Μύθοι του Πριμιτιβισμού (Μια συνέντευξη με τον Ted Kaczynski, σχετικά με τον Πρωτογονισμό)
Το κείμενο που ακολουθεί είναι αποσπάσματα από συνέντευξη που έδωσε ο Ted Κaczynski (γνωστός και ως Unabomber) στην τουρκική ομάδα Veganarsy και που δημοσιεύθηκε στο περιοδικό Αnarchy τ. 61. Προχωρήσαμε στη δημοσίευση, παρά τις διαφωνίες μας σε αρκετά σημεία, (όπως για παράδειγμα με τις γενικεύσεις που γίνονται σε σχέση με τις κοινότητες που δεν έχουν αφομοιωθεί από τον πολιτισμό), θεωρώντας πως υπάρχουν πολλά σημεία που μπορούν να αποτελέσουν αφορμές για συζητήσεις.
Άλλωστε, ο Unabomber ακολούθησε μια υποδειγματική στάση σε σχέση με τις απόψεις του, ακολουθώντας ένα ατομικό τρόπο στάσης και δράσης και δεν παρουσίασε τον εαυτό του σαν αναρχικό, προσπαθώντας να καλυφθεί, αλλά υπήρξε και παραμένει ειλικρινής στις απόψεις και τις προθέσεις του, ανεξαρτήτως συμφωνιών ή διαφωνιών.
V: Νομίζω ήσουν μαθηματικός, και δεν πίστευες αυτά που πιστεύεις τώρα; Τι άλλαξε συνολικά τις ιδέες σου; Πότε άρχισες να σκέφτεσαι ότι το πρόβλημα είναι στον πολιτισμό; Μπορείς να πεις με λίγες λέξεις γιατί αρνείσαι τον πολιτισμό; Πώς και πότε αποφάσισες να ζήσεις σε ένα δάσος και να στέλνεις βόμβες;
TK: Μια ολοκληρωμένη απάντηση σε αυτές τις ερωτήσεις θα ήταν πολύ εκτεταμένη και πολύπλοκη, αλλά θα πω τα εξής: Η διαδικασία μέσω της οποίας αρνήθηκα το μοντερνισμό και τον πολιτισμό άρχισε όταν ήμουν 11 χρονών. Σ’ αυτή την ηλικία άρχισα να έλκομαι από τον πρωτόγονο τρόπο ζωής, όταν διάβασα για τη ζωή του ανθρώπου του Νεάτερνταλ. Τα επόμενα χρόνια, μέχρι να μπω στο Harvard στην ηλικία των 16, συνήθιζα να ονειρεύομαι την απόδραση από τον πολιτισμό και τη ζωή σε κάποιο άγριο μέρος. Κατά την ίδια περίοδο, η αποστροφή μου για τη μοντέρνα ζωή μεγάλωνε καθώς καταλάβαινα όλο και περισσότερο ότι οι άνθρωποι στη βιομηχανική κοινωνία αναγκάζονται να είναι γρανάζια μιας μηχανής, στερούνται την ελευθερία και υπόκεινται στις θελήσεις των μεγάλων οργανισμών που ελέγχουν τις συνθήκες στις οποίες ζουν. Μετά την είσοδό μου στο Harvard, παρακολούθησα κάποια μαθήματα ανθρωπολογίας, μαθαίνοντας περισσότερα για τους πρωτόγονους ανθρώπους και τις γνώσεις που τους βοηθούσαν να ζήσουν στη φύση. Για παράδειγμα, ευχόμουν να έχω τις γνώσεις τους για φυτά που τρώγονται. Αλλά δεν είχα ιδέα για το που να βρω τέτοιες γνώσεις μέχρι περίπου δύο χρόνια αργότερα, ανακάλυψα έκπληκτος ότι υπήρχαν βιβλία για τα φαγώσιμα φυτά. Το πρώτο απ’ αυτά που αγόρασα ήταν το Stalking the Wild Asparagus (Κυνηγώντας το Άγριο Σπαράγγι) του Euell Gibbons, και μετά, όταν γυρνούσα σπίτι απ’ το κολέγιο και το μεταπτυχιακό τα καλοκαίρια, πήγαινα πολλές φορές κάθε εβδομάδα στο προστατευμένο δάσος του Cook County, κοντά στο Σικάγο, για να ψάξω για φαγώσιμα φυτά. Στην αρχή φαινόταν παράξενο να πηγαίνω μόνος μου στο δάσος, μακριά από δρόμους και μονοπάτια. Αλλά καθώς μάθαινα το δάσος και φυτά και ζώα που ζουν σ’ αυτό, μου έφευγε η αμηχανία και ένιωθα όλο και πιο άνετα. Σιγά σιγά γινόμουν όλο και πιο σίγουρος ότι δεν ήθελα να περάσω όλη μου τη ζωή μέσα στον πολιτισμό, κι ότι ήθελα να ζήσω σε κάποιο άγριο μέρος. Στο μεταξύ, πήγαινα καλά στα μαθηματικά. Είχε πλάκα να λύνω μαθηματικά προβλήματα, αλλά στην ουσία τα μαθηματικά ήταν βαρετά και κενά, γιατί για μένα δεν είχαν κάποιο σκοπό. Αν είχα δουλέψει πάνω στα εφαρμοσμένα μαθηματικά, θα είχα συνεισφέρει στην ανάπτυξη της τεχνολογικής κοινωνίας που μισούσα, έτσι δούλεψα μόνο πάνω στα καθαρά μαθηματικά. Αλλά τα καθαρά μαθηματικά ήταν μόνο ένα παιχνίδι. Δεν καταλάβαινα τότε, αλλά και τώρα, γιατί οι μαθηματικοί ήταν ευχαριστημένοι να σπαταλούν όλη τους τη ζωή για ένα μόνο παιχνίδι. Εγώ δεν ήμουν καθόλου ευχαριστημένος με τέτοια ζωή. Ήξερα τι ήθελα: να πάω να ζήσω σε ένα άγριο μέρος. Αλλά δεν ήξερα πώς να το κάνω. Σ’ εκείνες τις μέρες δεν υπήρχαν πρωτογονιστικά κινήματα, survivalists, και κάποιος που θα άφηνε μια φιλόδοξη καριέρα στα μαθηματικά για να πάει να ζήσει ανάμεσα στα δάση ή τα βουνά θα θεωρούνταν χαζός ή τρελός. Δεν ήξερα ούτε ένα άτομο που να καταλάβαινε γιατί ήθελα να κάνω αυτό το πράγμα. Έτσι, βαθιά μέσα μου, πείστηκα ότι δεν μπορούσα να αποδράσω από τον πολιτισμό. Επειδή έβρισκα τη μοντέρνα ζωή τελείως απαράδεκτη, μεγάλωσα όλο και πιο ανέλπιδα, μέχρι που στα 24 έφτασα σ’ ένα είδος κρίσης: ένιωθα τόσο μίζερα που δεν μ’ ένοιαζε αν θα πέθαινα ή αν θα ζήσω. Αλλά όταν έφτασα σ’ αυτό το σημείο, μια ξαφνική αλλαγή συνέβη: κατάλαβα ότι αν δεν φοβόμουν αν θα ζήσω ή αν θα πεθάνω, τότε δε θα χρειαζόταν να φοβάμαι για τις συνέπειες