Μύθοι, θρησκείες και Εκκλησία
Η έλευση της άνοιξης συνδυάζεται θρησκευτικά με την μεγάλη περίοδο θρησκευτικής νηστείας και το Πάσχα των χριστιανών. Είναι γνωστό, ότι πάρα πολλά στοιχεία, γιορτές, τελετές, σύμβολα, νηστείες, μυστήρια και συμβολισμούς ο χριστιανισμός τα άντλησε από προηγούμενες θρησκείες. Αυτό μπορεί να ερμηνευθεί τόσο ως μια λογική συνέχεια της θρησκευτικότητας, αλλά ταυτόχρονα και ως μια κίνηση αποτελεσματικότερης διείσδυσης σε πληθυσμούς που ορίζονταν από το θρησκευτικό στοιχείο. Πρέπει, όμως, να επισημάνουμε εξ αρχής ότι μια από τις ουσιαστικές διαφορές του χριστιανισμού με προγενέστερες θρησκείες (π.χ. παγανιστικού χαρακτήρα) είναι ο τρόπος που ορίζει τη σχέση του ανθρώπου με τη φύση και το θείο, αφού αποδέχεται ένα υπερβατικό θεό που παρεμβαίνει αδιάκοπα στα ανθρώπινα και η αναζήτηση του δεν γίνεται στο απτό φυσικό περιβάλλον αλλά σε υπερβατικούς κόσμους.
Όμως οι ανθρώπινες κοινότητες ήταν ανέκαθεν θρησκευόμενες, άθρησκες ή άθεες; Οφείλουμε να πούμε ότι πολλές μελέτες και απόψεις αποτυπώνουν αντιθετικές καταστάσεις ως προς την ύπαρξη και την παρουσία της θρησκευτικότητας των ανθρώπων στις κοινότητες. Για παράδειγμα, ο Lubbock (1871), που είχε μελετήσει πρωτόγονες φυλές σε Αυστραλία και Γη του Πυρός, ισχυρίζεται ότι αρχικά η ανθρωπότητα ήταν άθεη. Και διακρίνει τα στάδια εξέλιξης της θρησκείας στα στάδια του φετιχισμού, τοτεμισμού, σαμανισμού και της ανθρωπόμορφης ειδωλολατρίας. Δηλώνει συγχρόνως την ύπαρξη λαών παντελώς άθεων, όπως οι Μελανήσιοι, οι Γιαγκάνοι της Γης του Πυρός, οι Κάφροι και οι Αρούντα της Αυστραλίας.
Όμως, αμέσως μετά, ο Tylor (1872) αντικρούει την άποψη αυτή και υποστηρίζει ότι η υποτιθέμενη απουσία των περί Θεού ιδεών στους λαούς αυτούς οφείλεται στην ατέλεια της εννοιοδότησης τής πίστης των πρωτόγονων. Οι λαοί αυτοί ναι μεν αγνοούν τη δική μας αντίληψη για το θεό, αλλά δεν σημαίνει ότι δεν διαθέτουν τη δική τους. Σύμφωνα με τον Tylor, ο πρωτόγονος άνθρωπος οδηγήθηκε στην επινόηση μιας υπέρ ή έξω φυσικής πραγματικότητας από τις εμπειρίες του ύπνου, των ονείρων, της έκστασης, του θανάτου. Παράλληλα, ο Ντιρκάιμ υποστηρίζει ότι το θρησκευτικό στάδιο αποτελεί μια προσωρινή περίοδο της ιστορίας του ανθρώπινου πνεύματος, ενώ οι μαρξιστές υποστηρίζουν ότι η θρησκεία δεν συνιστά ουσιώδη ανάγκη του ανθρώπου και απλώς αντιστοιχεί σε ένα στάδιο της κοινωνικής εξέλιξης.
Είναι βέβαιο, πάντως, ότι σε όλο τον κόσμο, σε όλες τις εποχές, και κάτω από οποιεσδήποτε περιστάσεις οι μύθοι των ανθρώπων υπήρξαν η ζωντανή έμπνευση για όλες τις δραστηριότητες του νου, των συγκινήσεων και του σώματος. Η έννοια του μύθου δεν προσλαμβάνει εδώ το χαρακτηριστικό του ψευδούς ή της παραπλάνησης, αλλά της προφορικής ιστορικής αφήγησης κοινωνικών αξιών που διαμορφώνουν τον κοινωνικό ιστό μιας ομάδας ανθρώπων. Θα λέγαμε ότι η έννοιά του σχηματοποιείται μέσα στις ανθρώπινες κοινωνίες και από τη μια δημιουργεί μια συνεκτικότητα των μελών του, ενώ ταυτόχρονα προσπαθεί να τιθασεύει το φόβο απέναντι σε φυσικές καταστάσεις. Ουσιαστικά οι μύθοι επικυρώνουν και επικυρώνονται από το γενικότερο εθιμικό σύστημα μιας κοινωνίας. Άλλωστε ο Τ. Φρέιζερ αντιμετωπίζει το μύθο ως προεπιστημονική προσπάθεια του ανθρώπου να ερμηνεύσει το φυσικό του περιβάλλον, ενώ ο Μαλινόβσκι θεωρεί ότι είναι η επιστήμη των πρωτόγονων κοινωνιών. Όταν, για παράδειγμα, η επιβίωση μέσω της σοδειάς εξαρτάται σε μεγάλο βαθμό από τις καιρικές καταστάσεις, είναι ερμηνεύσιμο το γιατί επιχειρείται να «ξορκιστεί» το κακό μέσω μυστηρίων και τελετών ή αντίθετα να γιορταστεί μια καλή σοδειά.
