Πέτρος Κροπότκιν: Κομμουνισμός και Αναρχία (1901) Β΄ ΜΕΡΟΣ
Από την άλλη πλευρά, έχει αναμφίβολα αποδειχθεί ότι η από κοινού εργασία, η κομμουνιστική παραγωγή, πετυχαίνει θαυμάσια. Σε καμία εμπορική επιχείρηση δεν έχει προστεθεί τόση αξία στη γη από την εργασία, όσο σε καθεμία από τις κοινότητες που ιδρύθηκαν στην Αμερική και στην Ευρώπη. Λάθη υπολογισμού μπορεί να συμβαίνουν παντού, όπως συμβαίνουν και σε όλες τις καπιταλιστικές επιχειρήσεις, αλλά δεδομένου ότι είναι γνωστό πως κατά τα πρώτα πέντε χρόνια μετά τη σύστασή τους τέσσερα εγχειρήματα από κάθε εμπορική επιχείρηση θα πτωχεύσουν, πρέπει να παραδεχτούμε ότι τίποτα παρόμοιο ή έστω κοντά σε αυτό δεν έχει συμβεί στις κομμουνιστικές κοινότητες.
Έτσι, όταν ο αστικός Τύπος, θέλοντας να είναι ευρηματικός, μιλάει για προσφορά ενός νησιού στους αναρχικούς για να ιδρύσουν την κοινότητα τους, βασιζόμενοι στην εμπειρία μας, είμαστε έτοιμοι να αποδεχτούμε αυτήν την πρόταση, μόνο υπό την προϋπόθεση ότι αυτό το νησί είναι, για παράδειγμα, το Isle de France (το Παρίσι) [στμ. λογοπαίγνιο, isle=νησί] και ότι με την αποτίμηση του κοινωνικού πλούτου θα λάβουμε το μερίδιό μας από αυτόν. Μόνο που, εφ’ όσον ξέρουμε ότι ούτε το Παρίσι, ούτε το μερίδιό μας από τον κοινωνικό πλούτο θα μας δοθεί, κάποια μέρα θα πάρουμε μόνοι μας και το ένα και το άλλο μέσω της Κοινωνικής Επανάστασης. Το Παρίσι και η Βαρκελώνη το 1871 δεν απείχαν πολύ από το να το πετύχουν –και οι ιδέες έχουν σημειώσει πρόοδο από τότε.
Η πρόοδος μάς επιτρέπει να δούμε, πάνω απ’ όλα, ότι μια απομονωμένη πόλη, που ανακηρύσσει την Κομμούνα, θα είχε μεγάλη δυσκολία να επιβιώσει. Το πείραμα θα έπρεπε, επομένως, να γίνει σε μια περιοχή –π.χ. σε μια από τις δυτικές πολιτείες, το Αϊντάχο ή το Οχάιο– όπως προτείνουν οι Αμερικανοί Σοσιαλιστές, και έχουν δίκιο. Σε μια αρκετά μεγάλη περιοχή, όχι εντός των ορίων μιας μοναδικής πόλης, πρέπει κάποτε να αρχίσουμε να κάνουμε πράξη τον κομμουνισμό του μέλλοντος.
Έχουμε αποδείξει πολλές φορές ότι ο κρατικός κομμουνισμός είναι αδύνατος, οπότε είναι άχρηστο να σταθούμε σε αυτό το θέμα. Μια απόδειξη αυτού, επιπλέον, βρίσκεται στην τάση των πιστών στο Κράτος, των υποστηρικτών ενός Σοσιαλιστικού Κράτους, οι οποίοι δεν πιστεύουν οι ίδιοι στον κρατικό κομμουνισμό. Ένα μέρος τους ασχολείται με την κατάκτηση ενός μεριδίου της εξουσίας στο σημερινό Κράτος –το αστικό Κράτος– και δεν ταλαιπωρούνται καθόλου να εξηγήσουν ότι η ιδέα τους για ένα Σοσιαλιστικό Κράτος είναι διαφορετική από ένα σύστημα Κρατικού καπιταλισμού υπό το οποίο όλοι θα ήταν υπάλληλοι του Κράτους. Αν τους πούμε ότι σε αυτό στοχεύουν, ενοχλούνται. Ωστόσο, δεν εξηγούν ποιο άλλο σύστημα κοινωνίας θέλουν να εγκαθιδρύσουν. Καθώς δεν πιστεύουν στην πιθανότητα μιας κοινωνικής επανάστασης στο εγγύς μέλλον, στόχος τους είναι να γίνουν μέλη της κυβέρνησης στο αστικό Κράτος τού σήμερα και αφήνουν το μέλλον να αποφασίσει πού θα καταλήξει αυτό.
