Ο «Πόλεμος των Ενοικίων» Γιώργος Στάμκος
Το να ζει κανείς στη σημερινή Γερμανία, την οικονομική ατμομηχανή της Ευρώπης, έχει ασφαλώς πολλά πλεονεκτήματα, αλλά τουλάχιστον ένα σοβαρό μειονέκτημα για τους εργαζόμενους και τη μεσαία τάξη: τα ενοίκια είναι πλέον πολύ ακριβά και ακριβαίνουν χρόνο με το χρόνο. Σε αυτόν τον τομέα η Γερμανία έχει μετατραπεί σε μια χώρα της κερδοσκοπίας, όπου η απληστία των μεγοϊδιοκτητών και των πολυεθνικών επιχειρήσεων διαχείρισης ακινήτων, καθώς και η δημοφιλία των μεγάλων της πόλεων, έχει εκτινάξει τις τιμές των ενοικίων στα ύψη, σε σημείο ώστε η κατάσταση να μη θεωρείται βιώσιμη, ακόμη και για τα βαλάντια της πολύκλαυστης μεσαίας τάξης. Το ζήτημα θεωρείται πολύ σοβαρό και έχει εξελιχθεί σε πρώτης τάξεως κοινωνικό και πολιτικό θέμα, δημιουργώντας ήδη τις πρώτες σοβαρές αντιδράσεις.
Κοινωνικοποίηση 3.000 διαμερισμάτων
«Έρχεται ο σοσιαλισμός;» αναρωτήθηκε μια γερμανική εφημερίδα τον Απρίλιο το 2019. Στην πραγματικότητα, το ομοσπονδιακό κρατίδιο του Βερολίνο έχει ξεκινήσει μια εκστρατεία αποϊδιωτικοποίησης προωθώντας την επαναγορά διαμερισμάτων από τις εταιρείες διαχείρησης ακινήτων, ώστε να πέσουν οι τιμές ενοικίασης και τα διαμερίσματα αυτά να προσφερθούν προς ενοικίαση στους κατοίκους σε λογικές όμως τιμές. Οι εταιρείες αυτές αγόρασαν μαζικά και φθηνά αυτά τα διαμερίσματα κατά τη δεκαετία του 1990, αμέσως μετά την επανένωση της Γερμανίας και του Βερολίμου. Περισσότερα από 3.000 διαμερίσματα προβλέπεται να περάσουν έτσι στην ιδιοκτησία του δήμου Βερολίνου, ώστε να προσφερθούν στη συνέχεια με φθηνά ενοίκια στους κατοίκους. Για τα σύγχρονα γερμανικά δεδομένα αυτό ακούγεται σαν ιδέα ενός αριστερού hipster, σαν μεταμοντέρνος σοσιαλισμός. Στην πραγματικότητα είναι μια ένδειξη ότι η κατάσταση που επικρατεί στον ιδιωτικό τομέα των επιχειρήσεων διαχείρισης ακινήτων έχει εξελιχθεί προ πολλού σε ανεξέλεγκτες και επικίνδυνες ανισορροπίες. Ειδικά στο Βερολίνο, που έχει εξελιχθεί σε μια παγκόσμια μητρόπολή και σε ανεπίσημη πρωτεύουσα της Ευρώπης.
Το στεγαστικό πρόβλημα στο Βερολίνο
Κατά την τελευταία δεκαετία το Βερολίνιο έχει εξελιχθεί σε “Ελ Ντοράντο” για φθηνή και τρελή ζωή, γεμάτη μπαρ, κλαμπ και νοσταλγικά καμπαρέ, ενώ προσφέρει συνεχώς και ευκαιρίες εργασίας, οι περισσότερες ωστόσο “ευέλικτες”, δηλαδή όχι και τόσο καλοαμοιβόμενες. Γι’ αυτό και προσελκύει περίπου 50.000 νέους μόνιμους κατοίκους το χρόνο, όχι μόνο από τη Γερμανία, αλλά από όλη την Ευρώπη και αλλού. Την τελευταία δεκαετία η πρωτεύουσα της Γερμανίας προσέλκυσε μισό εκατομμύριο νέους κατοίκους, ο πληθυσμός της ξεπέρασε για πρώτη φορά από το 1940 τα 4 εκατομμύρια, ενώ ο πληθυσμός της μητροπολιτικής περιοχής Βερολίνου-Βραδενβούργου έφθασε τα 6 εκατομμύρια. Ως αναμενόμενο οι νεοφέρμένοι σε μια πόλη, όπου δεν παρατηρείται οικοδομικός οργασμός, αύξησαν τη ζήτηση κατοικιών, για αγορά και ενοικίαση, γεγονός που πίεσε τις τιμές των ακινήτων και των ενοικίων προς τα πάνω. Μέσα σε μια δεκαετία τα ενοίκια στο Βερολίνο διπλασιάστηκαν, ενώ οι μέσες αμοιβές των εργαζόμενων αυξήθηκαν κατά μέσο όρο κατά 15-20%, δημιουργώντας ένα αγεφύρωτο χάσμα.
