Εις Μνήμην (2)

Από τι πεθαίνουν οι άνθρωποι;
Ποιες μέρες είναι οι καλύτερές τους;
Από τί ζουν οι άνθρωποι;
Πότε αγαπούν και κοιτάνε τη μέρα με μάτια ανοιχτά;
Οι γιορτές που καθυστερούν,
Οι αναμνήσεις που ακούγονται από τα βάθη
Μιας ανείπωτης στιγμής,
Εκείνες οι ηχηρές εικόνες
Που σκεπάζουν τη λεπτομέρεια.
Εγώ θα κρατήσω εκείνο το κόκκινο μπρύκι,
Ελπίζω να βρεθεί.
Εσύ να κρατήσεις την κεραία του ιντερνέτ
Ή το γκαζάκι του καφέ
Ή τα φακελάκια του τσαγιού.
Τη φωτογραφία στο μπάνιο;
Λες να την ξεχάσουμε εκεί;
Για να αναρωτηθεί κάποιος κάποτε
Για το όνομά του.
Για ποιο λόγο γράφτηκε σε τοίχο;
Ποιος να θυμάται;
Έχει σημασία το γιατί και το ποιος;
Πάντα θα έχει.
Οι απουσίες εμφανίζονται εκεί που δεν
τις παίρνεις
Στα σοβαρά.
Και κάνουν πολύ αισθητή την παρουσία τους σαν πάταγος.
Όπως πέφτει ένα σώμα.
Όπως παρασύρεται μια νιφάδα χιονιού
Και μια στάχτη.
Αντίο λοιπόν,
Να μπορώ να το πω και να θυμάμαι
Ότι κάποτε υπήρξαμε όλοι.
Κι όταν θα ’σαι μια νιφάδα
Κι όταν θα’ μαι μια χούφτα αλάτι.
Αναστασία-Γιάννης
Δημοσιεύθηκε στην ΔΙΑΔΡΟΜΗ ΕΛΕΥΘΕΡΙΑΣ, φ. 157, Φεβρουάριος 2016