Η νοσταλγία του περιθωρίου. Του Φώτη Θαλασσινού

Λέτε να συναντήσω εκείνο το τεκνό που μ’ ερωτεύτηκε; Το απόγευμα θα πάω πάλι στο καφέ που διασταυρώθηκαν τα βλέμματα μας. Το δικό του γεμάτο ερωτικά συναισθηματικά καλέσματα, το δικό μου ψυχρότερο και πιο θηρευτικό, λάγνο και ηδυπαθές. Θέλω να ζήσω λίγο περιθώριο στην Κω. Και δεν υπάρχουν τέτοιοι χώροι. Μ’ έχει φλομώσει ο καθωσπρεπισμός. Μιλάω μερικές φορές τον άμεσο πορνογραφικό λόγο που μ’ αρέσει και οι άλλοι συναινούν, γελάνε στην ελευθερία που τους δίνω. Δεν έχουν καμμιά πρόθεση να μ’ ακολουθήσουν. Είναι σαν να τους εκτονώνω. Σαν ν’ αποσύρω από πάνω τους τις οδηγίες του πολιτισμού. Είμαι ένας απολίτιστος, πρώτη φορά άκουσα για την αστική ευγένεια πριν ένα μήνα, μου μίλησε γι’ αυτή ο φίλος μου Δημήτρης. Και τώρα έφυγε στην Αθήνα. Αναρωτιέμαι σκέφτεται καθόλου την μοναξιά του λόγου και του βίου μου να απλωθούν στις περιοχές του «στιγματισμένου», της διάρρηξης των στερεοτύπων, της «έκλυτης» ζωής;
Διψάω πολύ την επιστροφή στην Αθήνα, δεν την βλέπω να γίνεται. Έχω τον σκύλο μου και την αγάπη μου σ’ αυτόν εδώ πέρα στην Κω. Δεν πρόκειται να φύγω. Το βλέμμα του πάνω μου είναι το πιο ακριβό πράγμα που έχω στη ζωή μου. Η λύπη του, όταν εκδηλώνεται, μοιάζει η πιο ανυπεράσπιστη λύπη, τρέχω να του την διώξω. Αυτό το ζώο με χρειάζεται και μερικές θυσίες αξίζει να γίνονται ακόμη και για φαινομενικά διαχειρίσιμες καταστάσεις. Και επειδή ακριβώς θα μείνω, θέλω να βρω το ξέφωτο μου, εκεί που καταλήγουν όλοι οι κουρασμένοι του πολιτισμού και αναγαλλιάζουν με τις εκτροπές τους απ’ αυτόν. Οι γλυκές παννυχίδες των πιο ωραίων του νησιού. Δεν μπορεί, κάπου θα υπάρχουν τέτοιοι άνθρωποι. Έχω εντοπίσει κάποιους, που πάνω στο πρόσωπο τους και τα σημάδια στο σώμα τους, ρυτίδες σαν παράξενη γραφή που ιστορεί ζωές απίθανες, γι’ αυτούς θ’ αφηγηθώ. Θυμάμαι τον Παναγιώτη, τότε που δούλευα στο βιβλιοπωλείο του πατέρα μου, πολύ νέος ακόμη, είχε μάθει ότι έγραφα και μου έφερε κάτι ποιήματα του να διαβάσω. Μου άρεσαν πολύ μες στην αφέλεια τους. Όλα μιλούσαν για την ομοερωτική αγάπη, άνισος λόγος , σε αποζημίωνε με τις κορυφώσεις του. Είχε μια αγωνία ο Παναγιώτης όταν μου μιλούσε. Ήταν ως τότε ομοφυλόφιλος άντρας με γυναικομαστία. Τον έβλεπα και λυπόμουν τον εαυτό μου. Τί έκανα τόσο νέος στο νησί; Την απάντηση θα την έδινα δυο τρία χρόνια μετά με το φευγιό μου στην Αθήνα. Κάποτε, ύστερα από χρόνια, στο ίδιο πάντα βιβλιοπωλείο, με πλησίασε μια πανέμορφη γυναίκα και με ρώτησε, με θυμάσαι; Ήταν ο Παναγιώτης. Νομίζω ζει ακόμη στον νησί. Άνθρωποι σαν κι αυτήν, σε ποια σπίτια να μαζεύονται, σε ποιες μπυραρίες να τα πίνουν; Ανενημέρωτος παραμένω, έλειπα τόσα χρόνια απ’ την Κω, απαντέχω στην αρπαγή μου και την ξενάγησή μου στην μυστική πλευρά της.
