πανοπτικού και στην επιπλέον εμπεριστατωμένη μελέτη του απόλυτου ελέγχου, με αρχιτεκτονικά σχέδια και ψυχολογικές αναλύσεις, όλα βασισμένα στις προηγούμενες εμπειρίες αιώνων, οι οποίες αφορούσαν στη διαχείριση της πανώλης. Σήμερα, μέσω της ασθένειας του κορωναϊού, η εξουσία εξελίσσει την εμπειρία των προηγουμένων αιώνων και το Πανοπτικό, πλέον, δεν χρειάζεται κτήρια-φυλακές όπου μαζικά θα ελέγχονται οι έγκλειστοι. Μέσω της τεχνολογίας, το κάθε σπίτι, όπως και το κάθε σώμα, μετατρέπεται σε φυλακή με την άνευ όρων συγκατάθεση του ατόμου. Τμηματικά ο άνθρωπος εκχωρεί κομμάτια απ’ το σπίτι του, απ’ το σώμα του, απ’ τις κινήσεις του, εκχωρεί πληροφορίες σε τρίτους για τις συνήθειές του, για την ψυχολογική και σωματική του κατάσταση χάνοντας τμηματικά, κομμάτια από την προσωπικότητά του και όλα αυτά με ευχαρίστηση και ανακούφιση.
Ευχαρίστηση, είτε για την εφήμερη δημοφιλία, είτε γιατί αυτή η συνθήκη είναι το κλειδί, ώστε να μπορεί να συνεχίσει να κάνει πράγματα που έκανε και πριν, για τα οποία) δεν χρειαζόταν να πάρει άδεια από κάποιον ή να δώσει προσωπικές πληροφορίες ώστε να συνεχίσει να τα κάνει, κυνηγώντας, έτσι, την χαμένη κανονικότητα του παρελθόντος, εντάσσοντάς την σε ένα εξιδανικευμένο πλαίσιο, χωρίς να έχει πολλά περιθώρια να αναλογιστεί την τρομοκρατία, ακόμα και αυτής της παρελθοντικής ιδεατής καθημερινότητας.
Ανακούφιση, γιατί ο άνθρωπος αυτός, επιλέγει μια εξ αποστάσεως επικοινωνία και νιώθει ότι μπορεί να την διαχειριστεί καλύτερα σε σχέση με την φυσική και άμεση επικοινωνία. Επιπλέον, νιώθει πως με αυτό τον τρόπο όχι μόνο μένει ασφαλής, αλλά είναι ευαίσθητος κοινωνικά προστατεύοντας τους γύρω του και εν τέλει αυτοπροσδιορίζεται εντός του κοινωνικού συνόλου. Όλα στο φως, λοιπόν, έτσι όπως προστάζουν οι επιταγές του Πανοπτικού, χωρίς ανήλιαγα μπουντρούμια αλλά με πλήρη ορατότητα. Μόνο που το φως και η πλήρης ορατότητα μπορεί να είναι μια ευχάριστη συνθήκη για τον επιτηρούμενο, αλλά είναι επίσης ζωτικής σημασίας για την δουλειά του επιτηρητή. Όσες περισσότερες πληροφορίες δίνει ο επιτηρούμενος, τόσο πιο όμορφα και άνετα μπορεί να αισθάνεται στην καθημερινότητά του, αλλά μαζί με αυτά άλλο τόσο εκχωρεί κομμάτια του στην εξουσία, για να μπορεί να συνεχίσει να έχει μια «κανονικότητα», μια καθ’ υπόδειξη «φυσιολογική» ζωή.
Το Πανοπτικό, λοιπόν, είναι εδώ και συγκεκριμένα εντός μας. Εντός του σπιτιού, της δουλειάς και εντός της αντίληψής μας. Η έννοια του ιδιωτικού και του δημόσιου, μέσω της αφορμής της ασθένειας του κορωναϊού, έχει αλλάξει. Το δημόσιο συνδέεται με το προσωπικό και για να έχει κάποιο άτομο «άνετη» δημόσια ζωή, οφείλει να εκχωρήσει ιδιωτικές πληροφορίες. Πράγματα απλά, όπως μια βόλτα στο δρόμο και ένας καφές, που πριν από λίγο καιρό δεν χρειάζονταν πιστοποιήσεις και εκχώρηση προσωπικών πληροφοριών, τώρα θεωρούνται, όχι απλά λογικά, αλλά φυσιολογικά στο να τα δικαιούται(!) μόνο το άτομο που είναι πιστοποιημένο. Το φυσιολογικό, δηλαδή, με την έννοια ότι τα πράγματα πλέον δεν εντάσσονται σε μια λογική άλλα σε μια φυσικότητα, σαν δηλαδή να ήταν έτσι από πάντα, οφείλεται στην τεράστια δύναμη της αίσθησης της ασφάλειας. Της ασφάλειας σχετικά με την ασθένεια και κατ’ επέκταση με τον φόβο για την απώλεια της ζωής. Ενώ, λοιπόν, η ασφάλεια και ο φόβος για την απώλεια της ζωής είναι φυσικά ένστικτα και απολύτως σεβαστά, έχουν στρεβλωθεί πλήρως από το κράτος, το οποίο, ποντάροντας στον φόβο για την ζωή, μπολιάζει μια στρεβλή εικόνα για το τι είναι ασφαλές και τι όχι και ορίζει αυτό τι είναι ασφαλές και τι όχι, διαλύοντας έτσι το παραπάνω φυσικό ένστικτο. Με αυτό τον τρόπο παραμορφώνει την ασφάλεια και παίρνει στα χέρια του αυτό που μέχρι πρόσφατα ήταν αποτέλεσμα προσωπικών διεργασιών, προσωπικής επιλογής και ελεύθερης βούλησης. Έτσι, η λογική του κράτους για την ασφάλεια του καθενός μας και οι τρόποι που μπορούμε να την αποκτήσουμε, παίρνει διαστάσεις φυσιολογικές, δηλαδή της μιας και μοναδικής από πάντα αλήθειας.
