Μανώλης Γλέζος: Πέθανε ο εμβληματικός αγωνιστής της Αντίστασης – Η ζωή και οι αγώνες του «πρώτου Παρτιζάνου» της Ευρώπης
Στα 98 του χρόνια έφυγε από τη ζωή ο Μανώλης Γλέζος. Είχε εισαχθεί σε ιδιωτικό νοσοκομείο στις 17 Μαρτίου, με συμπτώματα γαστρεντερίτιδας και ουρολοίμωξης και σχεδόν δύο εβδομάδες μετά άφησε την τελευταία του πνοή λόγω καρδιακής ανεπάρκειας.
Ο Μανώλης Γλέζος ήταν ήρωας της Εθνικής Αντίστασης, εμβληματική προσωπικότητα της Αριστεράς. Μαζί με τον Απόστολο (Λάκη) Σάντα υπήρξαν οι πρωταγωνιστές μιας από τις πρώτες αντιστασιακές πράξεις στην κατεχόμενη Ελλάδα την περίοδο του Δευτέρου Παγκοσμίου Πολέμου, κατεβάζοντας τη νύχτα της 30ής προς 31η Μαΐου 1941 τη σημαία της Ναζιστικής Γερμανίας από τον ιστό του βράχου της Ακρόπολης, στην Αθήνα γράφοντας τη δική τους ιστορία στην Αντίσταση.
Γεννήθηκε στις 9 Σεπτεμβρίου 1922 στο χωριό Απείρανθος Νάξου, γιος της Μάχης Ναυπλιώτου (1894-1967) και του Νίκου Γλέζου (1892-1924). Σύμφωνα με τους λαογράφους Γεώργιο Ζευγώλη και Κανάκη Γερωνυμάκη, η οικογένεια Γλέζου έχει απώτερη καταγωγή από τους Κομητάδες Σφακίων Χανίων Κρήτης. Το 1935 μετοίκησε στην Αθήνα μαζί με την οικογένειά του, όπου και τελείωσε το Γυμνάσιο όπως και ο αδερφός του Νίκος Γλέζος (εκτελέστηκε από τους Ναζί 10-5-1944). Κατά τη διάρκεια της φοίτησής του στο Γυμνάσιο, στην Αθήνα, εργάστηκε και ως υπάλληλος φαρμακείου.
Το 1939 δημιούργησε μια αντιφασιστική ομάδα νεολαίας ενάντια στην Ιταλική κατοχή της Δωδεκανήσου και τη δικτατορία του Ιωάννη Μεταξά. Το 1940 πέτυχε στην Ανωτάτη Σχολή Οικονομικών και Εμπορικών Επιστημών. Στην αρχή του Β’ Παγκοσμίου Πολέμου ζήτησε να ενταχθεί στον Ελληνικό στρατό στο αλβανικό μέτωπο, αλλά απορρίφθηκε επειδή ήταν μικρότερος από την ηλικία στράτευσης. Aντ’ αυτού, εργάστηκε ως εθελοντής για το Ελληνικό Υπουργείο Οικονομικών και από το 1941 άρχισε να σπουδάζει στην ΑΣΟΕΕ.
Κατά τη διάρκεια της κατοχής εργάζεται στον δήμο της Αθήνας και στον Ελληνικό Ερυθρό Σταυρό, ενώ παράλληλα συμμετέχει ενεργά στην αντίσταση, μέσα από τις απελευθερωτικές οργανώσεις των νέων (ΟΚΝΕ, ΕΑΜ ΝΕΩΝ και ΕΠΟΝ) με αποτέλεσμα να υποστεί πολλές διώξεις και φυλακίσεις. Τη νύχτα της 30ής Μαΐου, ξημερώνοντας η 31η Μαΐου του 1941, αυτός και ο Απόστολος Σάντας αφαίρεσαν τη γερμανική πολεμική σημαία του Γ’ Ράιχ, που κυμάτιζε σε ιστό στην Ακρόπολη Αθηνών, κυριολεκτικά κάτω από τα μάτια της εκεί φρουράς.
