ΗΠΑ: Η χώρα των δύο κόσμων ΔΗΜΗΤΡΗΣ ΚΟΥΛΑΛΗΣ
Aπ’ τους ισολογισμούς των εταιρειών της Silicon Valley στα χαρτοκιβώτια των “ηττημένων” του αμερικανικού ονείρου και τους νεκρούς αστέγους της Ουάσινγκτον.
Απ’ τα συσσίτια , στους πραγματευτάδες του θανάτου και από εκεί στην κρίση με το Ιράν. Πώς σχετίζονται όλα αυτά; Ακολουθούν οι απαντήσεις…
«Η μεγαλύτερη αλλαγή στη φορολογία εδώ και τρεις δεκαετίες, ο νόμος που μείωσε τον φορολογικό συντελεστή για τις μεγάλες επιχειρήσεις, ως μέρος της προσπάθειας της κυβέρνησης Τράμπ να προσελκύσει περισσότερες επενδύσεις στις ΗΠΑ -είχε ως αποτέλεσμα- οι τελευταίες να καταβάλουν λιγότερους φόρους απ’ ό, τι αναμενόταν τον Δεκέμβριο του 2017, όταν ο Αμερικανός Πρόεδρος υπέγραφε το σχετικό νομοσχέδιο».
Σ’ αυτό το συμπέρασμα κατέληγαν οι TNYork Times σε πρόσφατο άρθρο τους, επιχειρώντας μια σύντομη αποτίμηση των οικονομικών πεπραγμένων τού πρόσφατα παραπεμφθέντος για κατάχρηση εξουσίας Προέδρου των ΗΠΑ. Στο ίδιο άρθρο, οι J. Drucker και J. Tankersley σημείωναν ότι τα αρνητικά για το δημόσιο ταμείο αποτελέσματα της εν λόγω μεταρρύθμισης (TCJA) θα είναι εμφανή, έτι περισσότερο, το 2020, χρονιά κατά την οποία αναμένεται το έλλειμμα του προϋπολογισμού να φτάσει τα 1 τρισ. δολάρια.
Είναι αλήθεια, αναφέρουν οι Τimes, ότι ήδη από τις αρχές του 2018, ανώτεροι αξιωματούχοι του αμερικανικού Υπουργείου Οικονομικών δέχθηκαν ισχυρές πιέσεις από «λομπίστες» εταιρειών όπως η Anheuser-Busch, η Credit Suisse, η General Electric, η United Technologies, η Barclays, η Coca-Cola, η Bank of America, η UBS, η IBM, η Kraft Heinz, η Kimberly-Clark, η News Corporation, η Chubb, η ConocoPhillips, η HSBC και η American International Group προκειμένου να δημιουργηθούν νομικά «παραθυράκια» που θα τους επέτρεπαν να πληρώνουν ακόμη λιγότερο απ’ ό, τι προέβλεπε ο TCJA, υποστηρίζοντας ότι τα κέρδη τους προέρχονταν από δραστηριότητες εκτός των ΗΠΑ.
Κρίνοντας εκ του αποτελέσματος, τα κατάφεραν. Ακόμη κι αν εκπρόσωποι του Υπουργείου, σαν τον Brian Morgenstern, αρνούνται την άσκηση τέτοιων πιέσεων, η αλήθεια είναι ότι μέσα από μια σειρά «φωτογραφικών» τροπολογιών, το Υπ. Οικ. χάρισε σε πλήθος μεγάλων αμερικανικών και ξένων εταιρειών φόρους επί των υπεράκτιων κερδών τους, ευνοώντας δυσανάλογα το περίφημο 1% του πληθυσμού, όπως σημείωνε τελευταία ο καθηγητής φορολογικού δικαίου στο Παν/μιο του Χιούστον Bret Wells.