Όσο για εκείνους που προσπάθησαν να σκιαγραφήσουν τα περιγράμματα ενός μελλοντικού Σοσιαλιστικού Κράτους, ανταποκρίθηκαν στην κριτική μας υποστηρίζοντας ότι το μόνο που θέλουν είναι στατιστικά γραφεία. Αλλά, αυτά είναι απλώς παιχνίδια εξαπάτησης με τις λέξεις. Εξάλλου, σήμερα υποστηρίζεται ότι τα μόνα στατιστικά στοιχεία αξίας είναι αυτά που καταγράφει το ίδιο το άτομο, δίνοντας ηλικία, επάγγελμα, κοινωνική θέση ή οι λίστες με το τι πούλησε ή αγόρασε, παρήγαγε και κατανάλωσε.
Οι ερωτήσεις που τίθενται είναι συνήθως εθελοντικής ανάπτυξης (από επιστήμονες και στατιστικές εταιρείες) και το έργο των στατιστικών γραφείων συνίσταται σήμερα στη διανομή των ερωτήσεων, στην τακτοποίηση και τη μηχανική σύνοψη των απαντήσεων. Το να μειώνει κανείς το Κράτος, τις κυβερνήσεις σε αυτή τη λειτουργία και να πει ότι με τον όρο «κυβέρνηση» μόνο αυτό θα γίνει κατανοητό, δεν σημαίνει τίποτα άλλο (αν ειπωθεί ειλικρινά) παρά μια τιμητική υποχώρηση. Και εγώ πρέπει, όντως, να παραδεχτώ ότι οι Ιακωβίνοι, σε σχέση με πριν από τριάντα χρόνια, έχουν απομακρυνθεί πάρα πολύ από τα ιδανικά τους, της δικτατορίας και του σοσιαλιστικού συγκεντρωτισμού. Κανείς δεν θα τολμούσε να πει σήμερα ότι η παραγωγή ή η κατανάλωση πατάτας ή ρυζιού πρέπει να ρυθμίζεται από το κοινοβούλιο του Γερμανικού Λαϊκού Κράτους (Volksstaat) στο Βερολίνο. Αυτά τα ανόητα πράγματα δεν λέγονται πια.
Το Κομμουνιστικό Κράτος είναι μια Ουτοπία από την οποία έχουν ήδη παραιτηθεί οι ίδιοι οι οπαδοί του και είναι καιρός να προχωρήσουμε παραπέρα. Ένα πολύ πιο σημαντικό ερώτημα που πρέπει να εξεταστεί, πράγματι, είναι το εξής: ο Αναρχικός ή Ελεύθερος Κομμουνισμός δεν συνεπάγεται επίσης τη μείωση της ατομικής ελευθερίας;
Στην πραγματικότητα, σε όλες τις συζητήσεις για την ελευθερία, οι ιδέες μας θολώνουν από την επιζήσασα επιρροή των περασμένων αιώνων δουλοπαροικίας και θρησκευτικής καταπίεσης.
