Ο Στεφανόπουλος και η μεταπολιτική συνθήκη
Του Δημήτρη Τσίρκα
Αυτό που κάνει εντύπωση στις ελεγείες για τον Κωστή Στεφανόπουλο που γράφονται από όλο το μήκος του πολιτικού φάσματος (Δεξιά και Αριστερά) είναι ότι λείπει σχεδόν κάθε αναφορά στις θέσεις και το όποιο πολιτικό του έργο. Γεγονός αξιοσημείωτο αν αναλογιστούμε ότι ο θανών ήταν πολιτικός καριέρας – βουλευτής, υπουργός, πρόεδρος – με θητεία 40 και πλέον ετών (1964-2005). Αντίθετα, οι ελεγείες επικεντρώνονται στα προσωπικά του χαρακτηριστικά – το ήθος, την εντιμότητα, τη μετριοπάθεια, τη σεμνή και μετρημένη παρουσία του. Αυτά είναι, υποτίθεται, που τον έκαναν ξεχωριστό και γι αυτά αξίζει τον σεβασμό και τον θαυμασμό μας. Πρόκειται ομολογουμένως για περίεργη αφετηρία. Ένας πολιτικός κρίνεται πρωτίστως για τις θέσεις του και ιδίως για το πολιτικό έργο που άφησε πίσω του, τον αντίκτυπο του στα δημόσια πράγματα της χώρας και τις ζωές των πολιτών. Τα προσωπικά του χαρακτηριστικά έρχονται να προσθέσουν ή ν’ αφαιρέσουν στα παραπάνω, όχι όμως να τα υποκαταστήσουν. Πως θα φαινόταν για παράδειγμα αν μία αποτίμηση του Τσώρτσιλ αναλωνόταν στην πληθωρικότητα και το θάρρος του ή στο ότι ήταν ριψοκίνδυνος και αποφασιστικός, χωρίς καμία αναφορά στη δράση του;
Αν ωστόσο διαβάσει κανείς συμπτωματικά τις ελεγείες θα δει ότι λιγότερο αφορούν τον πολιτικό Στεφανόπουλο και περισσότερο εκφράζουν το πνεύμα της εποχής στην οποία έγινε ευρύτερα αποδεκτός. Είναι η εποχή της κυριαρχίας του σημιτικού εκσυγχρονισμού (1995-2005), μετά την πτώση του Τείχους του Βερολίνου, της κατάρρευσης των μεγάλων αφηγήσεων και του τέλους της ιστορίας. Τότε που τα διχαστικά διλήμματα που ταλάνισαν το έθνος ήταν πλέον παρελθόν και τα δύο κόμματα εξουσίας (ΠΑΣΟΚ, ΝΔ) συγκλίνουν προς το κέντρο, με τις διαφορές μεταξύ τους να συρρικνώνονται. Είναι μία μεταπολιτική και μεταδημοκρατική συνθήκη όπου κυριαρχεί η ιδεολογία πως πολιτική είναι η τεχνοκρατική διαχείριση των δημόσιων πραγμάτων από ειδικούς και όχι η μαζική δημοκρατική συμμετοχή των πολιτών στα κοινά. Όσο όμως η πολιτική εκκενώνεται από το περιεχόμενο της και η δημόσια σφαίρα «αποπολιτικοποιείται» τόσο μεγαλώνει ο ρόλος της εικόνας. Και τα προσωπικά στοιχεία και το image των πολιτικών προσώπων ανάγονται στα καθοριστικά στοιχεία της δημόσιας ζωής.
Ο Στεφανόπουλος είναι ίσως η καλύτερη ενσάρκωση αυτής της μεταπολιτικής συνθήκης. Της κυριαρχίας της εικόνας πάνω στο περιεχόμενο. Ένας άχρωμος, αποτυχημένος πολιτικός της Δεξιάς χωρίς κανένα αντίκτυπο στη δημόσια ζωή της χώρας, αναλαμβάνει ένα εντελώς διακοσμητικό αξίωμα – αυτό του Προέδρου της Δημοκρατίας. Και παίζει τον ρόλο του τέλεια. Αφοσιώθηκε ολόψυχα στην εικόνα και τη διακόσμηση και τις τίμησε δεόντως. Έγινε το δημόσιο πρόσωπο μίας έλλειψης. Της έλλειψης πολιτικής. Δεν διεκδίκησε ποτέ να εκφραστεί πολιτικά, αναμοχλεύοντας δηλαδή τις αντιθέσεις που η ιδεολογία της τεχνοκρατικής διαχείρισης και της σύγκλισης στο Κέντρο επιχειρούσε να συγκαλύψει. Δεν δίχασε ποτέ, ούτε προκάλεσε εντάσεις. Ως καθαρή προσομοίωση το μόνο που χρειαζόταν για να κερδίσει τον σεβασμό, ήταν να μην γίνει καραγκιόζης (όπως έγιναν τόσοι άλλοι). Και δεν έγινε. Υπήρξε η αρτιότερη εκδοχή του τίποτα σε μία εποχή που αποθέωνε το τίποτα.