του ο,τιδήποτε θα έκανα. Έτσι μπορούσα να κάνω ό,τι ήθελα. Ήμουν ελεύθερος! Αυτό ήταν το σημείο καμπής στη ζωή μου, γιατί τότε απόκτησα κουράγιο το οποίο διατηρώ από τότε. Εκείνο τον καιρό, επίσης, βεβαιώθηκα ότι θα πήγαινα σύντομα να ζήσω στη φύση, ανεξάρτητα από τις συνέπειες. Πέρασα 2 χρόνια διδάσκοντας στο Πανεπιστήμιο της Καλιφόρνια για να μαζέψω κάποια λεφτά, κι έπειτα παραιτήθηκα κι έψαξα να βρω ένα μέρος στο δάσος για να ζήσω. Θα χρειαζόταν πολύς χρόνος για να απαντήσω το τελευταίο μέρος της ερώτησής σας, αλλά θα σας δώσω μια τμηματική απάντηση αντιγράφοντας αυτό που έγραψα για το περιοδικό μου στις 14 Αυγούστου 1983: «Στις 5 Αυγούστου πήγα ανατολικά. Πήγα στην κρυμμένη κατασκήνωση που έχω σε ένα φαράγγι πέρα απ’ το «Διαγώνιο Φαράγγι». Έμεινα εκεί την επόμενη μέρα, 6 Αυγούστου. Ένιωσα την ειρήνη του δάσους εκεί. Αλλά παρόλο που υπάρχουν φυτά huckleberries και ελάφια εκεί, δεν υπάρχει παρά λίγο παιχνίδι. Επιπλέον, ήταν καιρός από τότε που είδα τελευταία φορά το όμορφο υψίπεδο απ’ το οποίο κατάγονται τα διάφορα είδη του ποταμίσιου σωλομού. Έτσι αποφάσισα να πάω εκεί στις 7 Αυγούστου. Λίγο μετά που διέσχισα το δρόμο στη γειτονιά του βουνού Crater, άρχισα ν’ ακούω αλυσοπρίονα· ο ήχος ακουγόταν σα να έρχεται από το τέρμα της ρεματιάς Roaster Bill. Υπέθεσα ότι έκοβαν δέντρα· δεν μου άρεσε αλλά νόμιζα ότι θα μπορούσα ν’ αποφύγω τέτοιες καταστάσεις όταν θα έφτανα στο υψίπεδο. Περπατώντας ανάμεσα στους λοφίσκους, είδα κάτω ένα καινούργιο δρόμο που δεν υπήρχε παλιά, και φαινόταν να διασχίζει τις ράχες που κλείνουν στη ρεματιά Stemple. Ένιωσα κάπως ν’ αρρωσταίνω. Κι όμως, πήγα στο υψίπεδο. Αυτό που είδα μου έσπασε την καρδιά. Το υψίπεδο είχε χαραχτεί με νέους δρόμους, πλατείς και καλοφτιαγμένους. Το υψίπεδο είχε καταστραφεί για πάντα.
Το μόνο που θα το έσωζε θα ήταν η κατάρρευση της τεχνολογικής κοινωνίας. Δεν μπορούσα να το αντέξω. Ήταν το καλύτερο και πιο όμορφο και απομονωμένο μέρος εκεί γύρω και είχα υπέροχες αναμνήσεις σ’ αυτό. «Ένας δρόμος πέρασε μέσα από λίγες εκατοντάδες πόδια ενός αγαπημένου σημείου, όπου κατασκήνωσα για πολύ καιρό πριν μερικά χρόνια και πέρασα πολλές ευχάριστες ώρες. Γεμάτος θλίψη και οργή γύρισα πίσω και κατασκήνωσα στο South Fork Humbug». Την επόμενη μέρα ξεκίνησα για την καλύβα μου. Η πορεία μου με έφερε σε ένα όμορφο σημείο, ένα από τα αγαπημένα μου μέρη, όπου υπήρχε μια πηγή αγνού νερού που μπορούσες να το πιεις με ασφάλεια χωρίς να το βράσεις. Σταμάτησα και είπα κάτι σαν προσευχή στο πνεύμα της πηγής. Ήταν μια προσευχή στην οποία ορκίστηκα ότι θα εκδικηθώ γι’ αυτό που γινόταν στο δάσος. Το ταξίδι μου συνεχίζεται: «…και τότε επέστρεψα σπίτι όσο πιο γρήγορα μπορούσα επειδή είχα κάτι να κάνω!» Μπορείτε να μαντέψετε τι.
V: Ποιος είναι ο λόγος που αποφάσισες να ανατινάξεις τεχνολογικές περιοχές; Πώς νομίζεις ότι μπορούμε να καταστρέψουμε τον πολιτισμό, πώς θα ερχόταν πιο κοντά σε σένα;
TK: Το πρόβλημα του πολιτισμού είναι πανομοιότυπο με το πρόβλημα της τεχνολογίας. Ας εξηγήσω πρώτα ότι όταν μιλάω για τεχνολογία δεν αναφέρομαι μόνο σε υλικές συσκευές όπως τα εργαλεία και τα μηχανήματα. Περιλαμβάνω, επίσης, τεχνικές όπως η χημεία, η πολιτική μηχανική, ή η βιοτεχνολογία. Επίσης, ανθρώπινες τεχνικές, όπως η προπαγάνδα ή η εκπαιδευτική ψυχολογία, όπως και οργανωτικές τεχνικές που δεν θα μπορούσαν να υπάρχουν σε ένα προηγμένο επίπεδο, χωρίς τις υλικές συσκευές -τα εργαλεία, τα μηχανήματα και τις δομές- και από τις οποίες εξαρτάται όλο το τεχνολογικό σύστημα. Πάντως, η τεχνολογία, με την ευρύτερη έννοια της λέξης, περιλαμβάνει, όχι μόνο μοντέρνα τεχνολογία, αλλά και τις τεχνικές και υλικές συσκευές που υπήρχαν σε προηγούμενα στάδια της κοινωνίας. Για παράδειγμα, το αλέτρι, ο ζυγός για τα ζώα, τα εργαλεία του σιδηρουργού, η εκτροφή ζώων και η καλλιέργεια φυτών, και οι τεχνικές της γεωργίας, η αγροτική-κτηνοτροφική οικονομία και η μεταλλουργία. Πρώιμοι πολιτισμοί εξαρτιόνταν απ’ αυτές τις τεχνολογίες, όπως και στις ανθρώπινες και οργανωτικές τεχνικές που χρειάζονταν για να εξουσιάσουν μεγάλα σύνολα ανθρώπων. Οι πολιτισμοί δεν μπορούν να υπάρξουν χωρίς την τεχνολογία στην οποία βασίζονται. Αντίστροφα, όπου η τεχνολογία είναι διαθέσιμη, ο πολιτισμός πιθανότατα θα αναπτυχθεί αργά ή γρήγορα. Έτσι, το πρόβλημα του πολιτισμού μπορεί να εξισωθεί με το πρόβλημα της τεχνολογίας. Όσο πιο πίσω σπρώξουμε την τεχνολογία, τόσο πιο πίσω θα σπρώξουμε και τον πολιτισμό. Αν μπορούσαμε να σπρώξουμε την τεχνολογία πίσω στη λίθινη εποχή, δεν θα υπήρχε πια πολιτισμός.