Αυτή η κατάσταση οδήγησε την πλειονότητα των κατοίκων του Βερολίνου να σκέφτονται πως η (επανα)κρατικοποίηση ή κοινωνικοποίηση των διαμερισμάτων, που έχουν στα χέρια τους ιδιωτικές πολυεθνικές, δεν είναι καθόλου άσχημη ιδέα, χωρίς να τους απασχολεί αν θα τους πουν “κομμουνιστές” κλπ. Το σημαντικότερο είναι να έχει ο καθένας τους ένα σπίτι για να ζει αξιοπρεπώς και να το πληρώνει με λογικές τιμές, χωρίς να παθαίνει μηνιαία αφαίμαξη ο μισθός του. Αυτό θεωρείται προτεραιότητα σε μια πόλη σαν το Βερολίνο, όπου το 85% των κατοίκων είναι ενοικιαστές, και μόνο το 15% διαμένει σε ιδιόκτητη κατοικία.
Στην άλλη πλευρά του στρατοπέδου βρίσκονται μεγάλες εταιρείες διαχείρισης ακινήτων, που θέλουν να ενοίκια να κρατούνται υψηλά, όπως η Deutsche Wohnen η οποία κατέχει 164.000 διαμερίσματα, εκ των οποίων το 70% στο Βερολίνο. Συνολικά 250.000 διαμερίσματα του Βερολίνου βρίσκονται στα χέρια τέτοιων μεγάλων ιδιωτικών εταιρειών.
Η “ριζοσπαστική λύση” του σοσιαλισμού της στέγασης
«Αυτή είναι η κύρια που τα ενοίκια στο Βερολίνο αυξάνονται τόσο πολύ», δήλωσε ο Ruzbeh Taheri. «Τα μονοπώλια κάνουν ό, τι είναι δυνατόν για να αυξηθεί το ενοίκιο και δεν αντιδρούν στις διαμαρτυρίες της κοινωνίας, ενώ οι πολιτικοί δεν μιλούν. Έτσι σκεφτήκαμε, εφόσον δεν ανταποκρίνονται στις εκκλήσεις μας, ότι θα πρέπει να βρεθεί μια ριζοσπαστική λύση».
Η ριζοσπαστική λύση είναι να αγοράσει ο δήμος και το κρατίδιο του Βερολίνου τα περισσότερα διαμερίσματα της πόλης, που σήμερα κατέχουν οι ιδιωτικές πολυεθνικές και στη συνέχεια να τα προσφέρει με χαμηλότερο ενοίκιο. Αυτή η λύση θα κοστίσει, σε μια ήδη χρεωμένη πόλη, όπως το Βερολίνο κάτι μεταξύ επτά και τριάντα δισεκατομμυρίων ευρώ! Τα χρήματα αυτά, λέει ο Taheri, θα μπορούσαν να προέρθουν από δάνειο που θα επιστρέψει το κρατίδιο του Βερολίνου σε βάθος χρόνου από τα ενοίκια, που θα εισπράτει.
Εκ πρώτης όψεως αυτό φαντάζει ως μια καλή ιδέα, ρεαλιστική και ριζοσπαστική ταυτόχρονα. Άλλωστε η Νομική Υπηρεσία της Γερμανικής Ομοσπονδιακής Βουλής και των εμπειρογνωμόνων της Γερουσίας του Βερολίνου γνωμοδότησε ότι η κοινωνικοποίηση των ιδιοκτησιών είναι σύμφωνη με το γερμανικό Σύνταγμα. Επιπλέον το πιο πιθανόν είναι η τοπική αυτοδιοίκηση να αγοράσει μαζικά τα διαμερίσματα σε πολύ χαμηλότερες τιμές από την αγορά.
