Κάντο όπως το σαμιαμίδι! (ή μήπως όχι;)
Τα σαμιαμίδια είναι μικροσκοπικά σαυροειδή, απόλυτα συμβιωτικά με τον άνθρωπο. Θεωρούνται, από πολλούς, ο καλύτερος και φυσικότερος τρόπος, για να ξεμπερδέψεις με τις κατσαρίδες, μιας και αποτελούν το αγαπημένο τους έδεσμα. Θα μπορούσα να πω, επίσης, παρακάμπτοντας την αριστοκρατική ανατροφή μου, πως την κάνουν κανονικώς «ταράτσα», σαν βρεθεί στο διάβα τους ένα καλοθρεμμένο «κοπάδι» από στρουμπουλές κατσαρίδες. Ωστόσο, ενώ λατρεύουν την βρώσιν κατσαριδών, άπαξ και κορέσουν την πείνα τους, δεν πα να περνάν από δίπλα τους, να σκαρφαλώνουν επάνω τους, να στήνουν κατσαριδίσιους χορούς επί της κεφαλής των· χαμπάρι αυτά. Σημασία ουδεμία, δίχως υπερβολή.
Κάπως έτσι, θεωρώ, ότι λειτουργεί σήμερα κι ο χρήστης του διαδικτύου. Ενώ η ανθρώπινη φύση του διψά για γνώση, είναι θεμελιώδες στοιχείο της να μαθαίνει συνεχώς νέα πράγματα, άπαξ και της διοχετεύεις διαρκώς πληροφορίες (με ταχύτητα μάλιστα τόσο μεγάλη που να μην είναι με τίποτα εις θέσιν να μετασχηματίσει σε γνώση), τότε η φύση αυτή γίνεται νωθρή, γίνεται τεμπέλα, γίνεται κοινώς ανόρεκτη.
Ποιός δύναται να αμφισβητήσει το άνωθι σχήμα, ως αναληθές; Ουχί πάντως εγώ. Όλοι αυτοί οι ατελείωτοι ωκεανοί πληροφοριών (επί το πλείστον άχρηστοι), που περνούν εμπρός από τα μάτια μας (ναι, αν και τρωκτικό κατέχω περιέργως το θλιβερόν διαδικτυακό «προνόμιον») είναι αδύνατον να επιτρέψουν στον δέκτη αυτών να συνθέσει γνώση, τουλάχιστον όχι στον βαθμό που παλιότερα τα «συμβατικά» έντυπα μέσα πληροφόρησης τού το επέτρεπαν. Ουδεμία αμφιβολία έχουν πλέον τα μουστάκια μου για αυτό. Μια ματιά στον καθρέπτη (πρωτίστως) και στους γύρω σας, θα σας πείσει.
Ομοιάζουμε, λοιπόν, με σαμιαμίδια σε παραφύσιν κατάσταση. Σαν κάποιος «ειδικός», κάποιος που αποζητά με θέρμη το «καλό» μας, να μάς ανοίγει καθημερινώς το στόμα με τη βία, για να παραχώσει μέσα μας τις ψηφιακές του «κατσαρίδες». Κι εμείς να τις καταπίνουμε διαρκώς, μες στην παραζάλη των οθόνιων ιλίγγων μας. Ο εν λόγω κορεσμός είναι ψευδεπίγραφος, δεν είναι αυθεντικός. Δεν υπάρχει «ταβάνι» στη δίψα για γνώση. Ας μη συγχέεται, ωστόσο, η υπερπληροφόρηση, αυτό το λευκό φως εκατομμυρίων watt, που τυφλώνει όσο μύρια σκοτάδια, με την ουσιαστική γνώση. Ας ανοίξουμε, λοιπόν, (και) κανένα βιβλίο («παλιομοδίτικο» όμως, όχι e-book κι αηδίες)· δεν βλάπτει.
Πόντιξ ο Σισύφειος