Πέτρος Κροπότκιν: Κομμουνισμός και Αναρχία (1901) Α’ Μέρος
Ο Πέτρος Κροπότκιν (1842–1921) ήταν ένας από τους σημαντικότερους αναρχικούς θεωρητικούς της εποχής του. Αν και θαύμαζε τις αμεσοδημοκρατικές και αντιεξουσιαστικές πρακτικές των παραδοσιακών αγροτικών κοινοτήτων, δεν υπήρξε ποτέ υπέρμαχος του, μικρής έκτασης και απομονωμένου, κοινοτικού πειραματισμού. Πολλοί άνθρωποι, διαβάζοντας τα έργα του, άντλησαν έμπνευση ώστε να ιδρύσουν τέτοιες κοινότητες, τόσο στη εποχή τη δική του, όσο και στην περίοδο των χίπις της δεκαετίας του 1960 (μια περίοδος κατά την οποία εκδόθηκαν τα βασικότερα έργα του Κροπότκιν και τα οποία είχαν μεγάλη απήχηση). Ο Κροπότκιν δεν θεώρουσε ότι τέτοια εγχειρήματα ήταν πιθανό να είναι επιτυχημένα ή χρήσιμα για την επίτευξη ευρύτερων επαναστατικών στόχων. Ο φίλος του, ο Ελιζέ Ρεκλύ, ο οποίος είχε εμπλακεί σε ένα τέτοιο εγχείρημα στη Νότια Αμερική στα νιάτα του, ήταν ακόμη πιο εχθρικός στα πειράματα μικρών κοινοτήτων. Είναι κρίμα που ορισμένοι από τους ιδρυτές των πολλών χίπικων κομμούνων της δεκαετίας του 1960 (οι οποίες σχεδόν όλες ξεθώριασαν σχετικά γρήγορα) δεν διάβασαν τον Κροπότκιν πιο προσεκτικά. Δυστυχώς, έκαναν τα ίδια λάθη που είχαν κάνει πολλοί αναρχικοί, κομμουνιστές και σοσιαλιστές έναν αιώνα πριν από αυτούς. Στα αναρχικά έντυπα βρίσκει κάποιος ακόμα και σήμερα καταχωρήσεις για μελλοντικές μικρές και απομονωμένες αναρχικές αποικίες.
Επίσης, πολλές αναλύσεις σχετικά με τον ίδιο τον Κροπότκιν εξακολουθούν να τον σκιαγραφούν παραποιητικά, ότι δηλαδή δήθεν οραματιζόταν μια κοινωνία που θα αποτελείται από μη ομόσπονδους και ανεξάρτητους οικισμούς που θα μοιάζουν με χωριά και ότι δήθεν υποστήριζε τα μικρά κοινοτικά πειράματα ως μέσο για την επίτευξη της αναρχικής κοινωνίας. Η ακόλουθη ομιλία και δύο «ανοιχτές» επιστολές, οι οποίες δεν έχουν εκδοθεί εδώ και έναν αιώνα, δείχνουν ξεκάθαρα ότι, αν και δεν ήταν συναισθηματικά αντίθετος σε τέτοια εγχειρήματα, ήταν πολύ δύσπιστος σχετικά με τις πιθανότητες επιτυχίας τους και γενικά πίστευε ότι ήταν μια αποστράγγιση της ενέργειας του αναρχικού κινήματος. Παρά τις προειδοποιήσεις του, αυτά τα άρθρα περιέχουν, επίσης, πολλές καλές και πρακτικές συμβουλές σε όσους εξακολουθούν να μπαίνουν στον πειρασμό να ιδρύσουν μικρές πειραματικές κοινότητες στην ερημιά, ή ίσως, σε όσους μπουν στον πειρασμό σε κάποια μελλοντική εποχή να αποικίσουν το …διάστημα.