Μια “ωρολογιακή κοινωνική βόμβα”
«Η ανεπαρκής στέγαση που κατανέμεται άδικα (…) είναι ίσως το πιο σημαντικό κοινωνικό θέμα αυτή την εποχή», γράφει το περιοδικό «Stern» που ως γνωστόν δεν ανήκει στον προοδευτικό χώρο. Το πρόβλημα είναι πως η αγορά στέγασης και εκμίσθωσης στη Γερμανία δεν λειτουργεί σωστά, υπάρχει μεγάλη στρέβώση, καθώς υπάρχουν ολίγοπώλια, που αυξάνουν τεχνητά τις τιμές, διώχνουν τους πιο φτωχούς από πολλές συνοικίες για να προσελκύσουν πιο “ευκατάστατους” προκαλώντας έτσι έκρηξη της κοινωνικής δυσαρέσκειας. Αυτό το φαινόμενο περιγράφεται από τα γερμανικά ΜΜΕ ως “ωρολογιακή κοινωνική βόμβα”.
Μάλιστα ο ηγέτης του κόμματος των Πρασίνων της Γερμανίας, ο Habek Robert, ο άνθρωπος που οδηγεί, σύμφωνα με τις τρέχουσες δημοσκοπήσεις, το ισχυρότερο κόμμα στη χώρα και θα μπορούσε να γίνει ακόμη και καγκελάριος, υποστηρίζει πως, εφόσον τα άλλα μέτρα δεν επαρκούν, η κοινωνικοποίηση είναι μονόδρομος.
Οι (στρατοσφαιρικές) τιμές ενοικίων στη Γερμανία
Οι περισσότεροι από τους μισούς κατοίκους της Γερμανίας είναι ενοικιαστές και αυτό είναι το μεγαλύτερο ποσοστό στην Ευρώπη. Στο Μόναχο, η μέση τιμή ενοικίασης του τετραγωνικού μέτρου ενός διαμερίσματος είναι σχεδόν 18 ευρώ, και μάλιστα όχι στις καλύτερες γειτονιές, αλλά σε ολόκληρη την πόλη. Έτσι, ένα διαμέρισμα εκατό τετραγωνικών μέτρων, το μηνιαίο μίσθωμα ανέρχεται στα 1.800 ευρώ, δηλαδή 18.000 ετησίως, ποσό που δεν μπορεί να αντέξει εύκολα ακόμη και κάποιος που ανήκει στη μεσαία τάξη, πόσο μάλιστα αν ειναι φτωχός και απλός εργαζόμενος.
Στη Φρανκφούρτη ο μέσος όρος των ενοικίων είναι 14 ευρώ ανά τετραγωνικό μέτρο, στη Στουτγάρδη 13,5 και στη συνέχεια στις περισσότερες άλλες γερμανικές πόλεις, όπως το Αμβούργο, το ενοίκιο κυμαίνεται γύρω στα 12 ευρώ ανά τετραγωνικό. 12 ευρώ το τετραγωνικό νοικιάζονται κατά μέσο όρο τα διαμερίσματα και στο Βερολίνο, απ’ όπου ξεκίνησε και το κίνημα των αγανακτισμένων ενοικιαστών.
Δεν αντέχει τα υψηλα ενοίκια ούτε η μεσαία τάξη
O “χρυσός κανόνας” λέει ότι ένα νοικοκυριό, αν θέλει να ζει αξιοπρεπώς, δεν μπορεί να διαθέτει περισσότερο από το ένα τρίτο των εισοδημάτων του για έξοδα στέγασης. Μια μελέτη όμως του ιδρύματος Hans Bekler διαπίστωσε ότι στις μεγάλες γερμανικές πόλεις το 40% των νοικοκυριών δίνουν περισσότερα από το ποσοστό αυτό. Επίσης 1,3 εκατομμύριο νοικοκυριά στη Γερμανία ωθούνται στη φτώχεια επειδή, παρά τα κοινωνικά επιδόματα που λαμβάνουν, δεν τους περισσεύουν αρκετά χρήματα, αφού πληρώσουν τα ακριβά ενοίκια.
Ένας ακόμη λόγος για την εκρηκτική αύξηση των ενοικίων στη πυκνοκατοικημένη Γερμανία είναι οι περιορισμένες οικοδομήσιμες εκτάσεις που υπάρχουν. Ως αποτέλεσμα η αξία των οικοδομήσιμων εκτάσεων ανέβηκε σε στρατοσφαιρικά επίπεδα. Έτσι η τιμή ενός οικοπέδου στις πιο περιζήτητες περιοχές αποτελεί το 70% της τιμής του ακινήτου. Αυτή η κατάσταση έχει δημιουργήσει “γκέτο πολυτελείας”, δηλαδή ολόκληρες γειτονιές “απαγορεύμένες” για τους φτωχούς, όπου η μεσαία τάξη στενάζει επίσης κάτω από την πίεση των ακριβών ενοικίων.