V: Θεωρείς ότι η βία είναι δεδομένη;
TK: Βέβαια, η βία είναι δεδομένη. Και είναι απαραίτητη στη φύση. Αν οι κυνηγοί δεν σκότωναν μέλη ενός είδους θηράματος, τότε το είδος του θηράματος θα πολλαπλασιαζόταν σε τέτοιο βαθμό που θα κατέστρεφαν το περιβάλλον καταναλώνοντας όλα τα φαγώσιμα. Πολλά είδη ζώων είναι βίαια εναντίον μελών του δικού τους είδους. Για παράδειγμα, είναι ευρέως γνωστό ότι οι άγριοι χιμπατζήδες συχνά σκοτώνουν άλλους χιμπατζήδες. Δείτε το περιοδικό Time, στις 19 Αυγούστου 2002, σελίδα 56. Σε κάποιες περιοχές είναι συχνές οι συμπλοκές μεταξύ αρκούδων. Το περιοδικό Bear and Other Top Predators Αρκούδα και Άλλοι Κορυφαίοι Θηρευτές, Τόμος 1, τεύχος 2, σσ 28-29, δείχνει μια φωτογραφία αρκούδων που παλεύουν και μια φωτογραφία αρκούδας πληγωμένης σε συμπλοκή, με αναφορές ότι τέτοιες πληγές μπορούν να είναι θανάσιμες. Σε κάποια τροπικά θαλασσοπούλια, στις φωλιές τους υπάρχουν από 2 αυγά. Αφού τα αυγά εκκολαφθούν, ένα από τα νεαρά πουλιά επιτίθεται στο άλλο και το αναγκάζει να βγει από τη φωλιά, κι έτσι πεθαίνει. Βλέπε άρθρο «Sibling Desperado», Science News, Τόμος 163, 15 Φεβρουαρίου 2003. Τα ανθρώπινα όντα στη φύση είναι από τα πιο βίαια είδη. Μια καλή γενική έρευνα της κουλτούρας των κυνηγών-συλλεκτών είναι το The Hunting Peoples, του Carleton S. Coon, εκδ. Little, Brown and Company, Boston – Toronto, 1971, και σ’ αυτό το βιβλίο θα βρείτε πολλά παραδείγματα σε τέτοιες κοινωνίες, ανθρώπινων όντων που επιτίθενται σε άλλα.
Ο καθηγητής Coon ξεκαθαρίζει (σελίδες XIX, 3, 4, 9, 10) ότι θαυμάζει τους κυνηγούς-συλλέκτες και τους θεωρεί πιο τυχερούς από τους πολιτισμένους. Αλλά είναι έντιμος άνθρωπος και δεν αφορίζει αυτές τις πτυχές της πρωτόγονης ζωής, όπως τη βία, που εγείρουν διαφωνίες στους σύγχρονους ανθρώπους. Έτσι, είναι σαφές ότι ένα σημαντικό κομμάτι βίας είναι στη φύση της ανθρώπινης ζωής. Δεν υπάρχει τίποτα λάθος στη βία από μόνη της. Σε κάθε ξεχωριστή περίπτωση, το αν η βία είναι καλή ή κακή, εξαρτάται από το πώς χρησιμοποιείται και το σκοπό για τον οποίο χρησιμοποιείται. Έτσι, γιατί οι μοντέρνοι άνθρωποι θεωρούν τη βία σαν κακή από μόνη της; Το κάνουν για ένα και μόνο λόγο: έχουν υποστεί πλύση εγκεφάλου από την προπαγάνδα. Η μοντέρνα κοινωνία χρησιμοποιεί διάφορες μορφές προπαγάνδας για να διδάξει τους ανθρώπους να φοβούνται και να τρομοκρατούνται από τη βία, επειδή το τεχνο-βιομηχανικό σύστημα χρειάζεται έναν πληθυσμό δειλό, πειθήνιο, φοβισμένο να υψώσει το ανάστημά του, έναν πληθυσμό που δε θα δημιουργήσει προβλήματα ή θα διαταράξει την ομαλή λειτουργία του συστήματος. Η εξουσία βασίζεται στο φυσικό καταναγκασμό. Διδάσκοντας τους ανθρώπους ότι η βία είναι λάθος (εκτός, φυσικά, όταν το σύστημα τη χρησιμοποιεί με την αστυνομία ή το στρατό), το σύστημα διατηρεί το μονοπώλιό του στο φυσικό καταναγκασμό και έτσι κρατάει όλη την εξουσία στα χέρια του. Ό,τι φιλοσοφικές ή ηθικές εκλογικεύσεις και να εφεύρουν οι άνθρωποι για να εξηγήσουν την αντίληψή τους ότι η βία είναι λανθασμένη, η αληθινή αιτία γι’ αυτή την αντίληψη είναι το ότι έχουν ασυνείδητα απορροφηθεί από την προπαγάνδα του συστήματος.