(Πρόλογος του Graham Purchase)
* * *
Πολλοί αναρχικοί και στοχαστές γενικά, ενώ αναγνωρίζουν τα τεράστια πλεονεκτήματα που μπορεί να προσφέρει ο κομμουνισμός στην κοινωνία, θεωρούν ωστόσο ότι αυτή η μορφή κοινωνικής οργάνωσης αποτελεί κίνδυνο για την ελευθερία και την ελεύθερη εξέλιξη του ατόμου. Αυτός ο κίνδυνος αναγνωρίζεται επίσης από πολλούς κομμουνιστές, και, συνολικά, το ζήτημα συγχωνεύεται με το άλλο τεράστιο πρόβλημα που ο αιώνας μας αποκάλυψε στην μέγιστη διάσταση: τη σχέση του ατόμου με την κοινωνία. Δεν χρειάζεται να επιμείνουμε στη σημασία αυτού του ερωτήματος.
Το πρόβλημα επισκιάστηκε με διάφορους τρόπους. Όταν μιλάμε για κομμουνισμό, οι περισσότεροι σκέφτονται τον περισσότερο ή λιγότερο χριστιανικό και μοναστικό και πάντα αυταρχικό κομμουνισμό που υποστηρίχθηκε στο πρώτο μισό αυτού του αιώνα και ασκήθηκε σε ορισμένες κοινότητες. Αυτές οι κοινότητες πήραν την οικογένεια ως πρότυπο και προσπάθησαν να συγκροτήσουν τη «μεγάλη κομμουνιστική οικογένεια» για να «μεταρρυθμίσουν τον άνθρωπο». Για τον σκοπό αυτό, εκτός από την εργασία από κοινού, επέβαλαν τη στενή, σαν οικογένειας, συμβίωση, καθώς και την απομόνωση ή τον διαχωρισμό της αποικίας από τον πολιτισμό της εποχής. Αυτό ισοδυναμούσε με τίποτα λιγότερο από την ολοκληρωτική παρέμβαση όλων των «αδερφών» –ανδρών και γυναικών, στο σύνολο της ιδιωτικής ζωής κάθε μέλους.
Επιπροσθέτως στο παραπάνω, δεν σημειώθηκε επαρκώς η διαφοροποίηση μεταξύ των απομονωμένων κοινοτήτων, που ιδρύθηκαν σε διάφορες περιπτώσεις κατά τους τελευταίους τρεις ή τέσσερις αιώνες, και των πολυάριθμων ομόσπονδων κομμούνων που είναι πιθανό να αναδυθούν σε μια κοινωνία που πρόκειται να προχωρήσει σε κοινωνική επανάσταση. Επομένως, πέντε πτυχές του θέματος θα πρέπει να εξεταστούν χωριστά:
1. Παραγωγή και κατανάλωση από κοινού,
2. Κοινή οικιακή ζωή (συγκατοίκηση: είναι απαραίτητο να οργανωθεί κατά το πρότυπο της σημερινής οικογένειας;),
3. Οι απομονωμένες κοινότητες της εποχής μας,
4. Οι ομόσπονδες κομμούνες του μέλλοντος, και τέλος
5. Υποβαθμίζει ο κομμουνισμός αναγκαστικά την ατομικότητα; Με άλλα λόγια, ποια η θέση του ατόμου σε μια κομμουνιστική κοινωνία;
Ένα τεράστιο κίνημα ιδεών άνθισε κατά τη διάρκεια αυτού του αιώνα, με το όνομα Σοσιαλισμός γενικά, που ξεκίνησε από τον Μπαμπέφ, τον Σαιν Σιμόν, τον Φουριέ, τον Ρόμπερτ Όουεν και τον Προυντόν. Αυτοί διαμόρφωσαν τα κυρίαρχα ρεύματα του σοσιαλισμού και συνεχίστηκε από τους πολυάριθμους διαδόχους τους (Γάλλους) τον Κονσιντερά, τον Πιερ Λερού, τον Λουί Μπλάν, (Γερμανούς) τον Μαρξ, τον Ένγκελς, (Ρώσους) τον Τσερνισέφσκυ, τον Μπακούνιν κ.ά., οι οποίοι εργάστηκαν είτε για να διαδώσουν τις ιδέες των ιδρυτών του σύγχρονου σοσιαλισμού, είτε για να τις τεκμηριώσουν σε επιστημονική βάση.
