Με …συνταγή Κατρούγκαλου ο νέος γύρος της αντιασφαλιστικής επίθεσης
Η κυβέρνηση της ΝΔ με το νέο ασφαλιστικό νομοσχέδιο προχωρά στην πλήρη ιδιωτικοποίηση των επικουρικών συντάξεων…
Το γεγονός ότι η κυβέρνηση της ΝΔ προχωρά ακάθεκτη στη θωράκιση και εφαρμογή του νόμου – λαιμητόμου του Κατρούγκαλου, ενισχύοντας την ενιαία αντιασφαλιστική επίθεση, τη «μεγάλη ασφαλιστική μεταρρύθμιση» όλων των κυβερνήσεων ΝΔ – ΣΥΡΙΖΑ – ΠΑΣΟΚ, όπως είχε δηλώσει χαρακτηριστικά ο υπουργός Εργασίας, Γ. Βρούτσης, έρχεται να επιβεβαιώσει το νομοσχέδιο του «νέου Ασφαλιστικού» που διέρρευσε από την κυβέρνηση στα ΜΜΕ πριν αναρτηθεί στη «δημόσια διαβούλευση».
Ετσι, παρά τα 104 «νέα» άρθρα, την πληθώρα των διατάξεων, των «αλλαγών» και των προσαρμογών, ο σκληρός αντιδραστικός πυρήνας του νόμου 4387/2016 του ΣΥΡΙΖΑ (νόμος Κατρούγκαλου) και η «αρχιτεκτονική» του παραμένουν σε πλήρη ισχύ.
Παράλληλα, η ενοποίηση – ένταξη του σημερινού ΕΤΕΑΕΠ (επικουρικές και εφάπαξ) στον ΕΦΚΑ και η δημιουργία του λεγόμενου e-ΕΦΚΑ, με την ταυτόχρονη δυνατότητα ένταξης – σε προαιρετική βάση – νέων ομάδων ασφαλισμένων (αυτοαπασχολούμενων, αγροτών και επιστημόνων), αποτελούν τον προθάλαμο για την πλήρη ιδιωτικοποίηση των επικουρικών συντάξεων, όπως είναι το σχέδιο της ΝΔ, το οποίο θα προχωρήσει με νέο νομοσχέδιο μέσα στο 2020. Γεγονός που επιβεβαιώθηκε και κατά την προχτεσινή συνάντηση του πρωθυπουργού με την ηγεσία του υπουργείου Εργασίας ότι αποτελεί βασική προτεραιότητα στις σχεδιαζόμενες κυβερνητικές δράσεις του τρέχοντος έτους.
Σε πλήρη ισχύ το οπλοστάσιο για το μόνιμο πετσόκομμα των συντάξεων
Συγκεκριμένα, το νομοσχέδιο της ΝΔ, σε συνέχεια του νόμου Κατρούγκαλου, τον οποίο θωρακίζει, διατηρεί σε ισχύ όλες τις περικοπές στις συντάξεις από το 2010 και θεωρεί, και αυτό, αμετάκλητες την κατάργηση της 13ης και 14ης σύνταξης και τις περικοπές στις επικουρικές και τα εφάπαξ. Διατηρεί όλες τις αυξήσεις των ορίων ηλικίας συνταξιοδότησης, που διαμόρφωσαν το υποχρεωτικό όριο στα 67 χρόνια για άνδρες και γυναίκες, στον ιδιωτικό και δημόσιο τομέα. Επιβεβαιώνει τη διάσπαση της ενιαίας σύνταξης σε «εθνική» και ανταποδοτική και, παρά τις γενικές αναφορές για «εγγύηση» των συντάξεων από το κράτος, περιορίζει και αυτό την κρατική χρηματοδότηση μόνο για το τμήμα της εθνικής σύνταξης.
Ειδικά για τις νέες συντάξεις, σε βάθος 50 χρόνων εξασφαλίζεται ότι αυτές θα παραμείνουν σε επίπεδα πτωχοκομείου. Προβλέπει, όπως και ο νόμος Κατρούγκαλου, το «πάγωμα» όλων των συντάξεων (παλιών και νέων) τουλάχιστον μέχρι το 2022. Από το 2023 και μετά οι «αυξήσεις» – ακριβώς όπως προβλέπει και ο νόμος Κατρούγκαλου – δεν μπορούν να ξεπερνούν τον Δείκτη Τιμών Καταναλωτή (επίσημο πληθωρισμό), που σημαίνει ότι στην πραγματικότητα δεν θα αποτελούν αυξήσεις.