V: Πώς βλέπεις τους αναρχικούς, τους οικο-αναρχικούς, τους αναρχο-πριμιτιβιστές; Συμφωνείς μαζί τους; Πώς βλέπεις τη χορτοφαγία/ολική χορτοφαγία; Τι νομίζεις για το να μην τρως και να χρησιμοποιείς ζώα; Τι νομίζεις για το ALF/ELF; Τι νομίζεις για ομάδες όπως η Earth First!, το ELF και τους Gardening Gorillas;
TK: Όλες οι ομάδες που αναφέρετε εδώ είναι κομμάτι ενός κινήματος. (Ας το ονομάσουμε «GA» – απ’ το «green anarchist» / οικο-αναρχικό). Φυσικά, αυτοί οι άνθρωποι έχουν δίκιο στο βαθμό που αντιτίθενται στον πολιτισμό και την τεχνολογία στην οποία βασίζεται. Αλλά, εξαιτίας του βαθμού αυτού του αναπτυσσόμενου κινήματος, μπορεί στην ουσία να βοηθήσει το τεχνο-βιομηχανικό σύστημα να προστατέψει τον εαυτό του και να λειτουργήσει σαν εμπόδιο στην επανάσταση. Θα εξηγήσω. Είναι δύσκολο να καταστείλεις την εξέγερση ευθέως. Όταν η εξέγερση καταστέλλεται, ξεσπάει πολύ συχνά αργότερα με άλλη μορφή την οποία οι αρχές αντιμετωπίζουν πιο δύσκολα. Για παράδειγμα, το 1878 η Γερμανική βουλή νομοθέτησε σκληρούς και καταπιεστικούς νόμους ενάντια στο Σοσιαλδημοκρατικό κίνημα, και σαν αποτέλεσμα το κίνημα συντρίφθηκε και τα μέλη του σκορπίστηκαν, συγχύστηκαν και αποθαρρύνθηκαν, αλλά μόνο για λίγο. Το κίνημα σύντομα επανενώθηκε, έγινε πιο ενεργητικό, και βρήκε νέους τρόπους να διαδώσει τις ιδέες του, έτσι το 1884 ήταν δυνατότερο από ποτέ (G.A. Zimmermann, Das Neunzehnte Jahrhundert: Geshichtlicher und kulturhistorischer, Ruckblick, Druck und Verlag von Geo. Brumder, Milwaukee, 1902, σελίδα 23). Έτσι, οι οξυδερκείς παρατηρητές των ανθρώπινων υποθέσεων ξέρουν ότι οι ισχυρές τάξεις μιας κοινωνίας μπορούν αποτελεσματικά να αμυνθούν ενάντια στην εξέγερση, χρησιμοποιώντας ισχύ και άμεση καταστολή μόνο σε έναν περιορισμένο βαθμό, και βασιζόμενοι κύρια στη χειραγώγηση για την εκτροπή/παρέκκλιση της εξέγερσης. Ένα από τα πιο αποτελεσματικά εργαλεία που χρησιμοποιείται είναι αυτό της παροχής καναλιών μέσω των οποίων οι εξεγερτικές παρορμήσεις μπορούν να εκφραστούν με τρόπους που είναι ανώδυνοι για το σύστημα. Για παράδειγμα, είναι ευρέως γνωστό ότι στη Σοβιετική Ένωση το σατιρικό περιοδικό Krokodil σχεδιάστηκε για να δίνει διέξοδο σε παράπονα και στη δυσφορία για τις αρχές με τρόπο που δε θα οδηγούσε κανέναν σε αμφισβήτηση της νομιμότητας του Σοβιετικού συστήματος ή στο να εξεγερθεί εναντίον του με κανέναν σοβαρό τρόπο. Αλλά το δημοκρατικό σύστημα της Δύσης έχει αναπτύξει μηχανισμούς για την εκτροπή/παρέκκλιση της εξέγερσης που είναι πολύ πιο σύνθετοι και αποτελεσματικοί απ’ οποιονδήποτε άλλον υπήρξε στη Σοβιετική Ένωση. Είναι αξιοσημείωτο, ότι στη μοντέρνα Δυτική κοινωνία οι άνθρωποι εξεγείρονται για τις αξίες του ίδιου του συστήματος, εναντίον του οποίου φαντάζονται ότι εξεγείρονται. Οι αριστεροί εξεγείρονται υπέρ μιας φυλετικής ή θρησκευτικής ισότητας, για ισότητα για τις γυναίκες και τους ομοφυλόφιλους, για την ανθρώπινη μεταχείριση στα ζώα, και ούτω καθεξής. Αλλά αυτές είναι οι αξίες που τα Αμερικανικά Μέσα Μαζικής Ενημέρωσης προωθούν κάθε μέρα επάνω μας. Οι αριστεριστές έχουν υποστεί τέτοια ενδελεχή πλύση εγκεφάλου από τα ΜΜΕ που μπορούν να εξεγερθούν μόνο με τους όρους αυτών των αξιών, που είναι αξίες του ίδιου του τεχνο-βιομηχανικού συστήματος. Με αυτόν τον τρόπο το σύστημα έχει επιτυχημένα κατορθώσει να εκτρέψει/παρεκκλίνει τις εξεγερτικές παρορμήσεις της αριστεράς σε κανάλια που είναι ανώδυνα για το σύστημα.
Η εξέγερση ενάντια στην τεχνολογία και τον πολιτισμό είναι αληθινή εξέγερση, μια αληθινή επίθεση στις αξίες του υπάρχοντος συστήματος. Αλλά οι πράσινοι αναρχικοί (οικο-αναρχικοί), αναρχο-πριμιτιβιστές και ούτω καθεξής (το κίνημα «GA»), έχουν γίνει δέκτες μιας βαριάς επίδρασης της αριστεράς, που η εξέγερσή τους ενάντια στον πολιτισμό έχει σε ένα μεγάλο βαθμό ουδετεροποιηθεί. Αντί να εξεγερθούν ενάντια στις αξίες του πολιτισμού, έχουν υιοθετήσει πολλές πολιτισμικές αξίες οι ίδιοι και έχουν κατασκευάσει μια φαντασιακή εικόνα των πρωτόγονων κοινωνιών που ενσωματώνει αυτές τις πολιτισμένες αξίες. Υποκρίνονται ότι οι κυνηγοί-συλλέκτες δούλευαν μόνο 2 ή 3 ώρες τη μέρα (δηλαδή 14 με 21 την εβδομάδα), ότι είχαν φυλετική ισότητα, ότι σέβονταν τα δικαιώματα των ζώων, ότι πρόσεχαν να μη βλάψουν το περιβάλλον κτλ. Αλλά όλα αυτά είναι μύθος. Αν διαβάσετε πολλές αναφορές που γράφτηκαν από ανθρώπους που προσωπικά παρατήρησαν κοινωνίες κυνηγών-συλλεκτών σε καιρούς που ήταν σχετικά ανέγγιχτοι από τον πολιτισμό, θα δείτε ότι:
α) Όλες αυτές οι κοινωνίες έτρωγαν φαγητό από ζώα, καμία δεν ήταν χορτοφαγική.
β) Πολλές (αν όχι όλες) απ’ αυτές τις κοινωνίες κακοποιούσαν ζώα.
γ) Η πλειοψηφία αυτών των κοινωνιών δεν είχαν ισότητα μεταξύ των φύλων.