Οι οικονομολόγοι παρουσίαζαν την επιβληθείσα σύμβαση (υπό την απειλή της πείνας) μεταξύ αφεντικού και εργάτη ως κατάσταση ελευθερίας. Οι πολιτικοί, πάλι, ονομάζουν έτσι την σημερινή κατάσταση του πολίτη που έχει γίνει δούλος-δουλοπάροικος και φορολογούμενος του Κράτους. Οι πιο εξελιγμένοι ηθικολόγοι, όπως ο Μιλ και οι πολυάριθμοι μαθητές του, όρισαν την ελευθερία ως το δικαίωμα να κάνεις τα πάντα, με εξαίρεση της καταπάτησης τής ίσης ελευθερίας όλων των άλλων. Πέρα από το γεγονός ότι η λέξη «δικαίωμα» είναι ένας πολύ μπερδεμένος όρος που μας έχει κληροδοτηθεί από περασμένες εποχές, που δεν σημαίνει τίποτα απολύτως ή αντιθέτως πάρα πολλά, ο ορισμός του Μιλ έδωσε τη δυνατότητα στον φιλόσοφο Σπένσερ, σε πολλούς συγγραφείς και ακόμη και σε μερικούς ατομικιστές αναρχικούς να ανασυγκροτήσουν δικαστήρια και νομικές τιμωρίες, ακόμη και τη θανατική ποινή –δηλαδή να επαναφέρουν, κατ’ ανάγκη στο τέλος, το ίδιο το Κράτος που είχαν κατακρίνει οι ίδιοι με θαυμαστό τρόπο. Η ιδέα της ελεύθερης βούλησης, επίσης, κρύβεται πίσω από όλες αυτές τις συλλογιστικές.
Αν αφήσουμε στην άκρη όλες τις ασυνείδητες ενέργειες και εξετάσουμε μόνο προμελετημένες ενέργειες (αυτές που προσπαθούν να επηρεάσουν από τη μεριά τους οι νόμοι, τα θρησκευτικά και τα ποινικά συστήματα) διαπιστώνουμε ότι για κάθε πράξη αυτού του είδους προηγείται κάποια συζήτηση μέσα στον ανθρώπινο εγκέφαλο. Για παράδειγμα, «Θα βγω έξω και θα κάνω μια βόλτα», σκέφτεται κάποιος. «Όχι, έχω ραντεβού με έναν φίλο», ή «Υποσχέθηκα να τελειώσω κάποια εργασία», ή «Η γυναίκα και τα παιδιά μου θα λυπηθούν που θα παραμείνουν στο σπίτι» ή «Θα χάσω τη δουλειά μου αν δεν πάω».
Ο τελευταίος προβληματισμός υποδηλώνει τον φόβο της τιμωρίας. Στις τρεις πρώτες περιπτώσεις αυτός ο άνθρωπος πρέπει να αντιμετωπίσει μόνο τον εαυτό του, τη συνήθεια της πίστης του, τις συμπάθειές του. Και εκεί βρίσκεται όλη η διαφορά. Λέμε ότι ο άνθρωπος που αναγκάζεται να συλλογιστεί για το αν θα εγκαταλείψει την τάδε ή την δείνα δέσμευση υπό τον φόβο της τιμωρίας, δεν είναι ελεύθερος άνθρωπος. Και διατρανώνουμε ότι η ανθρωπότητα μπορεί και πρέπει να απελευθερωθεί από τον φόβο της τιμωρίας και ότι μπορεί να συγκροτήσει μια αναρχική κοινωνία στην οποία ο φόβος της τιμωρίας, αλλά ακόμη και το αίσθημα τής μη επιθυμίας να βρεθεί να κατηγορείται, θα εξαφανιστεί. Προς αυτό το ιδανικό βαδίζουμε. Ξέρουμε όμως ότι δεν μπορούμε να απελευθερωθούμε ούτε από τη συνήθεια της πίστης (το να κρατάμε τον λόγο μας), ούτε από τη συμπάθειά μας (φόβος μήπως πονέσουμε αυτούς που αγαπάμε και τους οποίους δεν θέλουμε να ταλαιπωρήσουμε ή ακόμα