Η καθημερινή δημόσια ζωή, πλέον, πρέπει να πιστοποιείται για να συνεχίσει να υφίσταται. Ο άνθρωπος, με το αντίτιμο της ασφάλειας του, παραχώρησε στο κράτος την ελευθερία της βούλησης του. Πλέον δεν παίζει κανένα ρόλο αν κάποιος νιώθει ασφαλής και επιθυμεί να ασφαλίσει και τους γύρω του. Όταν δεν μπορεί να πιστοποιηθεί ή δεν είναι συμβατός με αυτό που θεωρεί το κράτος ως ασφάλεια, τότε το άτομο αυτό θεωρείται επικίνδυνο για την δημόσια υγεία και πρέπει να απομονωθεί από την δουλειά και την καθημερινότητά του. Το κράτος, πλέον, μπορεί να ορίσει τι είναι και τι δεν είναι ασφαλές, όπως ορίζει τις ιδιωτικές πληροφορίες που κάποιο άτομο θα δώσει, ώστε να έχει μια «κανονική» ζωή και «προνόμια», που κάποτε δεν νοούνταν ως τέτοια, άλλα ως στοιχεία της καθημερινότητάς του.
Εξέγερση ενάντια στον θαυμαστό νέο κόσμο της εξουσίας
Το Πανοπτικό εμπεριέχει την στρεβλωμένη έννοια της ασφάλειας και εντός του το κράτος εγγυάται στο άτομο την ασφάλεια που τόσο επιθυμεί, καθώς και ότι θα μπορεί να δουλέψει, θα διασκεδάσει, θα επικοινωνήσει, θα έχει δηλαδή μια «φυσιολογική» ζωή όπως και πριν. Έξω από αυτό παραμονεύει η ανασφάλεια, η αναζήτηση της ταυτότητάς του και ο φόβος για την ζωή και όλα τα παραπάνω «προνόμια» της καθημερινότητας δυσκολεύουν μέχρι που απαγορεύονται τελείως, ενώ τα άτομα που κινούνται εκτός αυτού του πλαισίου θεωρούνται αντικοινωνικά, κίνδυνος για την δημόσια υγεία, ψεκασμένοι κ.λπ. και αντιμετωπίζονται ως παραβάτες. Το επιτηρούμενο άτομο είναι ελεύθερο να κινηθεί μόνο με τις ανάλογες πιστοποιήσεις από έναν αόρατο επιτηρητή που, όπως και στο Πανοπτικό, μπορεί να το δει, μπορεί να το ξέρει, αλλά το επιτηρούμενο άτομο δεν τον έχει δει ποτέ του. Έτσι, αυτοπροσαρμόζεται στις όλο και περισσότερες νέες οδηγίες – διαταγές για την κατάκτηση της «κανονικότητάς» του και αυτοκαταστέλεται, χωρίς το κράτος να χρειάζεται μια φυσική παρουσία φύλακα – φρουρού για να το καταστείλει. Το δέλεαρ της «κανονικότητας» πάντα ήταν το καλύτερο όπλο της εξουσίας απέναντι στους εξουσιαζόμενους. Η ενοποίηση των ταυτοτήτων με τα υγειονομικά και εμβολιαστικά πάσο και η σταδιακή επέκταση αυτής της διαδικασίας με επιπλέον πληροφορίες, οι ηλεκτρονικές πλατφόρμες καταχώρησης προσωπικών δεδομένων, η τηλεργασία και η ηλεκτρονική επικοινωνία, που τείνει να αντικαταστήσει την φυσική και που με αφορμή τον κορωναϊό απέκτησε τεράστιες διαστάσεις, τα sms μετακίνησης, οι καραντίνες στην ασφάλεια των σπιτιών, ο διαμοιρασμός προσωπικών πληροφοριών μέσω κοινωνικών δικτύων και τόσα άλλα, είναι οι νέες φυλακές εκπαίδευσης και συμμόρφωσης στον θαυμαστό καινούργιο κόσμο που βρωμάει μοναξιά, αποξένωση, μιζέρια και είναι κούφιος από ζωή, όπως ένα ταριχευμένο ζώο. Απέναντι σ’ αυτή την νέα διαμορφούμενη «κανονικότητα» που συνθλίβει την ελευθερία της βούλησης, αποξενώνει και δημιουργεί υπηκόους αντίγραφα, οφείλουμε ως ελεύθεροι άνθρωποι να αντισταθούμε. Να δημιουργήσουμε συντροφιές, πυρήνες, ομάδες, παρέες, συλλογικότητες και κοινότητες, οι οποίες όχι μόνο να αποτελούν οάσεις μέσα στην ισοπέδωση της εξουσίας, αλλά και να αντιστέκονται. Η νέα διαμορφούμενη πραγματικότητα, που τόσο ευαγγελίζονται οι εξουσιαστές, είναι η εξέλιξη του Πανοπτικού μοντέλου, χωρίς κάγκελα, χωρίς φύλακες, και αυτό γιατί το σπίτι, το σώμα και το πνεύμα αντικατέστησαν την λειτουργία της φυλακής, με αντάλλαγμα μια στρεβλή, εξουσιαστική ιδέα για ασφάλεια και ζωή, που χωρίς εξέγερση οδηγεί στο θάνατο, ενώ το άτομο νομίζει πως ακόμα ζει.
Ελευθερόκοκκος
ΠΗΓΗ: anarchypress.wordpress.com