δ) Ο μέσος όρος των 2 ή 3 ωρών εργασίας τη μέρα, ή 14 με 21 ωρών την εβδομάδα, βασίζεται σε έναν αποπροσανατολιστικό ορισμό της «εργασίας». Μια πιο ρεαλιστική προσέγγιση για πλήρως νομαδικές κοινωνίες κυνηγών-συλλεκτών θα έδινε περίπου 40 ώρες εργασίας την εβδομάδα, και μερικές δούλευαν για πολύ παραπάνω.
ε) Οι περισσότερες απ’ αυτές τις κοινωνίες δεν ήταν μη-βίαιες.
στ) Ο ανταγωνισμός υπήρχε στις περισσότερες, ή πιθανόν σε όλες απ’ αυτές τις κοινωνίες. Σε μερικές απ’ αυτές ο ανταγωνισμός μπορούσε να πάρει βίαιες μορφές.
ζ) Αυτές οι κοινωνίες ποικίλλουν εξαιρετικά στο βαθμό που προσέχουν να μη βλάψουν το περιβάλλον. Μερικές το συντηρούν, αλλά άλλες βλάπτουν το περιβάλλον τους με το υπερβολικό κυνήγι, με την ασύδοτη χρήση φωτιάς ή με άλλους τρόπους.
… Θα μπορούσα να παραθέσω πάμπολλες αξιόπιστες πηγές πληροφοριών που υποστηρίζουν τις προηγούμενες θέσεις, αλλά αν το έκανα, το γράμμα αυτό θα γινόταν εξαιρετικά μακρύ. Έτσι θα κρατήσω αυτές τις πηγές για μια πιο κατάλληλη περίσταση. Εδώ αναφέρω μόνο μερικά παραδείγματα:
– Κακομεταχείριση των ζώων: Οι πυγμαίοι Mbuti: «Ο νεαρός το είχε απλώσει με το πρώτο σπρώξιμο, καρφώνοντας το ζώο στο έδαφος απ’ το σαρκώδες σημείο του στομαχιού. Αλλά το ζώο ήταν ακόμα ζωντανό, πολεμώντας για ν’ απελευθερωθεί. … Ο Maipe του κάρφωσε κι άλλη λόγχη στο λαιμό, αλλά ακόμα σπαρταρούσε και πάλευε. Μόνο όταν ένα τρίτο ακόντιο κάρφωσε την καρδιά του εγκατέλειψε την πάλη.
«…οι Πυγμαίοι στάθηκαν γύρω τους ενθουσιασμένοι, δείχνοντας το σκοτωμένο ζώο και γελώντας… Σε άλλες φάσεις έχω δει Πυγμαίους να καψαλίζουν τα φτερά των πουλιών που ήταν ακόμη ζωντανά, εξηγώντας ότι το κρέας είναι πιο τρυφερό αν ο θάνατος έρχεται αργά. Και τα κυνηγετικά σκυλιά, καθώς είναι πολύτιμα, δέχονταν άγριες κλωτσιές από τη μέρα που γεννιούνται μέχρι τη μέρα που πεθαίνουν». (Colin Turnbull, The Forest People, Simon and Schuster, 1962, σ 101)
– Εσκιμώοι: Οι Εσκιμώοι με τους οποίους έζησε ο Gontran de Poncins κλωτσούσαν και έδερναν τα σκυλιά τους βάναυσα. (Gontran de Poncins, Kabloona, εκδ. Time-Life Books, Alexandria, Virginia, 1980, σσ 29, 30, 49, 189, 196, 198-99, 212, 216).
– Οι Siriono: Οι Siriono μερικές φορές αιχμαλώτιζαν νεαρά ζώα και τα έφερναν πίσω στον καταυλισμό, αλλά δεν τους έδιναν τίποτα να φάνε, και τα ζώα υπόκεινταν σε τέτοια κακομεταχείριση από τα παιδιά που σύντομα πέθαιναν. (Allan R. Holmberg, Nomads of the Long Bow: Οι Siriono της Ανατολικής Βολιβίας, εκδ. The Natural History Press, Garden City, New York, 1969, σσ 69-70, 208) (Οι Siriono δεν ήταν μόνο κυνηγοί-συλλέκτες, αφού καλλιεργούσαν σε μικρό βαθμό κάποιες εποχές του χρόνου, αλλά έζησαν κυρίως με το κυνήγι και τη συλλογή. Holmberg, σσ 51, 63, 67, 76-77, 82-83, 265).
– Έλλειψη ισότητας των φύλων: O Turnbull λέει ότι ανάμεσα στους Πυγμαίους Mbuti, «μια γυναίκα δεν είναι σε καμία περίπτωση κατώτερη του άντρα». (Colin Turnbull, Wayward Servants, εκδ. The Natural History Press, Garden City, New York, 1965, σ 270), και ότι «η γυναίκα δεν υπόκειται σε διακρίσεις σε βάρος της» (Turnbull, The Forest People, σ 154). Αλλά στα ίδια βιβλία ο Turnbull αναφέρει διάφορα γεγονότα που δείχνουν ότι οι Mbuti δεν είχαν ισότητα όπως την αντιλαμβανόμαστε σήμερα. «Κάποιες φορές ο ξυλοδαρμός της γυναίκας θεωρείται καλός, και η γυναίκα αναμένεται να ανταποδώσει». (Wayward Servants, σ 287). «Έλεγε ότι ήταν πολύ ευχαριστημένος με τη γυναίκα του, και δεν χρειαζόταν να τη δείρει καθόλου». (The Forest People, σ 205). Ένας άλλος πετάει τη γυναίκα του στο έδαφος και τη χαστουκίζει (Wayward Servants, σ 211). Ο σύζυγος δέρνει τη γυναίκα του. (Wayward Servants, σ 192). Οι Mbuti εφαρμόζουν αυτό που οι Αμερικάνοι θα έλεγαν «βιασμός στο ραντεβού». (Wayward Servants, σ 137). Ο Turnbull αναφέρει δύο περιστατικά ανδρών που διατάζουν τις γυναίκες τους (Wayward Servants, σ 288-89, The Forest People, σ 265). Δεν έχω βρει κανένα περιστατικό στα βιβλία του Turnbull όπου οι γυναίκες να δίνουν διαταγές στους άνδρες τους. Οι Siriono: Οι Siriono δεν χτυπούσαν τις γυναίκες τους (Holmberg, σ 128). Αλλά: «Η γυναίκα είναι υποδεέστερη του άνδρα» (σ 125). «Η διευρυμένη οικογένεια είναι γενικά υποκείμενη στον μεγαλύτερο ηλικιακά ενεργό άνδρα» (σ 129). «Οι γυναίκες… εξουσιάζονται από τους άνδρες» (σ 147). «Η σεξουαλικότητα κυρίως καθορίζεται από τους άνδρες… Αν ένας άνδρας είναι έξω στο δάσος μόνος με μια γυναίκα… μπορεί να την πετάξει στο έδαφος και να πάρει το τρόπαιό του χωρίς να πει λέξη» (σ 163). Οι γονείς σίγουρα προτιμούν να έχουν αρσενικά παιδιά, (σ 202, επίσης σσ 148, 156, 168-69, 210, 224). Οι Αυστραλοί Αβορίγινες: «Στις πιο βόρειες και δυτικές περιοχές (στην Αυστραλία) … η δύναμη βρίσκεται στα χέρια των ώριμων, συνήθως πολυγαμικών ανδρών ηλικίας 30 έως 50, και ο έλεγχος πάνω στις γυναίκες και τους νεαρότερους άνδρες μοιραζόταν ανάμεσά τους.» (Carleton S. Coon, The Hunting Peoples, σ 255). Σε κάποιες αυστραλιανές φυλές, νεαρές γυναίκες υποχρεώνονταν να παντρεύονται ηλικιωμένους άνδρες, κυρίως για να εργάζονται γι’ αυτούς. Γυναίκες που αρνούνταν να το κάνουν δέρνονταν μέχρι να συναινέσουν. (Aldo Massola, The Aborigines of South-Eastern Australia: As They Were, εκδ. The Griffin Press, Adelaide, Australia, 1971. Δεν έχω τις συγκεκριμένες σελίδες, αλλά θα το βρείτε πιθανότατα ανάμεσα στις σελίδες 70 και 80.)