Αλλά, ακόμη κι αν κάποιος διακρίνει πολιτικές σκοπιμότητες πίσω από τέτοια δημοσιεύματα (είναι γνωστή, άλλωστε η κόντρα του Tράμπ με το δημοσιογραφικό «καμάρι» της Ν. Υόρκης, βλ. και: Daily Beast, “Trump Flips Out at New York Times, Says It Should ‘Beg’ on Its Knees for His Mercy”), η νέα Έκθεση του Institute on Taxation and Economic Policy έρχεται να καταλήξει (προσθέτοντας επιπλέον στοιχεία) στο ίδιο πόρισμα. Στο συμπέρασμα, δηλαδή, ότι η μείωση κατά 40% του φόρου εισοδήματος εταιρειών απ’ την κυβέρνηση Τράμπ αποτέλεσε «θείο» δώρο για τους κερδοσκοπικούς οργανισμούς που φιγουράρουν στη λίστα του περιοδικού Fortune με τις 500 πιο κερδοφόρες επιχειρήσεις παγκοσμίως.
Σύμφωνα με τα ευρήματα της έρευνας, το 2018, 379 όμιλοι της λίστας πλήρωσαν έναν μέσο φόρο εισοδήματος μειωμένο σχεδόν κατά 50%, με τον συντελεστή να μην ξεπερνά το 11,3% (21% προβλέπει ο TCJA), με τους 91 εξ αυτών, στους οποίους, φυσικά, συμπεριλαμβάνονται μεγαθήρια όπως η Amazon, η Chevron, η Halliburton και η IBM, να μην ξοδεύουν σε φορολογία ούτε ένα σεντ. Ενώ, άλλες 56 επιχειρήσεις γέμισαν το ταμείο της εφορίας με φορολογητέα ποσά, ο συντελεστής των οποίων κυμαινόταν μεταξύ 0% και 5%. Έτσι, φτάσαμε στο σημείο μόνο πέντε εταιρείες: η Bank of America, η J.P. Morgan Chase, η Wells Fargo, η Αmazon και η Verizon να φοροδιαφεύγουν νόμιμα, έχοντας προηγουμένως εξασφαλίσει ελαφρύνσεις που ξεπερνούσαν τα 16 δισ. δολάρια.
Τα Χριστούγεννα του θανάτου
Αλλά, αυτή είναι η μία μόνο όψη της σημερινής Αμερικής. Της Αμερικής των σιδερόφραχτων βιλών απ’ τα μπαλκόνια των οποίων, οι εκπρόσωποι της οικονομικής ελίτ ηδονίζονται μπροστά στη θέα των οροσειρών του χρήματος…
Η άλλη Αμερική είναι αυτοί των περίπου 570 χιλιάδων ανθρώπων (ένας πληθυσμός ίσος με εκείνον των κατοίκων του Oυαϊόμινγκ)· εκείνων που μόνο τους περιουσιακό στοιχείο αποτελεί το σώμα τους και έχουν για σπίτι τους τον δρόμο. Μιλάμε φυσικά για τους άστεγους των αμερικανικών μεγαλουπόλεων, εκείνους που βύθισε εντός της η χαίνουσα άβυσσος του κυρίαρχου οικονομικού μοντέλου.
Μερικοί απ’ αυτούς δεν πρόλαβαν να νιώσουν την, κατά το κοινώς λεγόμενο, «ζεστασιά των Χριστουγέννων» στην καρδιά τους, καθώς αυτή είχε ήδη σταματήσει να χτυπά απ’ το κρύο (κι όχι μόνο)· πεταμένοι και ξεχασμένοι σε κάποιο χαρτόκουτο, κάποιο εγκαταλελειμμένο σπίτι, σε έναν πρόχειρο καταυλισμό.
Στο Λος Άντζελες, 1.000 άστεγοι πέθαναν μέσα σε έναν χρόνο (2018-2019), σχεδόν τρεις άνθρωποι/μέρα, την ώρα που το εκτυφλωτικό φως της λάμψης του Χόλυγουντ και του Μπέβερλι Χιλς κέντριζε την προσοχή των «mainstream» μίντια.