Διατηρεί την πρόβλεψη για τρίχρονες αναλογιστικές μελέτες προκειμένου να ελέγχεται η «βιωσιμότητα» του συστήματος, οι οποίες στην ουσία θα αξιοποιούνται από την εκάστοτε κυβέρνηση ως εργαλεία νέων περικοπών (μόνιμοι «κόφτες»), όταν κρίνεται αναγκαίο.
Στην ίδια λογική, διατηρείται και η ρήτρα του 1ου μνημονίου για τη συνολική δαπάνη για κύριες και επικουρικές συντάξεις ως ποσοστό του ΑΕΠ.
Ουσιαστικά, δηλαδή, και στη… «γαλάζια» εκδοχή του νόμου Κατρούγκαλου, διατηρείται και θωρακίζεται όλο εκείνο το ασφυκτικό πλέγμα, με οικονομικούς δείκτες και περιορισμούς, που και για τις επόμενες δεκαετίες δεν επιτρέπει καμία ουσιαστική αύξηση στις συντάξεις, πολύ περισσότερο την κάλυψη των σύγχρονων αναγκών συνταξιούχων και ασφαλισμένων.
Κοροϊδία με τα ποσοστά αναπλήρωσης
Στο φόντο όλων των παραπάνω η κυβέρνηση και διάφορα προπαγανδιστικά επιτελεία επιχειρούν, με ένα μπαράζ δηλώσεων, «διαρροών» και γραφημάτων, να συσκοτίσουν τον αντιδραστικό χαρακτήρα και αυτού του νομοθετήματος, επικεντρώνοντας την προπαγάνδα τους στις περιορισμένες αλλαγές των συντελεστών αναπλήρωσης για τους ασφαλισμένους που έχουν πάνω από 9.000 μέρες ασφάλισης (30 έτη), καθώς και στη δυνατότητα που δίνει ο νέος νόμος σε ελεύθερους επαγγελματίες, επιστήμονες και αγρότες να «επιλέγουν» την ασφαλιστική τους κλάση, άρα και το ύψος των εισφορών τους, σε αντιπαραβολή δήθεν με τον νόμο Κατρούγκαλου.
Μιλούν προκλητικά για «αυξήσεις στις συντάξεις για πρώτη φορά μετά από 10 χρόνια», όταν ο κρατικός προϋπολογισμός και οι μεσοπρόθεσμοι στόχοι προβλέπουν νέα μείωση της συνταξιοδοτικής δαπάνης!
Στην πράξη, βέβαια, ενσωματώνοντας σχετικές αποφάσεις του Συμβουλίου της Επικρατείας (ΣτΕ), η κυβέρνηση «ντύνει» τον νόμο Κατρούγκαλου με ένα περιτύλιγμα… «αναλογικότητας» και «ισοτιμίας» στις περικοπές, προκειμένου να διασφαλίσει την απρόσκοπτη εφαρμογή τους.
Ετσι, οι συντελεστές αναπλήρωσης για τη συντριπτική πλειοψηφία, δηλαδή για όσους έχουν από 4.500 έως 9.000 ένσημα, παραμένουν οι ίδιοι που προβλέπει ο νόμος Κατρούγκαλου. Οι συντελεστές αυτοί σε συνδυασμό με τη μείωση του συντάξιμου μισθού (μέσος όρος αποδοχών σε ολόκληρο τον εργάσιμο βίο) οδηγούν σε συντάξεις πείνας.
Οι περιορισμένες αλλαγές στους συντελεστές αναπλήρωσης ξεκινούν πάνω από τα 9.000 ένσημα. Προφανώς, βέβαια, στις συνθήκες που εργάζονται οι σημερινοί ασφαλισμένοι και ιδιαίτερα οι νέες γενιές, με την τεράστια «ευελιξία», την υποαπασχόληση και την προσωρινότητα στην εργασία, την ανεργία, που μετά από τόσα χρόνια κρίσης παραμένει στα ύψη και στη φάση της ανάκαμψης, το ποσοστό των ασφαλισμένων που θα ξεπερνά το φράγμα των 9.000 ενσήμων θα είναι ελάχιστο. Αρα, για όλους αυτούς η περιβόητη παρέμβαση στους συντελεστές δεν θα έχει κανένα θετικό αποτέλεσμα.
Ακόμα όμως και γι’ αυτούς τους ασφαλισμένους που συμπληρώνουν από 9.000 έως 12.000 ένσημα, καταβάλλοντας τεράστια ποσά από το μισθό τους ή το εισόδημά τους, η αύξηση των συντελεστών δεν οδηγεί σε ικανοποιητικές συντάξεις ούτε σε αναπλήρωση των τεράστιων περικοπών που επέφεραν ο νόμος Κατρούγκαλου και οι προηγούμενοι αντιασφαλιστικοί νόμοι.