Αυτές οι ιδέες, όταν σχηματοποιήθηκαν οριστικά, γέννησαν δύο κύρια ρεύματα: τον αυταρχικό κομμουνισμό και τον αναρχικό κομμουνισμό. Επίσης, γέννησαν μια σειρά από επί μέρους σχολές αποφασισμένες να βρουν μια ενδιάμεση λύση, όπως ο κρατικός καπιταλισμός, ο κολεκτιβισμός, ο συνεταιρισμός. Στους κόλπους των εργατών δημιούργησαν ένα καταπληκτικό εργατικό κίνημα το οποίο αγωνίζεται να οργανώσει το σύνολο των εργατών ανά επάγγελμα για την πάλη ενάντια στο Κεφάλαιο και που γίνεται πιο διεθνές με τις συχνές συναναστροφές μεταξύ εργατών διαφορετικών εθνικοτήτων. Τα ακόλουθα τρία βασικά σημεία κατακτήθηκαν από αυτήν την τεράστια διακίνηση ιδεών και πληθώρα δράσεων, και τα οποία έχουν ήδη διεισδύσει ευρέως στη συνείδηση των ανθρώπων:
1. Η κατάργηση του μισθολογικού συστήματος, της σύγχρονης μορφής της αρχαίας δουλοπαροικίας,
2. Η κατάργηση της ατομικής ιδιοκτησίας στα μέσα παραγωγής, και
3. Η χειραφέτηση του ατόμου και της κοινωνίας από τον πολιτικό μηχανισμό, το Κράτος, που βοηθά στη διατήρηση της οικονομικής σκλαβιάς.
Σε αυτά τα τρία σημεία συμφωνούν όλοι, και ακόμη και εκείνοι που υποστηρίζουν την πληρωμή με «απόδειξη δεδουλευμένων» ή εκείνοι, όπως ο Paul Brousse, επιθυμούν όλοι «να είναι δημόσιοι υπάλληλοι», δηλαδή υπάλληλοι του κράτους ή της κομμούνας, παραδέχονται ότι αν υποστηρίζουν κάποια από αυτές τις προτάσεις είναι μόνο επειδή δεν βλέπουν μια άμεση πιθανότητα για επικράτηση του κομμουνισμού. Αποδέχονται αυτόν τον συμβιβασμό ως αναγκαίο μέσο, με τον στόχο τους να παραμένει πάντα ο κομμουνισμός. Και, όσον αφορά το Κράτος, ακόμη και οι πιο μνησίκακοι οπαδοί του Κράτους, της εξουσίας, ακόμη και της δικτατορίας, αναγνωρίζουν ότι με την εξαφάνιση των σημερινών τάξεων και το Κράτος θα πάψει να υπάρχει.
Ως εκ τούτου, χωρίς να υπερβάλλουμε σχετικά με τη σημασία του κομματιού που μας αφορά μέσα στο σοσιαλιστικό κίνημα –του αναρχικού–, παρ’ όλες τις διαφορές μεταξύ των διαφόρων τμημάτων του σοσιαλισμού (οι οποίες οι διαφορές βασίζονται, πρώτα απ’ όλα, στον περισσότερο ή λιγότερο επαναστατικό χαρακτήρα των μέσων δράσης του κάθε τμήματος), μπορούμε να βεβαιώσουμε ότι όλα τα τμήματα, διαμέσου της φωνής των στοχαστών τους, αναγνωρίζουν την εξέλιξη προς τον Ελεύθερο Κομμουνισμό ως στόχο της σοσιαλιστικής εξέλιξης. Όλα τα υπόλοιπα, όπως ομολογούν και οι ίδιοι, αποτελούν μόνο σκαλοπάτια προς αυτή την κατεύθυνση.
Θα ήταν άσκοπο να συζητήσουμε αυτά τα σκαλοπάτια χωρίς να εξετάσουμε τις τάσεις ανάπτυξης της σύγχρονης κοινωνίας.
