Περί κινηματικής … Κυβερνοαντιπολίτευσης…
Κοινωνική διαίρεση, η συντριβή κάθε βεβαιότητας, η ματαίωση κάθε κοινωνικής προσδοκίας για «κάτι καλύτερο», η ματαίωση των προσδοκιών, που οδηγούσαν «λίγο πριν» στην ανυποταξία, κοινωνικών ομάδων ή ατόμων, έστω και για λόγους διατήρησης κεκτημένων αποτελούν πρώτα απ’ όλα τους βασικούς λόγους, που εξηγούν γιατί το καθεστώς, που διαχειρίζεται τις κρατικές υποθέσεις μπορεί να χαμογελά ακόμη, έστω συγκρατημένα.
Πρόκειται, λοιπόν, για μια συνθήκη κοινωνικής παράδοσης και μάλιστα με τους χειρότερους όρους; Ή μήπως είναι υπερβολικός αυτός χαρακτηρισμός; Και αν, πράγματι, έτσι έχουν τα πράγματα, είναι πιθανός ο απεγκλωβισμός και πότε είναι εφικτό να γίνει κάτι τέτοιο;
Θα πρέπει, εξ αρχής, να τονίσουμε ότι πρόκειται για ένα καθεστώς αριστεροδεξιό, που εξέφρασε από την πρώτη στιγμή τις βαθύτερες ιστορικές καταβολές της συνύπαρξης και της αλληλεξάρτησης αριστεράς-δεξιάς – σφραγίζοντας για πάντα τις εμφυλιοπολεμικές αντιθέσεις.
Μα, θα αναρωτηθεί κάποιος και πώς συνταιριάζεται κάτι τέτοιο με την χρήση παραδοσιακών συμβόλων ή συμβολισμών από το νέο καθεστώς, που ήρθε να εκφράσει το «αδούλωτο πνεύμα του ελληνικού λαού» με προσκυνήματα στην Καισαριανή για να τιμηθεί ο αντιφασιστικός αγώνας ή με τις απίθανες αντιγερμανικές αντιιμπεριαλιστικές κορώνες; Πολύ γρήγορα, έγινε φανερό ότι ακριβώς αυτή η διαχείριση διευκόλυνε όχι μόνο την συνέχιση της κοινωνικής ισοπέδωσης, αλλά και την επιβολή χειρότερων όρων δουλείας.
Αυτή ακριβώς η εκδοχή ειδυλλιακής συνύπαρξης αριστεράς-δεξιάς, που προσφέρει το καθεστώς Τσίπρα, αντλεί ιδεολογικούς πόρους από το μεταπολιτευτικό παρελθόν, αλλά δεν εξαντλείται ούτε καθηλώνεται στην επανάληψη προηγούμενων «εμπειριών».
Και ο λόγος είναι απλός. Τα νέα καθήκοντα στην διαχείριση των κρατικών υποθέσεων, η αγριότητα της επιβολής, που εξακολουθεί να σαρώνει την προηγούμενη συνθήκη ανάμεσα σε εξουσιαστές και εξουσιαζόμενους, απαιτούσαν και συνεχίζουν να απαιτούν την ιδιαίτερη, την πιο εκλεπτυσμένη εξουσιαστική εκδοχή, δηλαδή εκείνη που μόνο οι κομμουνιστές μπορούν να προσφέρουν.
Χαρακτηριστικό παράδειγμα αποτελεί η προεκλογική υπόσχεση στελεχών του Συριζα ότι όταν με το «καλό» θα έρθουν στα πράγματα, οι αγωνιστικές κινητοποιήσεις θα εκλείψουν, αφού με την άνοδό τους στην εξουσία αυτομάτως θα εκλείψουν και οι λόγοι που οδηγούν σ’ αυτές. Και εφ’ όσον δεν εκλείψουν; Τότε, είτε θα πρόκειται για «ύποπτες κινήσεις», που το καθεστώς νομιμοποιείται να καταστείλει, είτε θα πρόκειται για αντικοινωνικές κινήσεις, που στόχο έχουν να βλάψουν τα λαϊκά συμφέροντα.
Οι δηλώσεις αυτές είναι αλήθεια ότι δεν πέρασαν απαρατήρητες. Είναι προφανές, όμως, ότι η βαρύτητά τους δεν αξιολογήθηκε σχεδόν καθόλου, ή όταν αυτό έγινε, οι φωνές που προειδοποιούσαν και υπενθύμιζαν τις αριστερές δυνατότητες καταστολής από οποιαδήποτε θέση, «αγωνιστική», αντιπολιτευτική ή κυβερνητική, ακούγονταν και φάνταζαν εμμονικές ή τουλάχιστον γραφικές.
Στην «αδυναμία» αυτή συνετέλεσε σε μεγάλο βαθμό η κινηματική ευφορία μπροστά στην επερχόμενη «αλλαγή», η κινηματική προεκλογική καμπάνια για να έρθει η πρώτη φορά αριστερή κυβέρνηση στα «πράγματα», αλλά και οι κάθε είδους κινηματικές προσδοκίες, που μπόλιαζαν αυτήν την στάση.