Το τολμηρό εκείνο εγχείρημα προκάλεσε κύμα ενθουσιασμού τόσο στην Ελλάδα όσο και στο εξωτερικό που μεταδόθηκε η είδηση. Η πράξη τους ενέπνευσε τους Έλληνες που αντιστέκονταν ενάντια στον κατακτητή και καθιέρωσε και τους δύο ως σύμβολα αντίστασης κατά της χιτλερικής κατοχής. Μάλιστα ο Γάλλος στρατηγός Ντε Γκωλ χαρακτήρισε τον Μανώλη Γλέζο ως «Πρώτο παρτιζάνο της Ευρώπης».
Βέβαια το ναζιστικό καθεστώς αποκρίθηκε με την αναζήτηση και καταδίκη των υπευθύνων (του Γλέζου και του Σάντα) ερήμην σε θάνατο από το γερμανικό στρατοδικείο. Έτσι ξεκίνησε μια εκτεταμένη αναζήτηση και τελικά, σχεδόν έναν χρόνο μετά, στις 24 Μαρτίου του 1942 ο Μ. Γλέζος και ο συνεργός του συλλαμβάνονται από Γερμανικό κλιμάκιο και φυλακίζονται στις φυλακές Αβέρωφ.
Εκεί ο Γλέζος εξαιτίας βασανιστηρίων προσβλήθηκε από φυματίωση βαριάς μορφής οπότε και αφέθηκε ελεύθερος. Στις 21 Απριλίου του 1943 συνελήφθη και πάλι αυτή τη φορά από τους Ιταλούς κατακτητές για την εναντίον τους δράση του, οπότε και παρέμεινε στη φυλακή για τρεις μήνες. Έξι μόλις μήνες μετά την απελευθέρωσή του από τους Ιταλούς, στις 7 Φεβρουαρίου του 1944 συλλαμβάνεται πάλι, αυτή τη φορά από συνεργάτες των κατακτητών, για «επικίνδυνη αντεθνική δράση» και φυλακίζεται για 7,5 μήνες. Κατάφερε τελικά να δραπετεύσει στις 21 Σεπτεμβρίου του ίδιου έτους.
Μετά την απελευθέρωση ο Μανώλης Γλέζος εργάσθηκε συντάκτης στην εφημερίδα «Ριζοσπάστης» μέχρι τις 10 Αυγούστου του 1947, οπότε και ανέλαβε αρχισυντάκτης και υπεύθυνος της έκδοσης της εφημερίδας μέχρι το κλείσιμό της από τις ελληνικές Αρχές στο τέλος Δεκεμβρίου του 1947.
Στις 3 Μαρτίου 1948 συνελήφθη για τις πολιτικές του πεποιθήσεις και καταδικάστηκε αρκετές φορές με διάφορες ποινές και μια φορά σε θάνατο (Οκτώβριος 1948) για «αδικήματα τύπου» και μια φορά ακόμη σε θάνατο για παράβαση του Γ’ Ψηφίσματος στις 21 Μαρτίου 1949. Εντούτοις, οι ποινές θανάτου του, δεν εκτελέσθηκαν, λόγω της δημόσιας κατακραυγής του Ελληνικού λαού και της Διεθνούς κοινής γνώμης. Προσωπικότητες όπως ο Πικάσο, ο Σαρλ ντε Γκωλ και άλλοι κινητοποιήθηκαν υπέρ του. Οι ποινές του θανάτου του μετατράπηκαν σε μια καταδίκη σε “ισόβια δεσμά” το 1950, που ούτε και αυτή τελικά εκτελέστηκε. Aποφυλακίστηκε στις 26 Ιουλίου 1954, επί κυβερνήσεως Αλέξανδρου Παπάγου.
Κατά την αρχική σύλληψη του Νίκου Μπελογιάννη (20 Δεκεμβρίου 1950) και 90 περίπου άλλων στελεχών του Κ.Κ.Ε., από τις αστυνομικές Αρχές, με την κατηγορία της κατασκοπείας, ο Ν. Πλουμπίδης διέφυγε τη σύλληψη και έκτοτε παρέμενε «εν κρυπτώ» σε διάφορα κρησφύγετα. Όταν ιδρύθηκε η ΕΔΑ (3 Αυγούστου του 1951) πρότεινε τότε ο Ζαχαριάδης στην εκτελεστική επιτροπή, για τις επικείμενες εκλογές, να χρίσει υποψηφίους βουλευτές της τους Νίκο Πλουμπίδη και Νίκο Μπελογιάννη. Η ΕΔΑ όμως φοβούμενη μην εκτεθεί για συνεργασία με το παράνομο ΚΚΕ, αντ’ αυτών προτίμησε να συμπεριλάβει τους Μανώλη Γλέζο και Αντώνη Αμπατιέλο, επίσης θανατοποινίτες, που έχαιραν όμως ευρύτερης αποδοχής. Αν και φυλακισμένος, ο Μανώλης Γλέζος εκλέχτηκε βουλευτής Αθηνών, υπό τη σημαία της Ενωμένης Δημοκρατικής Αριστεράς (ΕΔΑ) που είχε συσταθεί μόλις πριν ένα μήνα, στις 3 Αυγούστου του 1951.