Από αυτές τις διαφορετικές τάσεις, δύο, πάνω από όλες, αξίζουν της προσοχής μας. Η μια είναι η αυξανόμενη δυσκολία προσδιορισμού του μεριδίου κάθε ατόμου στη σύγχρονη παραγωγή. Η βιομηχανία και η γεωργία έχουν γίνει τόσο περίπλοκες, τόσο αλληλένδετες, όλες οι βιομηχανίες εξαρτώνται τόσο πολύ η μία από την άλλη που η πληρωμή στον παραγωγό με βάση τα αποτελέσματα γίνεται αδύνατη όσο περισσότερο αναπτύσσεται η βιομηχανία, όσο περισσότερο βλέπουμε την πληρωμή ανά κομμάτι να αντικαθίσταται από μισθούς. Οι μισθοί, από την άλλη, γίνονται πιο ίσοι. Ο διαχωρισμός της σύγχρονης αστικής κοινωνίας σε τάξεις σίγουρα παραμένει και υπάρχει μια ολόκληρη τάξη αστών που κερδίζουν όλο και περισσότερα, ενόσω κάνουν λιγότερα. Η ίδια η εργατική τάξη χωρίζεται σε τέσσερα μεγάλα τμήματα:
1. γυναίκες,
2. εργάτες γης,
3. ανειδίκευτοι εργάτες, και
4. ειδικευμένοι εργάτες.
Αυτοί οι διαχωρισμοί αντιπροσωπεύουν τέσσερις βαθμούς εκμετάλλευσης και δεν είναι παρά το αποτέλεσμα της αστικής οργάνωσης.
Σε μια κοινωνία ίσων, όπου όλοι μπορούν να μάθουν ένα επάγγελμα και όπου θα σταματήσει η εκμετάλλευση της γυναίκας από τον άντρα, του αγρότη από τον κατασκευαστή, αυτές οι τάξεις θα εξαφανιστούν. Αλλά, ακόμη και σήμερα, οι μισθοί σε καθεμία από αυτές τις τάξεις τείνουν να γίνονται πιο ίσοι. Αυτό οδήγησε στη δήλωση: «ότι η μιας μέρας δουλειά του ναυτικού αξίζει όσο αυτή ενός κοσμηματοπώλη» και έκανε τον Ρόμπερτ Όουεν να συλλάβει την ιδέα εκτύπωσης της «απόδειξης δεδουλευμένων» (truck system) του, που δόθηκε σε όλους όσοι δούλευαν συγκεκριμένες ώρες στην παραγωγή των απαραίτητων εμπορευμάτων. [*Στμ. Βλέπε πληροφορίες και εικόνες εποχής https://www.postmodern.gr/2016/05/19/robert-owen-o-viomichanos-pou-anetrepse-tis-schesis-ergazomenon-ke-ergodoton/ και εδώ φωτογραφία της «απόδειξης δεδουλευμένων» (truck system) https://www.andrewwhitehead.net/blog/robert-owens-labour-notes και https://www.ucl.ac.uk/bloomsbury-project/institutions/equitable_labour_exchange.htm ]
Αλλά αν κάνουμε μια αναδρομή σε όλες τις προσπάθειες που έγιναν προς αυτή την κατεύθυνση, διαπιστώνουμε ότι με εξαίρεση μερικών χιλιάδων αγροτών στις Ηνωμένες Πολιτείες, οι «αποδείξεις δεδουλευμένων» δεν έχουν εξαπλωθεί από το τέλος του πρώτου τετάρτου του αιώνα, όταν ο Όουεν αποπειράθηκε να τις εκδώσει. Οι λόγοι για αυτό έχουν συζητηθεί αλλού (δείτε το κεφάλαιο: Το μισθολογικό σύστημα, στο βιβλίο μου «Η Κατάκτηση του Ψωμιού»).
Από την άλλη πλευρά, βλέπουμε πολλές απόπειρες μερικής σοσιαλιστικοποίησης, που τείνουν προς την κατεύθυνση του κομμουνισμού. Εκατοντάδες κομμουνιστικές κοινότητες έχουν ιδρυθεί κατά τη διάρκεια αυτού του αιώνα σχεδόν παντού και αυτήν τη στιγμή γνωρίζουμε περισσότερες από εκατό από αυτές, όλες λιγότερο ή περισσότερο κομμουνιστικές. Συμπλέοντας με τον κομμουνισμό –τον μερικό κομμουνισμό, εννοώ– όπου σχεδόν όλες οι πολυάριθμες προσπάθειες σοσιαλιστικοποίησης που βλέπουμε στην αστική κοινωνία τείνουν να γίνονται, είτε μεταξύ ατόμων, είτε σε σχέση με την σοσιαλιστικοποίηση των ζητημάτων των δήμων.