Έτσι, οι περισσότερες συνιστώσες του κινήματος παρουσιάστηκαν έτοιμες να συναποτελέσουν μια αξιόπιστη, παρ’ ότι ιδιότυπη κυβερνητική συνιστώσα, μπαίνοντας κάτω από την ομπρέλα του αντιφασισμού και της συμπαράστασης στους πρόσφυγες και μετανάστες, ενάντια στην κακιά δεξιά, που είχε προηγουμένως καταστείλει συστηματικά κυρίως καταλήψεις, ενώ στην σχετική προπαγάνδα υπέρ του Συριζα έμπαινε, με εμφαντικό τρόπο, το ζήτημα των πολιτικών κρατουμένων τους οποίους εννοείται ότι θα ευνοούσε μια αριστερή κυβέρνηση!!!
Αυτή ακριβώς η όσμωση εκφράσθηκε, μεταξύ άλλων, με χαρακτηριστικό τρόπο και από τον βουλευτή του Συριζα Βαγγέλη Διαμαντόπουλο, ο οποίος τον Ιούνιο του 2013 είχε δηλώσει ότι «χώροι όπως η βίλα Αμαλίας, που έχουν εγκαταλειφθεί, συνδέονται και με άλλα πράγματα, επίκαιρα στην κοινωνία μας, δράσεις όπως το εμπόριο χωρίς μεσάζοντες ή το ανταλλακτικό εμπόριο», ενώ δεν δίστασε να ισχυριστεί ότι «αυτοπροσδιορίζεται στον αναρχικό χώρο» για να «διευκρινίσει» στην συνέχεια ότι
«Ως βουλευτής και μέλος του ΣΥΡΙΖΑ-ΕΚΜ στηρίζω το πρόγραμμα και τις ιδέες της ριζοσπαστικής αριστεράς και τους μαζικούς και ειρηνικούς αγώνες του ελληνικού λαού για δημοκρατία και κοινωνική δικαιοσύνη. Αυτοπροσδιορίζομαι από αυτήν την ιδιότητά μου και μόνο. Για μένα απολύτως συμβατές με αυτή την ιδιότητα είναι οι αξιακές αναφορές μου στην άμεση δημοκρατία και στους κοινωνικούς χώρους».
Το κλίμα αυτό παρουσίαζε με καταγγελτικό τρόπο η ΝΔ πιστεύοντας ότι θα συσπειρώσει από την πλευρά της τα πλέον συντηρητικά κοινωνικά στρώματα: «Σήμερα, ο κ. Σκουρλέτης, επίσημος εκπρόσωπος του κ. Τσίπρα, χαρακτήρισε με λόγο που δεν αρμόζει σε κοινοβουλευτικό κόμμα, ως ‘‘χαφιεδίστικη την ανακοίνωση της ΝΔ’’ για τη διαπίστωση της κάλυψης που παρέχει το κόμμα του στους κουκουλοφόρους. Όμως, λίγη ώρα μετά, ένας βουλευτής του ΣΥΡΙΖΑ δεν καλύπτει απλώς τους ‘‘κουκουλοφόρους’’, αλλά αυτοπροσδιορίζεται ως ‘‘κουκουλοφόρος’’. Η Νέα Δημοκρατία περιμένει την άμεση και έμπρακτη απάντηση του κ. Τσίπρα στα ερωτήματα που θέτει… Διαφορετικά, κάθε άλλη υπεκφυγή θα ισοδυναμεί με συνενοχή!» τονίζεται στην ανακοίνωση της ΝΔ στις 10-1-2013.
Το κίνημα, λοιπόν, δεν συναίνεσε, απλά, στην προοπτική αυτή, αλλά δούλεψε εντατικά με τον έναν ή τον άλλο τρόπο για να την στηρίξει, παρέχοντας στο επερχόμενο γεγονός την απαραίτητη πιστοποίησή του ως δήθεν επαναστατική εξέλιξη ή τέλος πάντων εξέλιξη με την οποία μπορούν να συμβιβαστούν ή να αρκεστούν όσοι κινητοποιήθηκαν στους σκληρούς αντιμνημονιακούς αγώνες.
Η αποκορύφωση της κινηματικής συναίνεσης ήρθε με αφορμή το δημοψήφισμα.
Εδώ η λαϊκή κινητοποίηση υπέρ του ΟΧΙ δεν έδωσε μόνο την ευκαιρία να δηλωθούν οι απαραίτητες κινηματικές εγγυήσεις στο νέο καθεστώς, αλλά και το πεδίο για να εγγραφούν οι έμπρακτες διαβεβαιώσεις για την περαιτέρω φανατική στήριξή του.
Μήπως τότε ο φανατισμός πνίγηκε στην «ιστορική κωλοτούμπα» του ηγέτη της πρώτης φορά αριστερής κυβέρνησης;
Όχι βέβαια. Από πουθενά δεν προκύπτει κάτι παρόμοιο. Ίσα ίσα ο ίδιος φανατισμός διατηρείται και μεγαλώνει, απλά αλλάζει μανδύα, όπως επιβεβαιώνει η ηγετική κινηματική επανεμφάνιση των περισσότερων που αποχώρησαν (βλ. Λαϊκή Ενότητα) μετά την συντεταγμένη και ελεγχόμενη διάσπαση του Συριζα.
Η κινηματική κυβερνοαντιπολίτευση, δηλαδή, στα καλύτερά της…
Συσπείρωση Αναρχικών
Από την ΔΙΑΔΡΟΜΗ ΕΛΕΥΘΕΡΙΑΣ. φ. 168, Φεβρουάριος 2017