Με την εκλογή του, πραγματοποίησε 12 ήμερη απεργία πείνας με κύριο αίτημα την απελευθέρωση των 10 βουλευτών της ΕΔΑ που βρίσκονταν εξόριστοι. Τελικά το αίτημά του έγινε μερικώς δεκτό απελευθερώθηκαν οι 7 από τους 10 και εκείνος διέκοψε την απεργία.[5] Μετά την αποφυλάκιση του το 1954 εκλέχθηκε μέλος της Δ.Ε της ΕΔΑ και ανέλαβε οργανωτικός Γραμματέας της.Τον Δεκέμβριο του 1956 ορίστηκε Διευθυντής της εφημερίδας «ΑΥΓΗ».
Σε μια προσπάθεια αύξησης του ελέγχου της ΕΔΑ από την εξόριστη ηγεσία του ΚΚΕ ηγετικά στελέχη της ΕΔΑ, μεταξύ των οποίων και ο Γλέζος, εξελέγησαν τακτικά μέλη της ΚΕ του ΚΚΕ, δίχως να αναφερθούν τα πραγματικά τους ονόματα. Τον Αύγουστο του 1958 ο Γλέζος συναντήθηκε στην Αθήνα με το γενικό γραμματέα του ΚΚΕ, Κώστα Κολιγιάννη, που επισκεπτόταν παράνομα τη χώρα. Οι επαφές του Κολιγιάννη παρακολουθούνταν από τις υπηρεσίες ασφαλείας και στις 5 Δεκεμβρίου ο Γλέζος συνελήφθη μαζί με μερικούς άλλους συνεργάτες του στο σπίτι της αδερφής του Βασιλικής (Μπούμπας) Δημητροκάλλη για παράβαση του αναγκαστικού νόμου 375/1936 περί κατασκοπείας. με την κατηγορία της κατασκοπείας υπέρ της ΕΣΣΔ.Η κυβέρνηση αντιμετώπιζε τα στελέχη του παράνομου ΚΚΕ που βρίσκονταν την Ελλάδα ως μέλη «κατασκοπευτικού κλιμακίου».
Καθώς μέχρι να εκδικαστεί η υπόθεση στο στρατοδικείο δεν προέκυψαν συγκεκριμένα στοιχεία για πράξεις που έθεταν σε κίνδυνο της ασφάλεια και την άμυνα της χώρας, στο Γλέζο και σε οκτώ συγκατηγορούμενούς του απευθύνθηκαν κατηγορίες για «προσφορά εις κατασκοπείαν», με την οποία κατηγορούνταν επίσης δεκάδες μέλη του ΚΚΕ από το 1954 και η οποία επέφερε ποινή ισόβιας κάθειρξης.Η σύλληψη και παραπομπή σε δίκη του Γλέζου προκάλεσαν διεθνείς αντιδράσεις και ανησυχία για την κατάσταση των πολιτικών ελευθεριών στην Ελλάδα. Τη δίκη του Γλέζου, που διεξήχθη το καλοκαίρι του 1959, παρακολούθησαν τρεις διακεκριμένοι διεθνώς νομικοί, που επέρριψαν ευθύνες στο ΚΚΕ για τη χρήση μεθόδων κατασκοπείας (π.χ. κώδικα, πλαστών εγγράφων), αλλά κατέληξαν ότι η κατηγορία ήταν αβάσιμη και η δίκη είχε πολιτικό χαρακτήρα.