Ξενοδοχεία, ατμόπλοια, πανσιόν, είναι όλα πειράματα προς αυτή την κατεύθυνση που έχουν αναλάβει να διαχειρίζονται οι αστοί. Για τόσα χρήματα την ημέρα έχετε την επιλογή ανάμεσα σε δέκα ή πενήντα πιάτα που υπάρχουν στη διάθεσή σας στο ξενοδοχείο ή στο ατμόπλοιο, χωρίς κανείς να ελέγχει την ποσότητα που έχετε φάει από αυτά. Αυτή η οργάνωση είναι και διεθνής, και πριν φύγετε από το Παρίσι ή το Λονδίνο μπορείτε να αγοράσετε ομόλογα (κουπόνια για 10 φράγκα την ημέρα) που σας δίνουν τη δυνατότητα να μείνετε κατά βούληση σε εκατοντάδες ξενοδοχεία στη Γαλλία, τη Γερμανία, την Ελβετία κ.λπ., που ανήκουν όλα σε μια διεθνή εταιρεία ξενοδοχείων.
Οι αστοί κατάλαβαν καλά τα πλεονεκτήματα του μερικού Κομμουνισμού σε συνδυασμό με την σχεδόν απεριόριστη ελευθερία του ατόμου σε σχέση με την κατανάλωση, καθώς σε όλα αυτά τα ιδρύματα με μια σταθερή τιμή ανά μήνα θα φιλοξενείσαι και θα ταΐζεσαι, με μόνη εξαίρεση τα δαπανηρά πρόσθετα (κρασί, ειδικά διαμερίσματα) για τα οποία θα χρεώνεσαι ξεχωριστά.
Ασφάλιση πυρκαγιάς, κλοπής και ατυχήματος (ειδικά σε χωριά όπου η ισότητα των συνθηκών επιτρέπει τη χρέωση ίσου ασφαλίστρου για όλους τους κατοίκους), η ρύθμιση με την οποία τα μεγάλα εγγλέζικα καταστήματα θα προμηθεύουν για 1 σελίνι την εβδομάδα όλα τα ψάρια που μπορεί να καταναλώνει μια μικρή οικογένεια, οι λέσχες, οι αναρίθμητες ασφαλιστικές εταιρίες υγείας κ.λπ., κ.λπ.. Αυτή η πληθώρα ιδρυμάτων-παρόχων, που δημιουργήθηκε κατά τον 19ο αιώνα είναι μια προσέγγιση προς τον Κομμουνισμό σε σχέση με ένα μέρος της συνολικής μας κατανάλωσης.
Τέλος, υπάρχει μια τεράστια σειρά δημοτικών ιδρυμάτων –ύδρευση, φυσικό αέριο, ηλεκτρισμός, εργατικές κατοικίες, τρένα με ενιαίους ναύλους, λουτρά, πλυντήρια, κ.λπ.– όπου γίνονται παρόμοιες προσπάθειες σοσιαλιστικοποίησης της κατανάλωσης σε ολοένα αυξανόμενη κλίμακα.
Όλα αυτά σίγουρα δεν είναι ακόμη Κομμουνισμός. Κάθε άλλο. Αλλά η αρχή που διέπει αυτούς τους θεσμούς περιέχει ένα μέρος της αρχής που διέπει τον Κομμουνισμό: για τόσα χρήματα την ημέρα (σε χρήμα σήμερα, σε εργασία αύριο) δικαιούσαι να ικανοποιήσεις —εξαιρουμένης της πολυτέλειας— αυτό ή το άλλο από τα θέλω σου.
Αυτές οι λεηλασίες του Κομμουνισμού διαφέρουν από τον πραγματικό Κομμουνισμό από πολλές απόψεις. Και ουσιαστικά στα δύο παρακάτω:
1. πληρωμή σε χρήμα αντί πληρωμής από εργασία
2. οι καταναλωτές δεν έχουν κανένα δικαίωμα συμμετοχής στη διοίκηση της επιχείρησης.