– Χρόνος εργασίας: Μια καλή γενική επισκόπηση γίνεται στο βιβλίο της Elizabeth Cashdan, «Hunters and Gatherers: Economic Behaviour in Bands», στο Stuart Plattner (εκδότης), Economic Anthropology (εκδ. Stanford University Press, 1989, σσ 21-48).
Η Cashdan εξετάζει μια μελέτη του Richard Lee, που βρήκε ότι μια συγκεκριμένη ομάδα των Βουσμάνων Kung εργάζονταν λίγο παραπάνω από 40 ώρες την εβδομάδα. Και καταδεικνύει, στις σελίδες 24-25, ότι υπήρχαν αποδείξεις ότι η μελέτη του Lee έγινε σε καιρό που οι Kung δούλευαν λιγότερα από άλλες περιόδους. Τονίζει ότι στη σελίδα 26 ο Lee δεν περιλαμβάνει την ώρα που απαιτείται για τη φροντίδα των παιδιών. Και στις σελίδες 24-25 αναφέρει άλλους κυνηγούς-συλλέκτες που δούλευαν περισσότερο από το χρόνο που αναφέρει ο Lee. Σαράντα ώρες την εβδομάδα είναι προφανώς μια μίνιμουμ εκτίμηση του χρόνου εργασίας των πλήρως νομαδικών κυνηγών-συλλεκτών. Ο Gontran de Poncins, στο Kabloona (που αναφέρθηκε νωρίτερα), στη σελίδα 111, ανέφερε ότι οι Εσκιμώοι με τους οποίους έζησε έστηναν δίχτυα 15 ώρες την ημέρα. Προφανώς δεν εννοεί ότι δούλευαν 15 ώρες τη μέρα, αλλά φαίνεται καθαρά στο βιβλίο του ότι οι Εσκιμώοι με τους οποίους έζησε δούλευαν σκληρά. Στους Πυγμαίους Mbuti, οι οποίοι χρησιμοποιούν δίχτυα για να κυνηγήσουν, «η παρασκευή των διχτυών είναι ουσιαστικά μια πλήρη απασχόληση… στην οποία και οι άνδρες και οι γυναίκες συμμετέχουν ανεξάρτητα από τον ελεύθερο χρόνο και τις κλίσεις τους» (Turnbull, The Forest People, σ 131).
Στους Siriono, οι άντρες κυνηγούσαν, κατά μέσο όρο, κάθε δεύτερη μέρα (Holmberg, σσ 75-76). Ξεκινούσαν το ξημέρωμα και επέστρεφαν στον καταυλισμό συνήθως μεταξύ 4 και 6 το απόγευμα (Holmberg, σσ 100-101). Αυτό μας κάνει ένα μέσο όρο 11 ωρών κυνηγιού, και με 3,5 μέρες την εβδομάδα μας κάνει ένα μέσο όρο 38 ωρών την εβδομάδα, τουλάχιστον. Κι αφού οι άνδρες και τις μέρες που δεν κυνηγούσαν έκαναν αρκετές δουλειές (σσ 76,100), η εργάσιμη εβδομάδα κυμαινόταν πάνω από τις 40 ώρες εβδομαδιαίως. Πρακτικά, ο Holmberg υπολόγισε ότι οι Siriono ξοδεύουν τις μισές ώρες που είναι ξύπνιοι στο κυνήγι και τη συλλογή τροφών (σ 222), που σημαίνει περίπου 56 ώρες εβδομαδιαίως σ’ αυτές τις δραστηριότητες. Η γυναίκα Siriono «απολαμβάνει ακόμα μικρότερη ανάπαυλα από την εργασία απ’ ότι ο σύζυγός της», και «η υποχρέωση να αναθρέψει τα παιδιά της της αφήνει λίγο χρόνο να ξεκουραστεί» (Holmberg, σ 224).
Βία: Όπως αναφέρθηκε παραπάνω, πολλά παραδείγματα βίας μπορούν να βρεθούν στο βιβλίο του Coon The Hunting Peoples. Σύμφωνα με τον Gontran de Poncins (Kabloona, σσ 116-120, …), οι ανθρωποκτονίες -συνήθως με μαχαίρωμα στην πλάτη- ήταν αρκετά κοινές ανάμεσα στους Εσκιμώους. Οι Πυγμαίοι Mbuti ήταν πιθανόν μια απ’ τις λιγότερες βίαιες ομάδες που γνωρίζω, καθώς ο Turnbull δεν αναφέρει καμία περίπτωση ανθρωποκτονίας ανάμεσά τους (εκτός της βρεφοκτονίας· βλ. Wayward Servants, σ 130). Πάντως, ο Turnbull στα δύο του βιβλία που αναφέρθηκαν, απαριθμεί πολλούς ξυλοδαρμούς και συμπλοκές με γροθιές ή ξύλα. Ο Paul Schebesta αναφέρει μαρτυρίες ότι το πρώτο μισό του 19ου αιώνα οι Mbuti εξαπέλυσαν θανατηφόρες επιδρομές ενάντια στους Αφρικανούς που ζούσαν σε χωριά μέσα στο δάσος τους (Die Bambuti-Pygaen vom Ituri, Τόμος I, εκδ. Institut Royal Colonial Belge, Brussels, 1938, σσ 81-84. Για τη βρεφοκτονία, βλ. Schebesta, σ 138).