Ο Γλέζος καταδικάστηκε το 1959 σε φυλάκιση 5 ετών, εκτόπιση 4 ετών και στέρηση των πολιτικών του δικαιωμάτων επί 8 έτη, ενώ κρατείτο στις φυλακές από το 1958. Το χωριό του τ’Απεράθου της Νάξου πρωτοστατεί με υπόμνημα διαμαρτυρίας το οποίο υπέγραψαν όλοι οι κάτοικοι. Στο υπόμνημα αυτό συμμετείχαν με υπογραφές οι κοινοτάρχες και από άλλα χωριά της Νάξου. Στις 15 Δεκέμβρη του 1962, επ’ ευκαιρία των γενεθλίων του, αποφυλακίστηκε με Βασιλικό Διάταγμα (ΦΕΚ 14 Δεκ. 1962). Χαρίστηκε το υπόλοιπο της ποινής φυλάκισης ενός έτους και ολόκληρη η εκτόπιση 4 ετών. Στο μεταξύ η εκλογή του ως βουλευτού της ΕΔΑ είχε ακυρωθεί λόγω της στέρησης των πολιτικών του δικαιωμάτων. Μετά την έκδοση χάριτος εξελέγη μέλος της νέας Δ.Ε. και της εκτελεστικής επιτροπής της ΕΔΑ.
Παράλληλα με το θέμα της αντιδικίας στο εσωτερικό, έχει ξεσπάσει και αντιδικία με τη Σοβιετική Ένωση και με το ενδιαφέρον της κοινής γνώμης να αυξάνεται. Από τα τέλη Απριλίου αρχίζουν να φτάνουν στην Αθήνα αντιπρόσωποι διεθνών οργανώσεων, οι οποίοι είτε ερευνούν το θέμα είτε προβαίνουν σε αιτήματα για παραπομπή της υπόθεσης σε τακτικά δικαστήρια. Στις αρχές Μαΐου είχε ανακοινωθεί η ίδρυση Διεθνούς Επιτροπής για την υπεράσπιση του Γλέζου και των συνεργατών του, με έδρα το Παρίσι. Πρόεδρος είναι ο παλαιός Γάλλος πολιτικός Πωλ Μπονκούρ.
Ανάμεσα στα ιδρυτικά μέλη ήταν και ο Γάλλος Ζαν-Πολ Σαρτρ. Η υπόθεση έτσι πήρε διεθνείς προεκτάσεις. Την περίοδο εκείνη παρατηρούνταν ένα είδος κινητοποίησης η οποία προερχόταν τόσο από τα κομμουνιστικά κόμματα, τα οποία αποτελούσαν το κύριο μοχλό κινητοποίησης, όσο και από τα αντίθετα πολιτικά τους ρεύματα όπως οι φιλελεύθεροι, σοσιαλιστές, συντηρητικοί και ριζοσπάστες. Μέσα από το είδος της κινητοποίησης όλες αυτές οι πολιτικές ομάδες συνεργάστηκαν πιστεύοντας ότι οι πολιτικοί διωγμοί και τα στρατοδικεία υπονομεύουν τη δημοκρατία. Όσο προχωρούσε ο καιρός της ενάρξεως της δίκης – 9 Ιουλίου 1959 – τόσο πιο πολύ εντείνονταν οι κινητοποιήσεις και οι πιέσεις από το εξωτερικό.
Η δίκη του Γλέζου και άλλων στελεχών του ΚΚΕ αρχίζει στις 9 Ιουλίου 1959, στο Τακτικό Στρατοδικείο Αθηνών. Στο μεταξύ, όλα τα κόμματα της Αντιπολιτεύσεως έχουν ταχθεί εναντίον της παραπομπής πολιτικών υποθέσεων στα στρατοδικεία. Παράλληλα στην Αθήνα αφικνούνται ξένοι νομικοί, εκπρόσωποι οργανώσεων και δημοσιογράφοι. Σύμφωνα με το βούλευμα, οι πέντε από τους παρόντες κατηγορουμένους και πιο συγκεκριμένα οι: Τρικαλινός, Βουτσάς, Ευθυμιάδης, Συγγελάκης και Καρκαγιάνης παραπέμπονταν «διά προσφοράν εις κατασκοπείαν», σύμφωνα με το Α.Ν. 375/1936 άρθρο 9ο. Οι υπόλοιποι, ανάμεσα στους οποίους και ο Γλέζος, για παροχή βοήθειας στους προσφερθέντες σύμφωνα με το άρθρο 10 παράγραφος 1 του ιδίου Νόμου. Τα αστυνομικά μέτρα που ελήφθησαν από την πρώτη μέρα είναι ιδιαιτέρως εμφανή γύρω από το δικαστήριο, το παλαιό κτήριο του Στρατοδικείου επί της οδού Ακαδημίας.