Κατά το έτος που αφήσαμε πίσω μας εδώ και λίγες μέρες, οι κοινωνικοί δείκτες, βάσει των δεδομένων του Τμήματος Στέγασης και Αστικής Ανάπτυξης, κατέγραψαν κατακόρυφη αύξηση των αστέγων, όταν πλείστες σχετικές έρευνες προειδοποιούσαν ότι δεκάδες χιλιάδες άνθρωποι που θα βρεθούν εκτεθειμένοι σε ακραίες καιρικές συνθήκες δεν θα καταφέρουν να επιβιώσουν. Πράγματι, μέχρι στιγμής, στην πρωτεύουσα της χώρας, 117 άστεγοι έχασαν τη ζωή τους, αριθμός σημαντικά αυξημένος σε σχέση με τους 54 του 2018. Παρόμοια εικόνα συναντά κανείς στη Σάντα Κλάρα της Καλιφόρνια, στην καρδιά, δηλαδή, του γλομπαλοποιημένου νεοπλουτισμού της Sillicon Valley, εκεί όπου οι νεκροί των δρόμων έχουν φτάσει τους 161. Στο Πόρτλαντ έχουν ξεπεράσει τους 40, στην πόλη Salt Lake City της Γιούτα πλησιάζουν τους 100 (94), ενώ στο Μπούλντερ του Κολοράντο ήδη 48 άνθρωποι έχουν βρεθεί νεκροί.
Όλα αυτά τα θύματα μνημόνευσαν στις 19/12 οι συγκεντρωθέντες στην πορεία διαμαρτυρίας που οργάνωσε η συμμαχία «Άνθρωποι υπέρ δικαιοσύνης» στην αμερικανική πρωτεύουσα, επικαιροποιώντας έτσι τα λόγια της Λούξεμπουργκ, για την οποία η πραγματική αρρώστια που σκότωνε (και σκοτώνει) τους αστέγους δεν είναι άλλη απ’ την καπιταλιστική κοινωνική τάξη.
«Σε μια εποχή που η ελίτ κομπάζει για τη συνεχή άνοδο της χρηματιστηριακής αγοράς», σχολίαζε σε πρόσφατο άρθρο του το World Socialist Web Site, «ο αριθμός των ανθρώπων που πετιούνται στον δρόμο συνεχώς και αυξάνεται». Aνεξαρτήτως, μάλιστα, φυλετικής καταγωγής, όπως διαπίστωνε έρευνα του Pew Trusts. Αυτό, όμως, δεν είναι αντίθετο με τις… αρχές της (νεο)φιλελεύθερης οργάνωσης της οικονομίας, της πολιτικής και, εν τέλει, της κοινωνίας, αλλά ο ζωμός που εκχύνεται απ’ το ταξικό της μεδούλι. Οι ζοφερές στατιστικές μελέτες σχετικά με τους ανθρώπους που βρέθηκαν να κάνουν -αν πρόλαβαν- Χριστούγεννα στον δρόμο, είναι μόνο ένα μέρος της μεγάλης εικόνας της κοινωνικής κρίσης που μαστίζει αυτή τη στιγμή την Αμερική. Με τη χρήση ναρκωτικών, τη βία, την εγκληματικότητα, την αύξηση των αυτοκτονιών να συνθέτουν το κύκνειο άσμα μιας κοινωνίας νεκρής από κάθε άποψη. Μιας εργατικής τάξης που πλήρωσε τα σπασμένα της Wall Street το 2008 (βλ. dimitriskoulalis.wordpress.com ) και τώρα βλέπει μόνο τρεις οικογένειες στη χώρα: τους Waltons, τους Koch και τους Mars να «καθαρίζουν» 349 δισ. δολάρια. Την ίδια ώρα που αυτή καλείται να επιβιώσει είτε μέσα από τα κουπόνια φαγητού (σύμφωνα με τον νομπελίστα οικονομολόγο Joseph Stiglitz τα κουπόνια σίτισης, αυτή τη στιγμή, θρέφουν 40 εκατ. Αμερικανούς), είτε στηριζόμενη σε εφαρμογές όπως η Uber και η GrubHub, με τους γνωστούς μισθούς πείνας, ή σε εταιρείες όπως η Αmazon στην οποία για 15$/ ώρα δουλεύεις μέχρι θανάτου.