Ανταγωνισμός – Η παρουσία ανταγωνισμού στις κυνηγετικές και τροφοσυλλεκτικές κοινωνίες φαίνεται στους καυγάδες που λαμβάνουν χώρα σε κάποιες απ’ αυτές. Βλέπε για παράδειγμα στο βιβλίο του Coon, The Hunting Peoples (σ 238, 252, 257-58). Αν ένας σωματικός καυγάς δεν είναι μορφή ανταγωνισμού, τότε τίποτα δεν είναι. Καυγάδες μπορεί να προκύψουν από τον ανταγωνισμό για φίλους. Για παράδειγμα, ο Turnbull, στο Wayward Servants (σ 206) αναφέρει μια γυναίκα που έχασε 3 δόντια σε καυγά με άλλη γυναίκα για έναν άνδρα. Ο Conn (σ 260) αναφέρει καυγά για τα μάτια μιας γυναίκας ανάμεσα σε Αυστραλούς Αβορίγινες. Ο ανταγωνισμός για το φαγητό μπορεί επίσης να οδηγήσει σε φιλονικία. «Το μοίρασμα (του κρέατος) δεν γίνεται χωρίς διαφωνίες ή πικρία. Αντίθετα, οι διαφωνίες που προκύπτουν όταν επιστρέφει το κυνήγι στον καταυλισμό είναι συχνά δυνατές και θορυβώδεις…» (Wayward Servants, σ 158.) Ο Coon αναφέρεται σε «κραυγαλέες διαφωνίες» πάνω στο μοίρασμα κρέατος φάλαινας ανάμεσα σε κάποιους Εσκιμώους (The Hunting Peoples, σ 125).
Θα μπορούσα να συνεχίσω και να παραθέσω γεγονότα που δείχνουν πόσο γελοία είναι η εικόνα πρωτόγονων ανθρώπων που δεν είναι ανταγωνιστικοί, είναι χορτοφάγοι και σέβονται τη φύση, έχουν φυλετική ισότητα, σέβονται τα δικαιώματα των ζώων, και δεν χρειάζεται να δουλεύουν για να ζούνε. Αλλά αυτό το γράμμα είναι ήδη μακρύ, έτσι τα παραδείγματα που δίνονται θα πρέπει να είναι αρκετά. Δεν εννοώ ότι ο κυνηγετικός και τροφοσυλλεκτικός τρόπος ζωής δεν ήταν καλύτερος από τη σύγχρονη ζωή. Αντίθετα, πιστεύω ότι ήταν καλύτερα πέρα από κάθε σύγκριση. Πολλοί, ενδεχομένως, ερευνητές που μελετούν τους κυνηγούς-τροφοσυλλέκτες έχουν εκφράσει το σεβασμό τους, ακόμα και τη ζήλια τους γι’ αυτούς. Για παράδειγμα, ο Cashdan (σ 21) αναφέρεται στον κυνηγετικό και τροφοσυλλεκτικό τρόπο ζωής σαν «πολύ επιτυχημένο». Ο Coon (σ ΧΙΧ) αναφέρεται στις «γεμάτες και ικανοποιητικές ζωές» των κυνηγών-τροφοσυλλεκτών. Ο Turnbull γράφει: «Οι Mbuti κατάφεραν, με όλες τις δυσκολίες και τα προβλήματα και τραγωδίες, ένα υπέροχο πράγμα γεμάτο χαρά και ευτυχία χωρίς έγνοιες.» (The Forest People, σ 26) Ο Schebesta γράφει (σ 73): «Πόσο ποικίλλουν οι κίνδυνοι, αλλά και οι χαρούμενες εμπειρίες στις κυνηγετικές εκδρομές και τα αμέτρητα ταξίδια στο πρωτόγονο δάσος! Εμείς, που ζούμε σε μια α-ποιητική και μηχανική εποχής, δεν μπορούμε παρά στο ελάχιστο να νιώσουμε πόσο βαθιά αυτά αγγίζουν τους Ανθρώπους του Δάσους στις μυστηριώδεις-μαγικές σκέψεις τους και διαμορφώνουν τη συμπεριφορά τους». Και στη σελίδα 205: «Οι Πυγμαίοι στέκονται μπροστά μας σαν η πιο φυσιολογική απ’ όλες τις ανθρώπινες φυλές, σαν άνθρωποι που ζουν αποκλειστικά σε συμμόρφωση με τη φύση και χωρίς την κακοποίηση του φυσικού τους οργανισμού. Ανάμεσα στις θεμελιώδεις ιδιαιτερότητές τους είναι μια ασυνήθιστα κακοτράχαλη φυσικότητα και ζωντάνια, και μια απαράμιλλη χαρά και ελευθερία από κάθε έγνοια. Είναι άνθρωποι των οποίων οι ζωές περνάνε σε συμμόρφωση με τους νόμους της φύσης».
Αλλά, προφανώς, οι λόγοι για τους οποίους η πρωτόγονη ζωή είναι καλύτερη από την πολιτισμένη δεν έχουν να κάνουν με την ισότητα των φύλων, την καλοσύνη προς τα ζώα, το μη-ανταγωνισμό, ή τη μη-βία. Αυτές οι αξίες είναι οι μαλθακές αξίες του μοντέρνου πολιτισμού. Προβάλλοντας αυτές τις αξίες σε κυνηγετικές και τροφοσυλλεκτικές κοινωνίες, το Κίνημα της Πράσινης Αναρχίας (GA) έχει δημιουργήσει ένα μύθο μιας πρωτόγονης ουτοπίας που δεν υπήρχε ποτέ στην πραγματικότητα. Έτσι, ακόμα κι αν το Κίνημα αυτό ισχυρίζεται ότι απορρίπτει τον πολιτισμό και τη σύγχρονη εποχή, παραμένει δέσμιο σε κάποιες από τις πιο σημαντικές αξίες της μοντέρνας κοινωνίας. Γι’ αυτό το Κίνημα αυτό δεν μπορεί να είναι ένα αποτελεσματικό επαναστατικό κίνημα.
Σε πρώτη φάση, ένα μέρος της ενέργειας του GA παρεκκλίνει μακριά από το αληθινό επαναστατικό υποκείμενο – την καταστροφή της μοντέρνας τεχνολογίας και του πολιτισμού γενικά – για χάρη των ψευτο-επαναστατικών θεμάτων του ρατσισμού, σεξισμού, των δικαιωμάτων των ζώων, των ομοφυλόφιλων κ.τ.λ.