Οι κατηγορούμενοι κατέφθασαν στο στρατιωτικό δικαστήριο με περασμένες τις χειροπέδες στα χέρια τους και ορισμένοι χειροκροτούσαν με αποτέλεσμα την άμεση σύλληψή τους. Οι συνήγοροι υπερασπίσεως υπέβαλαν από την πρώτη στιγμή ενστάσεις αναρμοδιότητας του δικαστηρίου με το δικαιολογητικό ότι ο νόμος Α.Ν. 375 έχει καταργηθεί και ότι το κατηγορητήριο είναι αόριστο, αλλά το δικαστήριο τις απέρριψε. Η διάρκεια της δίκης ήταν 14 ημέρες. Μέσα στο δικαστήριο παρευρίσκονταν μόνο δημοσιογράφοι, μάρτυρες κατηγορίας, συγγενείς, συνήγοροι και τα αστυνομικά όργανα. Οι μάρτυρες κατηγορίας ήταν ανώτατα στελέχη της Ελληνικής Αστυνομίας των οποίων η κύρια ενασχόληση τους είναι η μελέτη της ιστορικής εξέλιξης και των σκοπών του ΚΚΕ, υπό το πρίσμα της Δεξιάς. Ο βασικός μάρτυρας κατηγορίας αστυνόμος Παπασπυρόπουλος κατέθεσε ότι είδε ο ίδιος τον Κολιγιάννη να μπαίνει στο σπίτι της αδερφής του Γλέζου. Από την παραμονή της δίκης σημειώθηκε η πρώτη παρέμβαση της Σοβιετικής Ενώσεως.
Ο πρόεδρος του Ανωτάτου Σοβιέτ στρατάρχης Βοροσίλωφ με μήνυμά του στο βασιλιά Παύλο εξέφρασε την ανησυχία του για την τύχη του Γλέζου. Ο υφυπουργός Εξωτερικών Σκεφέρης σε συνάντηση του με το Σοβιετικό Πρεσβευτή δήλωσε ότι ο βασιλιάς δεν μπορεί να επέμβει και τούτο διότι το Δημοκρατικό Σύνταγμα της Ελλάδος απαγορεύει την ανάμειξή του στις αποφάσεις της Δικαιοσύνης. Παράλληλα, την ίδια ημέρα ο Πρωθυπουργός Κωνσταντίνος Καραμανλής δήλωσε την έκπληξή του για την κινητοποίηση του Κομμουνισμού για την εν λόγω δίκη κατασκοπίας και καθώς επίσης ότι η Ελληνική Δικαιοσύνη είναι ανεξάρτητη, αμερόληπτη και δεν δέχεται καμία εξωτερική επέμβαση.
Οι περισσότεροι κατηγορούμενοι αναίρεσαν τις ομολογίες τους και υπερασπίστηκαν την πολιτική του ΚΚΕ και ο Μανόλης Γλέζος υποστήριξε ότι η κατηγορία εναντίον του ήταν συκοφαντική και σκοπός της ήταν να πληγεί η ΕΔΑ και το δημοσιογραφικό της όργανο η Αυγή. Στην αγόρευσή του ο Βασιλικός Επίτροπος καταφέρθηκε κατά των κομμουνιστικών καθεστώτων, του διεθνούς κομμουνισμού καθώς επίσης και του ΕΑΜ, ΕΛΑΣ και ΚΚΕ. Στην αναφορά του στο πρόσωπο του Γλέζου, ζήτησε να μην καταδικαστεί για την υπόθεση της κατασκοπίας αλλά διότι γνώριζε και δεν ανέφερε. Στη δίκη αυτή την αδερφή του Μανώλη Γλέζου υπερασπίστηκε ο Νικηφόρος Μανδηλαράς. Στις 22 Ιουλίου το Στρατοδικείο ανακοίνωσε την απόφασή του, σύμφωνα με την οποία ο Μανόλης Γλέζος καταδικάστηκε σε 5 χρόνια φυλάκιση, 4 χρόνια εκτόπιση και 8 χρόνια στέρηση πολιτικών δικαιωμάτων.