Σύμφωνα με στοιχεία του 2018 στη Γερμανία υπάρχουν ακόμη 600.000 αχρησιμοποίητες άδειες οικοδομής, και οι ιδιοκτήτες δεν προχωρούν στην κατασκευή τους, περιμένοντας ένα ακόμη άλμα των τιμών. Πρόκειται καθαρά για μια κερδοσκοπική στάση. Είναι πιο εύκολο να βρει κανείς βιομηχανικο χώρο στη Γερμανία για αγορά ή ενοικίαση παρά ένα διαμέρισμα στο κέντρο μιας μητρόπολης, όπως το Μόναχο, ή κενά και διαθέσιμα οικόπεδα για να κτίσει.
Αύξηση της ζήτησης κατοικιών και λόγω μεταναστών
Ένας άλλος λόγος είναι η κατάρρευση του συστήματος των κινωνικών κατοικιών. Από τη δεκαετία του 1990, την εποχή των Χριστιανοδημοκρατών του Χέλμουτ Κολ, υπήρχε η πεποίθηση ότι η Γερμανία θα υποστεί αναπόφευκτη δημογραφική μείωση καθώς υπήρχε πολιτική, σύμφωνα με την οποία η χώρα δεν θα έπρεπε να γίνει τόπος εισδοχής μεταναστών, αντίθετα έδινε κίνητρα στους μετανάστες να επιστρέψουν στις πατρίδες τους. Μετά το 2000 όμως η πολιτική αυτή χαλάρωσε, νέοι μετανάστες ήρθαν στη χώρα και ειδικά το 2015, λόγω και της προσφυγικής κρίσης από τη Συρία, στη χώρα εγκαταστάθηκαν περισσότεροι από ένα εκατομμύριο πρόσφυγες και μετανάστες. Αλλά κι αυτή η πολιτική στη συνέχεια θεωρήθηκε εσφαλμένη και θα αλλάξει μέχρι το 2020, δημιουργώντας εμπόδια στην εγκατάσταση νέων μεταναστών.
Υπήρχε επίσης και εσφαλμένη αντίληψη για την τιμή των κατοικιών, που θεωρούσαν ότι δεν θα αυξάνονταν. Έτσι, κατά τη δεκαετία του 1990, μια εποχή επέλασης του νεοφιλελευθερισμού και της “μόδας” των ιδιωτικοποιήσεων στη Γερμανία, τα δημόσια ακίνητα και διαμερίσματα πωλούνταν μαζικά σε ιδιωτικές εταιρείες. Σήμερα στη χώρα απέμειναν μόνο 1.1 εκατομμύρια κοινωνικές κατοικίες. Σύμφωνα με εκτιμήσεις, λείπουν δύο εκατομμύρια κατοικίες, για να υπάρχει ισορροπία μεταξύ προσφοράς και ζήτησης.
Μέτρα για να μπει φρένο στις αυξήσεις των ενοικίων
Η τέταρτη κυβέρνηση της Άνγκελα Μέρκελ η οποία, ως εκ θαύματος, είναι ακόμα εν ζωή έχει δεσμευθεί για τη δημιουργία εκατοντάδων χιλιάδων κοινωνικών κατοικιών. Ο λεγόμενος “μεγάλος συνασπισμός” Χριστιανοδημοκρατών και Σοσιαλδημοκρατών συμφώνησε να βάλει επιτέλους «φρένο» στην ανεξέλέγκτη αύξηση των ενοικίων. Εν ολίγοις θέσπισαν νόμο ώστε ένα διαμέρισμα να μπορεί να είναι έως και 10% ακριβότερο από “τη συνήθη τιμή στη γειτονιά”. Από αυτό το «φρένο» απαλλάσσεται το κτίριο και τα διαμερίσματα που έχουν ήδη ακριβότερα ενοίκια ή πρόκειται να ανακαινιστούν εκτενώς από τον ιδιοκτήτη τους. Όμως αυτή ήταν συνήθως μια βολική δικαιολογία για να εκδιώξει ο ιδιοκτήτης τον ενοικιαστή του, κι αλλάζοντας για παράδειγμα το μπάνιο κ.ά. στη συνέχεια αύξανε δραστικά τις τιμές.