Σε δεύτερη φάση, εξαιτίας της δέσμευσής του σ’ αυτές τις ψευτο-επαναστατικές αξίες, το Κίνημα GA μπορεί να προσελκύσει πάρα πολλούς αριστεριστές – ανθρώπους που ενδιαφέρονται να απαλλαγούν από το μοντέρνο πολιτισμό λιγότερο από τα αριστερίστικα ζητήματα του ρατσισμού, σεξισμού κ.τ.λ. Αυτό θα προκαλούσε περαιτέρω παρέκκλιση της ενέργειας αυτού του κινήματος από τα ζητήματα της τεχνολογίας και του πολιτισμού.
Σε τρίτη φάση, το αντικείμενο της διασφάλισης των δικαιωμάτων των γυναικών, των ομοφυλόφιλων, των ζώων, και ούτω καθεξής, είναι ασύμβατο με το αντικείμενο της καταστροφής του πολιτισμού, επειδή οι γυναίκες και οι ομοφυλόφιλοι στις πρωτόγονες κοινωνίες συχνά δεν έχουν ισότητα, και τέτοιες κοινωνίες συνήθως κακομεταχειρίζονται τα ζώα. Αν ο σκοπός είναι η διασφάλιση των δικαιωμάτων αυτών των ομάδων, τότε θα έπρεπε να μείνουμε στο μοντέρνο πολιτισμό.
Σε τέταρτη φάση, το Κίνημα GA υιοθετεί πολλές από τις μαλθακές αξίες του μοντέρνου πολιτισμού, όπως το μύθο μιας μαλθακής πρωτόγονης ουτοπίας, κι έτσι ελκύει πάρα πολλούς μαλθακούς, ονειροπόλους, τεμπέληδες, ανεπαρκείς ανθρώπους που τείνουν περισσότερο να υποχωρήσουν σε ουτοπικές φαντασιώσεις απ’ το να δράσουν αποτελεσματικά και ρεαλιστικά για να απαλλαγούν από το τεχνο-βιομηχανικό σύστημα. Στην ουσία, υπάρχει μεγάλος κίνδυνος το Κίνημα GA να πάρει τον ίδιο δρόμο όπως ο Χριστιανισμός. Αρχικά, υπό την προσωπική ηγεσία του Ιησού Χριστού, ο Χριστιανισμός δεν ήταν μόνο ένα θρησκευτικό κίνημα, αλλά κι ένα κίνημα για την παγκόσμια επανάσταση. Σαν αμιγώς θρησκευτικό κίνημα ο Χριστιανισμός πέτυχε, αλλά σαν επαναστατικό κίνημα απέτυχε τελείως. Δεν έκανε τίποτα για να διορθώσει τις κοινωνικές ανισότητες των καιρών του, και την ώρα που οι Χριστιανοί μπορούσαν να κάνουν συμφωνία με τον αυτοκράτορα Κωνσταντίνο, πουλήθηκαν και έγιναν μέρος της εξουσιαστικής δομής της Ρωμαϊκής Αυτοκρατορίας. Φαίνεται να υπάρχουν ανησυχητικές ομοιότητες ανάμεσα στην ψυχολογία του κινήματος GA και αυτού του πρώιμου Χριστιανισμού. Οι αναλογίες ανάμεσα σ’ αυτά τα δύο κινήματα είναι αξιοπρόσεκτες: πρωτόγονη ουτοπία = Κήπος της Εδέμ, ανάπτυξη του πολιτισμού = προπατορικό αμάρτημα, το φάγωμα του μήλου από το Δέντρο της Γνώσης, Επανάσταση = Δευτέρα Παρουσία, επιστροφή στην πρωτόγονη ουτοπία = άφιξη της Βασιλείας του Θεού. Η ολική χορτοφαγία προφανώς παίζει τον ίδιο ψυχολογικό ρόλο με τους διαιτητικούς περιορισμούς του Χριστιανισμού (νηστεία στη Μεγάλη Σαρακοστή) και άλλων θρησκειών. Το ρίσκο που παίρνουν οι ακτιβιστές για να μπλοκάρουν υλοτομικά μηχανήματα με τα σώματά τους μπορεί να συγκριθεί με τη μαρτυρία των πρώτων Χριστιανών που πέθαιναν για τις αντιλήψεις τους (μόνο που τα μαρτύρια των πρώτων Χριστιανών απαιτούσαν πολύ περισσότερο θάρρος από τις τακτικές των σημερινών ακτιβιστών). Αν το Κίνημα GA πάρει τον ίδιο δρόμο με το Χριστιανισμό, θα αποτύχει κι αυτό τελείως σαν επαναστατικό κίνημα. Το Κίνημα GA μπορεί να μην είναι μόνο άχρηστο, αλλά χειρότερο από άχρηστο, επειδή μπορεί να εμποδίσει την ανάπτυξη ενός αποτελεσματικού επαναστατικού κινήματος. Η εναντίωση στην τεχνολογία και τον πολιτισμό είναι σημαντικό μέρος του προγράμματος του Κινήματος GA, κι έτσι νέοι άνθρωποι, που είναι προβληματισμένοι για τις επιδράσεις του τεχνολογικού πολιτισμού στον κόσμο, ελκύονται απ’ αυτό το κίνημα. Σίγουρα δεν είναι όλοι αριστεριστές ή μαλθακοί, ονειροπόλοι, ανεπαρκείς· κάποιοι απ’ αυτούς έχουν την προοπτική να γίνουν αληθινοί επαναστάτες. Αλλά στο κίνημα GA είναι λιγότεροι από τους αριστεριστές και άλλους άχρηστους ανθρώπους, κι έτσι ουδετεροποιούνται, διαφθείρονται, και το επαναστατικό δυναμικό τους χαραμίζεται. Μ’ αυτή την έννοια, το Κίνημα GA μπορεί να καταστρέψει τους εν δυνάμει επαναστάτες. Θα είναι απαραίτητο να φτιαχτεί ένα νέο επαναστατικό κίνημα που θα παραμένει αυστηρά έξω από το Κίνημα GA και τις μαλθακές, πολιτισμένες αξίες του. Αλλά αυτές οι αξίες δεν σχετίζονται με την προσπάθεια εξολόθρευσης του τεχνολογικού πολιτισμού. Δεν είναι επαναστατικές αξίες. Ένα αποτελεσματικό επαναστατικό κίνημα θα πρέπει αντ’ αυτού να υιοθετήσει τις σκληρές αξίες των πρωτόγονων κοινωνιών, όπως δεξιότητα, αυτο-πειθαρχία, τιμιότητα, φυσική και πνευματική αντοχή, απόρριψη των εξωτερικά επιβαλλόμενων αναστολών, δυνατότητα αντοχής στο σωματικό πόνο, και, πάνω απ’ όλα, θάρρος.
Μετάφραση: Ξανά στους Δρόμους
Δημοσιεύθηκε στην ΔΙΑΔΡΟΜΗ ΕΛΕΥΘΕΡΙΑΣ, φ. 61, Μάιος 2007