Κατά τη διάρκεια της φυλάκισής του, ο Γλέζος επανεκλέχθηκε βουλευτής με το ψηφοδέλτιο της ΕΔΑ 1961. Τελικά ο Μ. Γλέζος απελευθερώθηκε στις 15 Δεκεμβρίου 1962 ως αποτέλεσμα της δημόσιας κατακραυγής στην Ελλάδα και στο εξωτερικό. Σημειώνεται η δεύτερη παρέμβαση της Σοβιετικής Ενώσεως ότι η Σοβιετική Ταχυδρομική Υπηρεσία εξέδωσε το Δεκέμβριο του 1959 αναμνηστική σειρά με ένα μόνο γραμματόσημο με προσωπογραφία του Μανόλη Γλέζου. Σε αντίδραση της συγκεκριμένης έκδοσης, η Ελληνική Κυβέρνηση εξέδωσε σειρά δύο γραμματοσήμων με την προσωπογραφία του Ίμρε Νάγκι, Ούγγρου προοδευτικού πρωθυπουργού που κρεμάστηκε εκείνη τη χρονιά απο τα Σοβιετικά Στρατεύματα Εισβολής. Και οι δύο χώρες απέσυραν τις σειρές αμέσως. Το 1963 συμμετείχε μαζί με το Γρηγόρη Λαμπράκη και το Λεωνίδα Κύρκο στην πορεία Ειρήνης του Ολντερμάστον.
Στο πραξικόπημα της 21ης Απριλίου 1967, ο Γλέζος συνελήφθη τα ξημερώματα στην οδό Φαιδριάδων στην Κυψέλη όπου διέμενε μαζί με την οικογένεια του, μαζί με το υπόλοιπο των πολιτικών ηγετών και κρατήθηκε επί τέσσερα έτη διαδοχικά στο Γουδί, το Πικέρμι, στη Γενική Ασφάλεια (Χωροφυλακής), τη Γυάρο, το Παρθένι Λέρου και τέλος στον Ωρωπό απ’ όπου και απελευθερώθηκε το 1971 μετά από γενική αμνηστία. Συνολικά έχει καταδικασθεί 28 φορές για την πολιτική και αντιστασιακή δραστηριότητα του από τις οποίες τρεις φορές σε θάνατο. Ο συνολικός χρόνος παραμονής του Μανόλη Γλέζου στις φυλακές είναι 11 έτη και 5 μήνες, ενώ 4 έτη και 6 μήνες συμπλήρωσε στην εξορία. Έγιναν εννέα απόπειρες δολοφονίας εναντίον του. Το 1968 από την εξορία, καταδικάζει την επέμβαση της Σοβιετικής Ένωσης στην Τσεχοσλοβακία. Το 1967 το καθεστώς της 21ης Απριλίου δεν του επέτρεψε να παρευρεθεί στην κηδεία της μητέρας του.
Ο Μανώλης Γλέζος αναλώθηκε σε μια ανεπιτυχή προσπάθεια να αναβιωθεί η ΕΔΑ, στην οποία ήταν γραμματέας έως το 1985 και Πρόεδρος, (μετά τον θάνατο του Ηλία Ηλιού) από το 1985 έως το 1989. Για ένα χρονικό διάστημα -τον Οκτώβρη του 1986- εκλέχθηκε και ανέλαβε πρόεδρος στην κοινότητα Απειράνθου, (της γενέτειράς του), όπου προσπάθησε να εφαρμόσει ένα τοπικό πείραμα άμεσης δημοκρατίας σε επίπεδο βάσης. Κατόπιν, κατάργησε ουσιαστικά τα προνόμια του συμβουλίου και εισήγαγε ένα σύστημα με ένα «σύνταγμα» και μια τοπική συνέλευση που είχε το συνολικό έλεγχο της κοινοτικής διοίκησης. Αυτό το πρότυπο λειτούργησε για αρκετά έτη, αλλά μακροπρόθεσμα το ενδιαφέρον των συγχωριανών του μειώθηκε και η συνέλευση εγκαταλείφθηκε. Στις βουλευτικές εκλογές του 1981 και του 1985, όπου η ΕΔΑ αποφάσισε συνεργασία με το ΠΑΣΟΚ, ο Μ. Γλέζος εκλέχτηκε Βουλευτής στην Α’ εκλογική περιφέρεια Αθηνών και στην Β’ εκλογική περιφέρεια Πειραιώς αντίστοιχα. Στις 19 Ιουνίου 1985 ανεξαρτητοποιήθηκε από την κοινοβουλευτική ομάδα του ΠΑΣΟΚ.