Δίπλα στο καφέ που συχνάζω είναι η αστυνομία. Έχει ένα μανάρι στην μικρή ομάδα των ειδικών δυνάμεων. Ο πιο ωραίος άντρας σ’ όλη την Κω, για να μην πω σε όλη την Ελλάδα. Αν υιοθετούσα παραβατική συμπεριφορά, θα μπορούσα να κερδίσω μια σύλληψη για να βρισκόμουν πιο κοντά στον επιβήτορα μου. Και ίσως εξαγόραζα την ποινή, προσφέροντας του σεξουαλικές υπηρεσίες. Πάει καιρός που έχω να τον δω. Ίσως γι’ αυτό δεν ξεκολλάω απ’ το καφέ. Είναι αυτές οι δύο περιπτώσεις αντρών, μ’ έχουν στοιχειώσει. Αν είναι να επανεμφανιστούν, σαν τα φαντάσματα που επιμένουν να περνάνε μέσα απ’ τα ίδια μέρη, εκεί και θα τους ξαναδώ. Το στέκι μου έχει πια σφραγιστεί, είναι η εκκίνηση της νέας μου περιθωριακής ζωής. Έχουν αφήσει τα ενεργειακά τους αποτυπώματα, αυτοί οι δύο άντρες, με πεισματάρικα ίχνη, είναι για την αληθινή μου φαντασία ωσεί παρόντες. Γνωρίζω για τον πρώτο την καρέκλα που κάθισε, και για τον αστυνομικό τους χώρους που περπάτησε, όλα τα θηλυκά στο πέρασμα του είχαν μείνει άφωνα. Κι εγώ σαν αποσβολωμένος, μετρούσα με το ξεμυάλισμα απ’ το ποθοπλάνταγμα μου, την άπειρη καύλα της στιγμής.
Για να μπεις στο περιθώριο, πρέπει να εξέλθεις από τον δημόσιο χώρο των κανονικών, να εισέλθεις στο λυκόφως της εναλλακτικής ύπαρξης. Σ’ αυτή την σκιά οι διαφοροποιήσεις είναι ο νέος κανόνας. Αν θαυμάζεις της αστική φθορά στην αρχιτεκτονική περισσότερο απ’ την ομορφιά του νεόδμητου κτηρίου, βρίσκεις νόημα στην ακρόαση και την θέαση προϊόντων πολιτισμού απ’ το χώρο του trash, το σκουπίδι είναι απροκάλυπτα αληθινό, ακόμη και αν ενοχλεί, η συστημική και πολιτισμένη πλευρά των μεσών μαζικής ενημέρωσης είναι κυρίως πολύ μακριά απ’ την αλήθεια και δευτερευόντως απ’ την αυθεντικότητα, αν θέλγεσαι απ’ τους ανθρώπους με τα παλαιικά ρούχα, τους ρακένδυτους, τους βρώμικους, απ’ αυτούς που όζουν σαν την μυρωδιά του ταγκού τυριού, απ’ τους παρενδυτικούς των ρευστών φύλων και των σεξουαλικών αποκλίσεων, τότε σίγουρα θέλεις να εμφιλοχωρήσεις στο χώρο τους. Είσαι ένας απ’ αυτούς, σε έχουν άδολα προσεταιριστεί και υπάρχουν για να σε σώσουν απ’ τον πολιτισμό, τον κομφορμισμό και την παραμορφωτική επήρεια δυνάμεων. Δυνάμεις που εκπορεύονται απ’ την ευχή να σε κατασκευάσουν εντελώς προβλέψιμο. Οι περιθωριακοί κυνηγιούνται, σαν υποκουλτούρες και αντικουλτούρες, αμαυρώνεται η δημιουργική δραστηριότητα τους, ό,τι δεν έχει καταφέρει να υφαρπάξει ο καπιταλισμός, να το κάνει κολίγο του, είναι ανεπιθύμητο. Η σεξουαλική απελευθέρωση είναι επικίνδυνη, στο βαθμό που ερμηνεύεται σαν πράξη αμφισβήτησης των πολιτικών ταγών. Η αλογόκριτη πρόσβαση στην ηδονή, ή στον αντίποδα και στο πνεύμα, διδάσκει τον αναρχισμό μ’ εμπειρικές μεθόδους.