Εάν, ωστόσο, η ιδέα, η τάση αυτών των ιδρυμάτων είχε γίνει καλά κατανοητή, δεν θα ήταν δύσκολο ακόμη και σήμερα να ξεκινήσει με μια ιδιωτική ή δημόσια πρωτοβουλία μια κοινότητα που να υλοποιεί την πρώτη αρχή που αναφέρθηκε. Ας υποθέσουμε ότι έχουμε μια περιοχή 500 εκταρίων στην οποία είναι χτισμένες 200 αγροικίες, η καθεμία από τις οποίες περιβάλλεται από έναν κήπο ή ένα περιβόλι ενός τετάρτου του εκταρίου. Η διεύθυνση επιτρέπει σε κάθε οικογένεια που διαμένει σε κάθε μια από αυτές, να επιλέξει ανάμεσα σε πενήντα πιάτα την ημέρα αυτό που επιθυμεί ή να τους παρέχει το ψωμί, τα λαχανικά, το κρέας και τον καφέ όπως απαιτείται για την προετοιμασία του φαγητού στο σπίτι. Σε αντάλλαγμα απαιτεί είτε τόσα χρήματα ετησίως, είτε έναν ορισμένο αριθμό ωρών εργασίας που θα προσφέρονται, κατ’ επιλογή των καταναλωτών, σε ένα από τα τμήματα του ιδρύματος: γεωργία, κτηνοτροφία, μαγείρεμα, καθαριότητα. Αυτό μπορεί να εφαρμοστεί αύριο, εάν χρειαστεί, και πρέπει να αναρωτηθούμε γιατί μια τέτοια αγροικία/ξενοδοχείο/κήπος δεν έχει ακόμη ιδρυθεί από έναν επιχειρηματία ιδιοκτήτη ξενοδοχείου.
Θα αντιταχθεί, αναμφίβολα, ότι ακριβώς εδώ, στην εισαγωγή της από κοινού εργασίας, γνώρισαν γενικά την αποτυχία οι Κομμουνιστές. Ωστόσο, αυτή η αντίρρηση δεν ευσταθεί. Τα αίτια της αποτυχίας πρέπει πάντα να αναζητούνται αλλού.
Πρώτον, σχεδόν όλες οι κοινότητες ιδρύθηκαν από ένα σχεδόν θρησκευτικό κύμα ενθουσιασμού. Ζητήθηκε από τους ανθρώπους να γίνουν «πρωτοπόροι της ανθρωπότητας», να υποταχθούν στις επιταγές μιας αυστηρής ηθικής, να αναγεννηθούν επαρκώς από την Κομμουνιστική ζωή, να αφιερώσουν όλο τους τον χρόνο, τις ώρες εργασίας και τον ελεύθερο χρόνο τους, στην κοινότητα, για να ζήσουν εξ ολοκλήρου για την κοινότητα.
Αυτό σήμαινε να ενεργούμε απλώς σαν μοναχοί και να απαιτούμε –χωρίς καμία αναγκαιότητα γι’ αυτό— οι άνθρωποι να είναι αυτό που δεν είναι. Μόνο τις πολύ πρόσφατες μέρες ιδρύθηκαν κοινότητες από αναρχικούς εργάτες χωρίς τέτοιες αξιώσεις, για καθαρά οικονομικούς σκοπούς– για να απελευθερωθούν από την καπιταλιστική εκμετάλλευση.
Το δεύτερο λάθος βρισκόταν στην επιθυμία να διαχειριστούν την κοινότητα κατά το πρότυπο της οικογένειας, να την μετατρέψουν σε μια «μεγάλη οικογένεια». Έμεναν όλοι στο ίδιο σπίτι και έτσι αναγκάζονταν να συναντούν συνεχώς τους ίδιους «αδερφούς και αδερφές». Είναι ήδη συχνά δύσκολο για δύο αληθινά αδέρφια να ζουν μαζί στο ίδιο σπίτι και η οικογενειακή ζωή δεν είναι πάντα αρμονική. Επομένως, ήταν θεμελιώδες λάθος να επιβληθεί σε όλους η αρχή της «μεγάλης οικογένειας», αντί να προσπαθηθεί, αντίθετα, να διασφαλιστεί όση περισσότερη ελευθερία και οικιακή ζωή σε κάθε άτομο.