Όπως αναφέρει ο Ζ. Μινουά, στο βιβλίο Η ιστορία της Αθεΐας, εκδ. Νάρκισσος: «οι σχέσεις του προϊστορικού ανθρώπου με το φυσικό περιβάλλον, αποτυπώνονται εννοιολογικά με τον όρο μάνα (όχι με το γνωστό μάννα), δηλαδή μιας δύναμης άυλης και ενεργής, διάχυτης σε όλα τα αντικείμενα. Ο άνθρωπος και το περιβάλλον του είναι ένα, ενώ η οντολογία δεν αποτελεί σκέψη αλλά εμπειρία, όπως και ότι το κοσμικό δεν διαχωρίζεται από το ιερό». Η απώλεια αυτής της συνείδησης επιτρέπει την εμφάνιση της θρησκείας με την παρουσία εξαρχής μύθων, συμβόλων, τελετών. Όμως, για να είμαστε ακριβείς, δεν πρέπει να συγχέεται με τις μονοθεϊστικές θρησκείες των ύστερων χρόνων, η εμφάνιση κυρίως ανθρωπόμορφων θεοτήτων που αντιπροσωπεύει η κάθε μια και μια ανθρώπινη κατασκευή.
Επιπλέον, μια βασική διαφοροποίηση στην σχέση μύθου-ανθρώπου-φύσης συντελείται μέσω του χριστιανισμού, όπου ο άγιος χριστιανός δεν οφείλει να συμμορφωθεί με τη φύση αλλά να την υποτάξει και να την τιθασεύσει. Και που επιπρόσθετα εξαγνίζει την υποταγή στην εξουσία μέσω της υποταγής προς το Θεό, μια ιστορική ανάγκη που κάλυψε με επιτυχία ο χριστιανισμός, κατά την περίοδο της εξέλιξης της ρωμαϊκής πολιτικής ισχύος. Η αυτοκρατορία χρειάζεται θρησκεία και υποταγή στην εξουσία και ο χριστιανισμός προσαρμόστηκε άριστα στις κοινωνικοπολιτικές ανάγκες της ύστερης ρωμαϊκής αυτοκρατορίας.
Όμως, το φαινόμενο της αθεΐας είναι από ιστορική άποψη κατά πολύ αρχαιότερο του χριστιανικού πολιτισμού. Η αθεΐα είναι πολύμορφη και προσλαμβάνει ποικίλες μορφές. Φιλόσοφοι της αρχαιότητας, όπως οι Επίκουρος, Επίκτητος κ.ά., ήταν άθεοι. Και ασφαλώς οι εκκλησίες του χριστιανισμού δεν κατόρθωσαν να θέσουν τέλος στην αθεΐα. Έτσι συναντάμε τον Διαγόρα, ο οποίος από πιστός και συγγραφέας έργων έντονης θρησκευτικότητας καταλήγει σε άπιστο. Καταδικάζεται το 415 πχχ, ενώ ο λόγος που του αποδίδεται η απιστία είναι όταν διαπίστωσε ότι ένας μαθητής του, του έκλεψε έναν παιάνα και εν συνεχεία αρνήθηκε το γεγονός με ψευδορκία, έζησε ευτυχισμένος-γεγονός το οποίο απέδειξε στον Διαγόρα ότι δεν υπάρχει θεία δίκη, ούτε θεία πρόνοια, ούτε θεοί! Κατά το πρώτο ήμισυ του 4ου αι. πχχ, η τάση αθεΐας στον ελλαδικό χώρο είναι έντονα αυξητική, γεγονός που προκαλεί ανησυχία.