Στο κρατίδιο του Βερολίνο όμως ο κυβερνών συνασπισμός, που αποτελείται από μια προοδευτική συμμαχία Σοσιαλδημοκρατών, Αριστεράς και Πρασίνων, αποφάσισε πρόσφατα να βάλει ένα πολύ σοβαρό «φρένο» στις αυξήσεις. Έτσι, για τα επόμενα πέντε χρόνια, εκτός από τις νέες κατασκευές, οι τιμές των ενοικίων δεν θα πρέπει να υπερβούν σε ετήσια αύξηση τον μέσο πληθωρισμό στη Γερμανία.
Η ένωση ιδιοκτητών αντέδρασε σε αυτή την απόφαση της τοπικής Βουλής υποστηρίζοντας πως “τιμωρεί κυρίως ιδιοκτήτες οι οποίοι στο παρελθόν δεν έχουν εξαντλήσει όλες τις δυνατότητες για να αυξήσουν το ενοίκιο”. Ο Δήμαρχος του Βερολίνου, Michael Müller, ο οποίος προέρχεται από τους Σοσιαλδημοκράτες (SPD), απάντησε πως «η Βουλή πρέπει να αντιδράσει στο γεγονός ότι πολλοί Βερολινέζοι με κανονικά εισοδήματα, μόλις και μετά βίας, μπορούν ακόμη να πληρώνουν τα υψηλά ενοίκια».
Μια ταξικά διαχωρισμένη Γερμανία
Η σημερινή κατάσταση οδηγεί σ’ έναν επικίνδυνο ταξικό διαχωρισμό της Γερμανίας. Το Κέντρο Διάδοσης Επιστημών και Κοινωνικών Ερευνών του Βερολίνου βασιζόμενο σε μια μελέτη δέκα ετών, αναλύοντας τα δεδομένα ως το 2014, πράγμα που σημαίνει ότι η κατάσταση έχει ακόμη χειροτερεύσει, διαπίστωσε ότι οι κάτοικοι της Γερμανίας διαχωρίζονται όλο και περισσότερο σε γειτονιές πλούσιων και φτωχών. Έτσι, σε 36 μεγάλες γερμανικές πόλεις θα βρείτε εύκολα γειτονιές όπου περισσότερα από τα μισά παιδιά ζουν σε οικογένειες που λαμβάνουν κοινωνική βοήθεια και επιδόματα σε μια χώρα όπου η ανεργία είναι κάτω από 5%! Σε τέτοιες υποβαθμισμένες συνοικίες, ο πιο ευκατάστατος κόσμος θα συνεχίσει να μένει μόνον π.χ. εάν έχει ιδιωτικά σχολεία για τα παιδιά του. Αν φύγουν και αυτοί οι περιοχές αυτές θα εξελιχθούν σε αμιγή “γκέτο φτωχών” και μεταναστών, αμερικανικού τύπου, στην καρδιά όμως της Ευρώπης.
Ο σοσιαλισμός “προ των πυλών” του Βερολίνου
Στο μεταξύ οι ψηφοφόροι, που αποτελούνται κυρίως από ομάδες συνταξιούχων, οικογενειών με παιδιά, μεσήλικες άνδρες, επισφαλείς εργαζόμενοι και οδηγοί, που διαμένουν όλοι τους σε ενοικιαζόμενα σπίτια, εμφανίζουν όλο και μικρότερη καταναλωτική δύναμη λόγω των υψηλών ενοικίων και άρχισαν να πιέζουν τους πολιτικούς για να κάνουν κάτι. Τόσο οι Πράσινοι, που δημοσκοπικά αυτή τη στιγμή η πρώτη δύναμη, όσο και η ακροδεξιά Εναλλακτική για τη Γερμανία, έχουν δηλώσει πως θα λάβουν δραστικά μέτρα για να καταπολεμήσουν αυτό το φαινόμενο.
Ωστόσο οι άμεσα εμπλεκόμενοι πολίτες αποφάσισαν να μην περιμένουν αυτή τους πολιτικούς και τις μελλοντικές αποφάσεις της Ομοσπονδιακής Βουλής (Βundestag).
Οι διοργανωτές του κινήματος που απαιτεί την κοινωνικοποίηση των διαμερισμάτων στο Βερολίνο έχουν ήδη συγκεντρώσει 80.000 υπογραφές, πολύ περισσότερες από τις 20.000 που απαιτούνται για την ανάληψη πρωτοβουλίας διεξαγωγής ενός σχετικού δημοψηφίσματος. Για μια ακόμη φορά ο σοσιαλισμός βρίσκεται “προ των πυλών” του Βερολίνου και αυτό θεωρείται μία πολύ θετική εξέλιξη για την κοινωνική πλειοψηφία των Βερολινέζων.
Πηγή: tvxs.gr
ΠΗΓΗ:http://anemosantistasis.blogspot.com