Δυο διαφορετικοί κόσμοι, λοιπόν, μέσα σε μία χώρα. Δυο διαφορετικοί κόσμοι που αντανακλώνται και στα αστραφτερά χαμόγελα των υποψηφίων των επικείμενων εκλογών με αρκετούς από αυτούς, και στις δύο πλευρές της δικομματικής χορογραφίας, να δαπανούν εκατοντάδες εκατομμύρια για την τηλεοπτική τους προβολή, τη στιγμή που εκμεταλλεύονται ακόμη και φυλακισμένους για την προώθηση της προεκλογικής τους καμπάνιας (Guardian, 26/12/2019, “Bloomberg and Steyer $200m spend on TV ads – but will it pay off?”, Infowar, 27/12/2019, “ΗΠΑ: Εκμετάλλευση φυλακισμένων από την προεκλογική εκστρατεία του Μπλούμπεργκ”).
Aλήθεια, τι αισχρό κοινωνικό καθεστώς…
Τόσο αισχρό που δεν διστάζει να χώνει βαθιά το χέρι στην τσέπη για την τροφοδότηση της πολεμικής βιομηχανίας (σύμφωνα με τα στοιχεία του The Spectator Index , το 2018, οι ΗΠΑ δαπάνησαν 648 δισ. δολάρια για πολεμικούς εξοπλισμούς), όταν το 18% των παιδιών ζούσε σε συνθήκες φτώχειας, το ποσοστό βρεφικής θνησιμότητας ήταν το υψηλότερο στον προηγμένο κόσμο, τα ποσοστά θνησιμότητας των Αφροαμερικανών είχαν φτάσει σχεδόν στο διπλάσιο της Ταϊλάνδης και 18,5 εκατ. διαβιούσαν υπό το καθεστώς της ακραίας φτώχειας (ΟΗΕ 2018, Praxis Review).
Ως εκ τούτου, σε μια προσπάθεια να διευρύνουμε την εικόνα της ανάλυσής μας, η (ξαφνική;) απόφαση Τράμπ να κάνει χρήση των ματωμένων προϊόντων του ολοκληρωτικού πολέμου δολοφονώντας τον Qassem Suleimani και τον Abu Mahdi al-Muhandis, ενδεχομένως κατόπιν συνεννοήσεως με το κράτος του Ισραήλ, εκτός του ότι ακτινοβολεί μια εικόνα γενικευμένης απορρύθμισης της διεθνούς πολιτικής που ακολουθεί με τάχιστο βήμα την απορρύθμιση της παγκόσμιας οικονομίας -και πέραν των όποιων μεσοπρόθεσμων τακτικισμών του νυν ενοίκου του Λευκού Οίκου- αποκαλύπτει τα αδιέξοδα του ίδιου του αμερικανικού καπιταλισμού. Αδιέξοδα, τα οποία ισχυροί παράγοντες της οικονομικής και πολιτικής ελίτ της χώρας έχουν κάθε συμφέρον να τα εξαγάγουν, ακόμη κι αν αυτό, στο εγγύς μέλλον, πλήξει τα συμφέροντα των ΗΠΑ σε φλεγόμενες γεωστρατηγικές ζώνες, όπως αυτή της Μ. Ανατολής.
Είναι γνωστό από παλιά, άλλωστε, ότι οι πραγματευτάδες του πολέμου και του θανάτου έχτιζαν τις περιουσίες τους- πάντα- πάνω στη φτώχεια και την εκμετάλλευση, πρωτίστως του δικού τους λαού.
ΠΗΓΗ:https://www.imerodromos.gr