Ο Πλάτων, ο οποίος έχει χαρακτηριστεί από τον Ζ. Μινουά ως ο πατέρας της μισαλλοδοξίας και της καταστολής της αθεΐας, συνδέει την αθεΐα με την ανηθικότητα και τον αντιπατριωτισμό! Προτείνει, λοιπόν, τη θέσπιση μιας αυστηρής κατασταλτικής νομοθεσίας κατά της αθεΐας και επιβάλλει να καταδίδονται οι άθεοι από τους υπολοίπους, διαφορετικά θα θεωρούνται και οι ίδιοι άθεοι. Έτσι προτείνει ποινές, όπως πενταετή εγκλεισμό σε πλήρη απομόνωση στο «Σωφρονιστήριο» για τους «ολίγον» άθεους, ενώ για τους διεφθαρμένους άθεους προτείνει τον ισόβιο εγκλεισμό σε έρημη και άγρια τοποθεσία, όπου, μετά το θάνατο τους, το νεκρό σώμα θα παραμένει άταφο και εκτός των τειχών. Τα «στρατόπεδα συγκέντρωσης» και την Ιερή Εξέταση δεν τα περιορίζει μονάχα στους άθεους αλλά στους μάγους και γητευτές.
Όπως μερικούς αιώνες αργότερα η Εκκλησία, στη Δύση κυρίως, εξαπέλυε ένα παρόμοιο αλλά μεγαλύτερο σαφώς σε έκταση, κυνήγι μαγισσών, με καταστρεπτικές συνέπειες τόσο για τις γυναίκες που αποτελούσαν τον πυρήνα των διώξεων, αλλά και της ουσιαστικής γνώσης σε θέματα ιατρικής, βοτανικής και θεραπείας. Ένα κυνήγι που συντελέστηκε σε αγαστή συνεργασία της Εκκλησίας με τις κυρίαρχες πολιτικές εξουσίες. Είχαν προηγηθεί σαφώς διώξεις και εγκλήματα των χριστιανών από τα πρώτα βήματα επιβολής κυριαρχίας από τη νέα θρησκεία.
Ένα κλασικό παράδειγμα που δείχνει την ύπαρξη παραστρατιωτικής δομής και παρακρατικής δράσης από τον 4ο-5ο αι. μχχ στην Αλεξάνδρεια είναι οι Παραβαλάνοι. Ένα ουσιαστικό παρα-εκκλησιαστικό σώμα μερικών εκατοντάδων χριστιανών που δρούσε υπό τη καθοδήγηση του εκάστοτε επισκόπου Αλεξάνδρειας και καταδίωκε αλλόθρησκους ή άπιστους. Τα πρώτα χρόνια της δράσης τους ο χριστιανισμός δεν αποτελούσε την επίσημη και κυρίαρχη θρησκεία, αλλά αυτό δεν τους παρεμπόδιζε στο να τρομοκρατούν. Μια τρομοκρατία που πήρε απίστευτα ακραίες διαστάσεις όταν ο Θεοδόσιος (πατριάρχης Αλεξάνδρειας) έκανε τον χριστιανισμό επίσημη θρησκεία του Βυζαντίου. Τον Θεοδόσιο διαδέχθηκε ο Κύριλλος, ο οποίος άρχισε έναν αγώνα για την «καθαρότητα της πίστης», εκδιώκοντας από την πόλη όλους τους μη ορθόδοξους χριστιανούς. Στην Αλεξάνδρεια κατοικούσε την εποχή εκείνη και η μοναδική για πολλούς αιώνες γυναίκα-επιστήμονας Υπατία (μαθηματικά-αστρονομία), και η οποία αρνιόταν πεισματικά να γίνει χριστιανή. Έτσι, ο Κύριλλος την κατηγόρησε ότι ασκούσε μαύρη μαγεία. Οι παραβαλάνοι ανέλαβαν να την δολοφονήσουν με φρικτό τρόπο και περιέφεραν μέλη του σώματος της στην πόλη. Αν θέλαμε να καταγράψουμε τα εγκλήματα των μονοθεϊστικών θρησκειών, σίγουρα δεν θα μας έφτανε ο χώρος, αλλά δεν είναι και αυτός ο στόχος του συγκεκριμένου κειμένου.