Την 1η Ιανουαρίου 1987 παραιτήθηκε του βουλευτικού του αξιώματος. Το 1984 έγινε Μέλος του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου. Στις 7 Απριλίου 1999 συμμετείχε στην αποστολή της ΑΕΚ στο Βελιγράδι, η οποία αγωνίστηκε εν μέσω βομβαρδισμών του ΝΑΤΟ, απέναντι στην Παρτιζάν. Στις βουλευτικές εκλογές του 2000 ήταν υποψήφιος με το ψηφοδέλτιο του Συνασπισμού. Το 2002, διαμόρφωσε την πολιτική ομάδα Ενεργοί Πολίτες. Η πολιτική ομάδα σε συνεργασία με τον Συνασπισμό και άλλα μικρότερα κόμματα της Αριστεράς, μέσω του ΣΥΡΙΖΑ συμμετείχε στις βουλευτικές εκλογές του 2004. Το 2002 εκλέχθηκε Νομαρχιακός Σύμβουλος Αθηνών-Πειραιά της περιφέρειας Αττικής επικεφαλής του ανεξάρτητου συνδυασμού Ενεργοί Πολίτες συγκεντρώνοντας ποσοστό 11%. Την υποψηφιότητά του υποστήριξε ο Συνασπισμός, άλλες κινήσεις και σχήματα της Αριστεράς καθώς και ανένταχτοι του χώρου.
Στις Δημοτικές εκλογές του 2010 εκλέχτηκε Δημοτικός σύμβουλος στο Δήμο Πάρου (τόπο καταγωγής της μητέρας του), Επικεφαλής της Κίνησης Ενεργών Πολιτών Πάρου. Στις βουλευτικές εκλογές του Μάιου και Ιουνίου 2012 εκλέχθηκε βουλευτής Επικρατείας με το κόμμα του ΣΥΡΙΖΑ. Είναι Πρόεδρος του Εθνικού Συμβουλίου διεκδίκησης των οφειλών της Γερμανίας προς την Ελλάδα. Υπήρξε επίτιμος Πρόεδρος της επιτροπής μελέτης και αξιοποίησης του έργου της ΕΠΟΝ. Πρόεδρος της επιτροπής συμπαράστασης στον αγώνα του λαού των Σαχράουι και του απελευθερωτικού μετώπου (POLISARIO). Επισκέφθηκε την Κούβα και τη Βενεζουέλα του Τσάβες. Είχε συναντηθεί με πολλούς ηγέτες ξένων χωρών και υπήρξε συνομιλητής ιστορικών προσώπων.
Ως πρόεδρος της επιτροπής ίδρυσης βιβλιοθηκών είχε δημιουργήσει δεκάδες βιβλιοθήκες σε απομονωμένα νησιά του Αιγαίου καθώς και σε μικρά χωριά της Ελλάδας. Στις Ευρωεκλογές του 2014 εξελέγη ευρωβουλευτής με τον ΣΥΡΙΖΑ με περισσότερους από 438.000 σταυρούς προτίμησης, πρώτος σε σταυρούς προτίμησης μεταξύ όλων των υποψηφίων, όλων των κομμάτων. Μαζί με τους ευρωβουλευτές Γιώργο Κατρούγκαλο και Κωνσταντίνα Κούνεβα καθώς και τον Βουλευτή Παν.Κουρουμπλή ο Μανώλης Γλέζος, εκπροσώπησε τον ΣΥΡΙΖΑ στη μεγάλη σιωπηρή πορεία κατά της τρομοκρατίας στο Παρίσι στις 11-1-2015. που έδωσαν το παρών πάνω από 3,5 εκατ. άνθρωποι βρέθηκαν 44 ηγέτες του κόσμου, οι οποίοι μαζί με τους υπόλοιπους διαδηλωτές φώναξαν «Je suis Charlie».