Εξάλλου, μια μικρή κοινότητα δεν μπορεί να ζήσει για πολύ. «Αδέρφια και αδερφές» που αναγκάζονται να συναντιούνται συνεχώς, εν μέσω έλλειψης νέων εντυπώσεων, καταλήγουν να μισούν ο ένας τον άλλον. Και εάν δύο άτομα, επειδή γίνονται αντίπαλοι ή απλώς δεν συμπαθούν ο ένας τον άλλον, μπορέσουν με τη διαφωνία τους να επιφέρουν τη διάλυση μιας κοινότητας, η παρατεταμένη ζωή τέτοιων κοινοτήτων θα ήταν περίεργο πράγμα, ειδικά αφού όλες οι κοινότητες που ιδρύθηκαν μέχρι τώρα έχουν αυτοαπομονωθεί. Είναι δεδομένο ότι μια στενή συσχέτιση 10, 20 ή 100 ατόμων δεν μπορεί να διαρκέσει περισσότερο από τρία ή τέσσερα χρόνια. Θα ήταν ακόμη πιο λυπηρό αν διαρκούσε περισσότερο, γιατί αυτό θα αποδείκνυε είτε ότι όλοι τέθηκαν υπό την επιρροή ενός και μόνο ατόμου, είτε ότι όλοι έχασαν την ατομικότητά τους. Λοιπόν, δεδομένου ότι είναι βέβαιο ότι σε τρία, τέσσερα ή πέντε χρόνια μέρος των μελών μιας κοινότητας θα επιθυμούσε να φύγει, θα έπρεπε να υπάρχουν τουλάχιστον μια ντουζίνα ή περισσότερες ομόσπονδες κοινότητες προκειμένου όσοι, για τον έναν ή τον άλλο λόγο, επιθυμήσουν να φύγουν από μια κοινότητα να μπορεί να εισέλθουν σε μια άλλη, και να αντικατασταθούν από νέους επισκέπτες από άλλα μέρη. Διαφορετικά, η Κομμουνιστική κυψέλη πρέπει αναγκαστικά να χαθεί ή (κάτι που συμβαίνει σχεδόν πάντα) να πέσει στα χέρια ενός ατόμου –γενικά του πιο πονηρού από τα «αδέρφια».
Τέλος, όλες οι κοινότητες που ιδρύθηκαν μέχρι τώρα αυτοαπομονώθηκαν από την κοινωνία, αλλά ο αγώνας, μια ζωή αγώνων, χρειάζεται πολύ πιο επειγόντως σε έναν δραστήριο άνθρωπο παρά ένα καλά εφοδιασμένο τραπέζι. Αυτή η επιθυμία να δεις τον κόσμο, να ανακατευτείς με τα ρεύματά του, να δώσεις τις μάχες του είναι το επιτακτικό κάλεσμα στη νέα γενιά. Ως εκ τούτου προκύπτει (όπως παρατήρησε ο Τσαϊκόφσκυ από την εμπειρία του) ότι οι νέοι, στην ηλικία των 18 ή των 20 ετών, εγκαταλείπουν αναγκαστικά μια κοινότητα που δεν κατανοεί ολόκληρη την κοινωνία.
Δεν χρειάζεται να προσθέσουμε ότι οι κυβερνήσεις όλων των ειδών ήταν πάντα τα πιο σοβαρά εμπόδια για όλες τις κοινότητες. Όσοι έχουν δει κάτι λιγότερο από αυτό ή καθόλου από αυτό (όπως η Νέα Ικαρία) [*Στμ.Young Icarians] πετυχαίνουν καλύτερα. Αυτό γίνεται εύκολα κατανοητό. Το πολιτικό μίσος είναι ένα από τα πιο βίαια χαρακτηριστικά. Μπορούμε να ζήσουμε στην ίδια πόλη με τους πολιτικούς μας αντιπάλους, αν δεν είμαστε αναγκασμένοι να τους βλέπουμε κάθε στιγμή. Αλλά πως είναι δυνατή η ζωή σε μια μικρή κοινότητα όπου συναντιόμαστε όλοι σε κάθε βήμα;! Η πολιτική διαφωνία μπαίνει στη μελέτη, στο εργαστήριο, στον τόπο ανάπαυσης και η ζωή γίνεται αδύνατη.
Πηγή: Freedom: July (p30)/August (p38), 1901
Μετάφραση – απόδοση Π.
Δημοσιεύθηκε στην ΔΙΑΔΡΟΜΗ ΕΛΕΥΘΕΡΙΑΣ, φ.234, Φεβρουάριος 2023
ΠΗΓΗ: anarchypress.wordpress.com