Στην προπαγανδιστική απάτη θα πρέπει να συνυπολογιστεί επίσης το γεγονός ότι σε πολλούς πίνακες συγκρίσεων που παρουσιάζονται μεταξύ ποσών συντάξεων με το παλιό σύστημα, στη συνέχεια με το νόμο Κατρούγκαλου και τώρα με τα νέα ποσά που προκύπτουν από την αύξηση των συντελεστών… «ξεχνούν» ότι τα παλιά ποσά των συντάξεων αφορούσαν 14 συντάξεις το χρόνο, ενώ με το νόμο Κατρούγκαλου και μετά τα ποσά αφορούν 12 συντάξεις το χρόνο.
Η πραγματικότητα για τις επικουρικές συντάξεις
Αντίστοιχη είναι και η περίπτωση της «αύξησης» των επικουρικών συντάξεων που διαφημίζει η ΝΔ.
Η αύξηση αυτή, όπως και η επιστροφή αναδρομικών από τον Οκτώβρη του 2019, αφορά μόνο μία από τις περικοπές στις επικουρικές, δηλαδή την περικοπή του 2016 (κυβέρνηση ΣΥΡΙΖΑ) για τις περιπτώσεις όπου το άθροισμα κύριας και επικουρικής σύνταξης ξεπερνούσε το ποσό των 1.300 ευρώ μεικτά. Ολες οι άλλες περικοπές που προηγήθηκαν παραμένουν σε ισχύ.
Μάλιστα, παρότι το Συμβούλιο της Επικρατείας έκρινε αντισυνταγματική τη συγκεκριμένη περικοπή, η αναδρομικότητα ισχύει μόνο από τον χρόνο έκδοσης της απόφασης (Οκτώβρης 2019) και όχι από το καλοκαίρι του 2016 που επιβλήθηκε.
Επιπλέον, παραμένει σε ισχύ όλο το αντιλαϊκό νομοθετικό πλαίσιο των ΝΔ – ΣΥΡΙΖΑ – ΠΑΣΟΚ για τις επικουρικές, με το οποίο για μεν το διάστημα μέχρι το τέλος του 2014 μειώνονται καθώς ο συντελεστής αναπλήρωσης μειώθηκε κατά 50%, ενώ καταργήθηκαν και τα κατώτερα όρια αυτών των συντάξεων. Για τον χρόνο από 1/1/2015 και μετά, η σύνταξη είναι ακαθόριστη και εξαρτάται από την οικονομική κατάσταση του ΕΤΕΑΕΠ. Στην πραγματικότητα το κομμάτι της επικουρικής σύνταξης μετά το 2014 υπολογίζεται με βάση τις αρχές ενός κεφαλαιοποιητικού συστήματος (ατομικές μερίδες κ.λπ). ΝΔ και ΣΥΡΙΖΑ, παίρνοντας ο ένας τη σκυτάλη από τον άλλο, χτύπησαν εξίσου την επικουρική σύνταξη, την οποία σήμερα η ΝΔ οδηγεί στη λαιμητόμο του χρηματιστηριακού τζόγου σχεδιάζοντας να της δώσει τη χαριστική βολή.
Αυτοαπασχολούμενοι – αγρότες: Αυξήσεις εισφορών με μανδύα… «ελεύθερης επιλογής»
Τέλος, μεγάλη απάτη αποτελεί και όλη η προπαγάνδα της κυβέρνησης περί «ελεύθερης επιλογής» εισφορών από τους αυτοαπασχολούμενους, τους επιστήμονες και τους αγρότες.
Στην πραγματικότητα, το νομοσχέδιο φέρνει μεγάλη αύξηση εισφορών για τη συντριπτική πλειοψηφία τους. Η πρώτη και πιο «χαμηλή» κατηγορία (στην οποία… «ελεύθερα» – υποχρεωτικά θα οδηγείται η μεγάλη πλειοψηφία των αυτοαπασχολούμενων και των αγροτών που παλεύει να τα βγάλει πέρα) είναι στα 220 ευρώ το μήνα για τους επαγγελματίες και στα 121 για τους αγρότες. Και εδώ, όσον αφορά τις μελλοντικές συντάξεις το σίγουρο είναι ότι οδηγούμαστε σε συντάξεις φτώχειας, πολύ περισσότερο για την πιο «χαμηλή» κατηγορία.
Πηγή: Εφημερίδα «ΡΙΖΟΣΠΑΣΤΗΣ»
ΠΗΓΗ:imerodromos.gr