Παρά την υποστήριξή του στον ΣΥΡΙΖΑ, ο Γλέζος δεν δίστασε να εκφράσει δημόσια τη διαφωνία του με τις αποφάσεις του κόμματος, όταν από τη θέση της Κυβέρνησης της Ελλάδος διαπραγματεύτηκε πάνω στα θέματα της δανειακής σύμβασης και του μνημονίου. Ο Γλέζος, με άρθρο του στο blog της Κίνησης Ενεργών Πολιτών, -22-2-2015- κατηγόρησε την κυβέρνηση πως υποχώρησε από τις προεκλογικές δεσμεύσεις της και πως αρκέστηκε σε επικοινωνιακές τακτικές, χωρίς να αλλάξει ουσιαστικά την προτέρα κατάσταση, ενώ κάλεσε τους οπαδούς του ΣΥΡΙΖΑ να αντιδράσουν «πριν είναι αργά». Από την πλευρά της, στην κυβέρνηση του ΣΥΡΙΖΑ δήλωσαν πως περίμεναν «μια πιο δίκαιη και νηφάλια αποτίμηση από ένα στέλεχος της εμπειρίας και της διαδρομής του Μανώλη Γλέζου». Στις 17 Ιουνίου 2015, ο Γλέζος υπέβαλε την παραίτησή του από το Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο, με ισχύ από τις 8 Ιουλίου 2015 καθώς είχε ανακοινώσει ότι θα αποχωρήσει με την παρέλευση ενός χρόνου θητείας. Τη θέση του στο Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο πήρε ο Νίκος Χουντής.
Σε δήλωσή του στους New York Times τον Σεπτέμβριο του 2014, όπου η αμερικανική εφημερίδα του είχε κάνει αφιέρωμα, είχε πει: “Αυτός που βλέπετε μπροστά σας δεν είναι απλά ένας άνθρωπος, αλλά όλοι οι σύντροφοί μου που δεν είναι πια μαζί μας. Αυτό είναι που με κρατάει για να συνεχίσω. Πρέπει να συνεχίσω να ζω και να μάχομαι γι’ αυτούς”. Τελευταία εμπλοκή του με την ενεργό πολιτική, στο ψηφοδέλτιο Επικρατείας της Λαϊκής Ενότητας, το Σεπτέμβριο του 2015.
Χαρακτηριστική της προσωπικότητάς του, η κίνησή του το καλοκαίρι του 2017 να δώσει εκείνος το στεφάνι στο Γερμανό πρεσβευτή Γενς Πλέτνερ, στο μνημείο εκτελεσθέντων κατοίκων του Διστόμου.
Ο Μ. Γλέζος δεν ήθελε να τον αποκαλούν «ήρωα», για εκείνον ήρωας ήταν ο μικρότερος αδελφός του, Νίκος, που εκτελέσθηκε από τους Γερμανούς στην Καισαριανή το Μάιο του ’44, αφήνοντας πίσω του το εξής σημείωμα για τη μάνα τους: «Αγαπητή μητέρα σας φιλώ, χαιρετισμούς, σήμερα πάω για εκτέλεση. Πάω. Πέφτοντας για τον ελληνικό λαό». Ήταν ένας καημός μέσα του ο πρόωρος χαμός του αγαπημένου του Νίκου, ένας καημός για τον οποίον σπάνια τον άκουγες να μιλά. Η τελευταία, ίσως, δημόσια παρουσία-παρέμβαση του Μ. Γλέζου, ήταν στη δίκη της Χρυσής Αυγής, το 2018, όταν με τη συμπλήρωση πέντε χρόνων από τη δολοφονία του Παύλου Φύσσα, ο Μανώλης Γλέζος πήγε και κάθισε στο πλευρό της μητέρας του, Μάγδας. Από σήμερα, ο «Τελευταίος Παρτιζάνος» -όπως τιτλοφορείται το ντοκιμαντέρ του Ανδρέα Χατζηπατέρα για τον Μανώλη Γλέζο- δεν είναι πια ανάμεσά μας.
ΠΗΓΗ: enikos.gr