Αν έχω πετύχει κάτι εδώ στην Κω, αυτό είναι περιστασιακές σχέσεις με κάποιους περιθωριακούς. Σχέσεις που ενεργοποιούνται στον δρόμο, αν τύχει και ανταμώσω με κάποιον απ’ αυτούς. Η αλήθεια είναι πως δεν θέλω να μπω στο περιθώριο μόνο και μόνο επειδή ανήκω σ’ αυτό. Ένας άλλος λόγος είναι γιατί στους μυχούς του αισθάνομαι πάντα εμπνευσμένος, πάντα έχω τους ήρωες μου για να περιγράψω. Ποτέ δεν είμαι ο κομπάρσος, τώρα με τους ατσαλάκωτους έχω χάσει τον οίστρο μου. Δεν έχω πια τραγούδια για να μοιραστώ μαζί σας. Είναι μια ανία η ζωή κοντά σ’ αυτούς που τοξικά σε αφαιμάσσουν. Βρίζουν μπροστά σου όλα αυτά που είσαι, κρατάνε μούτρα για την ύπαρξη σου, για να μην μείνεις μόνος σου υιοθετείς συμβιβαστικές θέσεις, τρόπους ζωής για να τους κατευνάζεις. Η αλλοτρίωση σου είναι δεδομένη, όταν πολυκαιρίζει η ενδοτικότητα, γίνεται μια συνήθεια να ζεις μ’ αυτούς που την προκάλεσαν. Αυτή η απαντοχή, έγραψα και πιο πάνω, τώρα μοιάζει πιο πολύ με φρούδες ελπίδες. Αγαπημένο περιθώριο, η ανοιχτωσιά σου δεν συγκρίνεται με κανενός άλλου τόπου. Χωράς μέσα σου τόσες φυλές ανθρώπων, σ’ όσες ο Χίτλερ έκανε πογκρόμ και ζέσταινε τους φούρνους του.
Άλλο ένα απόγευμα στο καφέ Κασέτα ετοιμάζεται. Θέλω να μπλέξω, να παραφερθώ, να εξευτελιστώ, να νιώσω εξόριστος από τον κύκλο των συνετών. Πρέπει να πιεστώ, να αποτάξω την επιβεβλημένη άριστη και δάνεια διαγωγή μου. Να αναφανεί η αγοραία και παλιά μου. Να γίνει λόγος η πορνογραφική μου λατρεία για τα πέη. Έστω σύνθημα, αυτό που κάνουμε με τη γλώσσα και το μάγουλο, νοηματικό σήμα για την πίπα. Αλήθεια πως κουράστηκα. Πάνε μέρες που γράφω διαπρύσιος και σαν τολμηρός, θα κάνω εκείνο και το άλλο και το πιο πέρα. Και μένω άπραγος. Να μασάω το παρελθόν. Το γράψιμό μου διαφορετικές καλειδοσκοπικές ματιές σ’ αυτό. Γι’ αυτό και σώζονται τα κείμενα. Κάθε αναδιήγηση φωτίζει διαφορετικά τα ίδια πράγματα. Τα παραλλάσσει τελικά, τα μετασχηματίζει, επιτοκία νέας πλάσης… διαρκώς. Πολλοί έχουν πει πως ο συγγραφέας γράφει ένα βιβλίο στη ζωή του. Τα υπόλοιπα είναι μετωνυμίες αυτού που αναγνωρίζει ως πρωτόλειό του Οι πειραματιστές δεν είναι το συνηθισμένο. Ο νόμος είναι η επανάληψη. Δεν ασχολούμαι με μετωνυμίες. Πιο πολύ με την ανοικείωση. Θαρρώ πως προσπαθώ να βρω νέες διαδρομές, ανεξερεύνητες, για τους πολλούς δύσβατες και εχθρικές, για μένα πρόκληση να καταυγάσω, να σκάψω την παρθένα περιοχή κάθε πράγματος. Γράφοντας, θα βρεθώ να πράττω και αλλιώς.
Κείμενο: Φώτης Θαλασσινός.
ΠΗΓΗ: anemosantistasis.blogspot.com