Αν και είναι περισσότερο έκδηλη, λοιπόν, η χριστιανική επίδραση στη διαμόρφωση του δυτικού πολιτισμού, εν τούτοις ο πολιτισμός της Δύσης έφτασε σε μια νέα σύνθεση, όπου επικρατεί το αντιμυθικό στοιχείο με την επικράτηση της τεχνολογίας, η δομή της οποίας δεσπόζει στη σύνθεση του πολιτισμού, όχι μόνο στην Ευρώπη αλλά διεθνώς. Είναι, όμως, στη Δύση που τον 15ο αι. ένα κύμα ουτοπικών αιρέσεων και επαναστατικών σεκτών αποκόπτεται από το κύριο σώμα του Χριστιανισμού υιοθετώντας τρόπους ζωής που δεν συμμορφώνονταν με τις κοινωνικές, ηθικές και θρησκευτικές αξίες της εποχής. Συγχρόνως πρόβαλαν το όραμα μιας ουτοπικής κοινωνίας, ο δρόμος για την οποία περνούσε σχεδόν πάντα από την κοινωνική εξέγερση. Αντινομιστές, Πουριτανοί (προτεσταντικές ομάδες με προωθημένες απόψεις που σε καμία περίπτωση δεν χαρακτηρίζονται συντηρητικές), Αναβαπτιστές, χαρακτηρίζονται για την εναντίωση τους στην ατομική ιδιοκτησία, στους νόμους και την ιεραρχία και ο τρόπος ζωής τους είναι περισσότερο ομαδικός και κοινοβιακός. Ασφαλώς και οι αιρέσεις αποτελούν θρησκευτικά σχήματα αλλά επισημαίνουμε την παρουσία τους και την αντιδιαστολή τους στην κυρίαρχη ιδεολογία και θρησκεία. Άλλωστε δεν είναι τυχαίο ότι την ίδια περίοδο στον ίδιο γεωγραφικό χώρο δημιουργείται μια σαφής τάση αθεΐας σε κομμάτια του πληθυσμού όπως αγρότες κ.λπ..
Μια τάση που είχε παρατηρηθεί και στην αρχαία Αθήνα, με τον επικουρισμό ως φιλοσοφικό ρεύμα με αρκετά αθεϊκά χαρακτηριστικά, να θεωρείται κατά τον J.A. Festugiere ως αντίδραση κατά του φόβου απέναντι στους θεούς, που φθείρει την ανθρώπινη ζωή. Και που μας θυμίζει αρκετά τη προσέγγιση και τα λόγια του Μπακούνιν (Θεός και Κράτος, 1871): «Η ιδέα του Θεού υποδηλώνει την παραίτηση της λογικής και της ανθρώπινης δικαιοσύνης, είναι η πιο αποφασιστική άρνηση της ανθρώπινης ελευθερίας και καταλήγει κατ’ ανάγκη στην υποδούλωση του ανθρώπου, τόσο θεωρητικά, όσο και πρακτικά… Εάν υπάρχει Θεός, ο άνθρωπος είναι δούλος, ο άνθρωπος όμως μπορεί, οφείλει να είναι ελεύθερος… Εάν ο Θεός υπήρχε πραγματικά, θα έπρεπε να τον εξαφανίσουμε» (στον αντίποδα της γνωστής ρήσης του Βολταίρου). Είναι η εποχή που ένα αντικληρικό ρεύμα εξαπλώνεται στον αναρχικό και σοσιαλιστικό χώρο, το οποίο συντελείται παράλληλα με μια γενικότερη απαξίωση της θρησκευτικότητας σε ευρύτερους πληθυσμούς και κοινωνικές ομάδες. Ήδη από το 1836, ο Lamennais επιρρίπτει στην Εκκλησία την ευθύνη για την άνοδο του αντικληρισμού, εξ αιτίας του συμβιβασμού της με την εξουσία. Ο αντικληρισμός αναπτύσσεται μαζικά στις καθολικές χώρες, όπου το Κράτος συνέδεσε την τύχη του με την τύχη της Εκκλησίας (Ιταλία, Ισπανία, Γαλλία, Πορτογαλία, Λ. Αμερική).
Και ίσως δεν είναι τυχαίο ότι σημαντικές κοινωνικές εξεγέρσεις πραγματοποιήθηκαν στην Ευρώπη κατά τον 19ο-20ο αι. σε χώρες όπως Ισπανία, Γαλλία, Ιταλία όπου υπήρχε σαφής αντι-θρησκευτική και αντι-κληρική στάση και στις οποίες, όμως, η Εκκλησία πραγματοποιούσε προηγούμενα στην κυριολεξία εγκλήματα, χωρίς να ξεχνάμε και το ρόλο τής ελλαδικής εκκλησίας στην επανάσταση του ’21, όπου ουσιαστικά ήταν αντίθετη, καθώς και τη στάση της στη χούντα.
Όσο οι θρησκείες, η πίστη και οι θεότητες θα χρησιμοποιούνται για να υποδουλώνονται και να σέρνονται στην άγνοια εκατομμύρια άνθρωποι, να στηρίζονται αυτοκρατορίες και κράτη, να βασανίζονται και να γίνονται αντικείμενα εκμετάλλευσης οι άνθρωποι και να καταστρέφεται ο πλανήτης και ό,τι είναι και λογίζεται ως φύση, θα εξακολουθούμε να βαδίζουμε το δρόμο τής απιστίας και της αναρχίας.
Αναρχικός Πυρήνας Χαλκίδας
Από την ΔΙΑΔΡΟΜΗ ΕΛΕΥΘΕΡΙΑΣ, φ.115, Απρίλιος 2012