και να απογοητεύσουμε). Από αυτήν την τελευταία άποψη ο άνθρωπος δεν είναι ποτέ ελεύθερος. Ο Κρούσος, στο νησί του, δεν ήταν ελεύθερος. Από τη στιγμή που άρχισε να ναυπηγεί το πλοίο του, να καλλιεργεί τον κήπο του ή να κάνει προμήθειες για το χειμώνα, ήταν ήδη αιχμάλωτος, απορροφημένος από τη δουλειά του. Αν ένιωθε τεμπέλης και προτιμούσε να μείνει ξαπλωμένος στη σπηλιά του, θα δίσταζε για μια στιγμή και παρ’ όλα αυτά θα πήγε στις εργασίες του. Από τη στιγμή που είχε τη συντροφιά ενός σκύλου, δύο ή τριών κατσικιών και, κυρίως, αφ’ ότου συναντήθηκε με τον Παρασκευά, δεν ήταν πια απολύτως ελεύθερος, με την έννοια που χρησιμοποιούνται μερικές φορές αυτές οι λέξεις στις συζητήσεις. Είχε υποχρεώσεις, έπρεπε να σκεφτεί τα συμφέροντα των άλλων, δεν ήταν πια ο τέλειος ατομικιστής που μερικές φορές περιμένουμε να δούμε. Τη στιγμή που έχει σύζυγο ή παιδιά, που τα μόρφωσε ο ίδιος ή που εμπιστεύθηκε άλλους να τα μορφώσουν (κοινωνία), τη στιγμή που έχει ένα οικόσιτο ζώο ή ακόμα και μόνο ένα περιβόλι που χρειάζεται να ποτίζεται συγκεκριμένες ώρες – από εκείνη τη στιγμή δεν είναι πλέον ο «Δεν νοιάζομαι για τίποτε», ο «εγωιστής», ο «ατομιστής» που, μερικές φορές, παρουσιάζεται ως ο τύπος του ελεύθερου ανθρώπου. Ούτε στο νησί του Κρούσου, και πολύ λιγότερο στην κοινωνία οποιασδήποτε μορφής, δεν υπάρχει αυτός ο τύπος. Ο άνθρωπος λαμβάνει, και θα λαμβάνει πάντα, υπ’ όψη του τα συμφέροντα των άλλων ανθρώπων ανάλογα με τη δημιουργία σχέσεων αμοιβαίου ενδιαφέροντος μεταξύ τους, και όλο και περισσότερο, όσο αυτοί οι άλλοι δηλώνουν τα δικά τους συναισθήματα και επιθυμίες.
Έτσι, δεν βρίσκουμε άλλον ορισμό της ελευθερίας εκτός από τον ακόλουθο: η δυνατότητα δράσης χωρίς να επηρεάζεσαι σχετικά με αυτές τις πράξεις από τον φόβο της τιμωρίας από την κοινωνία (σωματικός περιορισμός, απειλή πείνας ή ακόμα και λογοκρισία, εκτός κι εάν προέρχεται από φίλο).
Κατανοώντας την ελευθερία με αυτή την έννοια –και αμφιβάλλουμε αν μπορεί να βρεθεί ένας ευρύτερος και ταυτόχρονα πιο αληθινός ορισμός της– μπορούμε να πούμε ότι ο Κομμουνισμός μπορεί να μειώσει, ακόμη και να εκμηδενίσει, κάθε ατομική ελευθερία και σε πολλές Κομμουνιστικές κοινότητες αυτό επιχειρήθηκε· αλλά μπορεί, επίσης, να ενισχύσει αυτή την ελευθερία στα άκρα της.
Όλα εξαρτώνται από τις θεμελιώδεις ιδέες στις οποίες βασίζεται η οργάνωση [στμ. εννοεί η κοινωνική οργάνωση]. Δεν είναι η σύσταση μιας οργάνωσης που περιλαμβάνει τη δουλεία. Είναι οι ιδέες της ατομικής ελευθερίας που φέρνουμε μαζί μας σε μια οργάνωση οι οποίες καθορίζουν τον περισσότερο ή λιγότερο ελευθεριακό χαρακτήρα αυτής της οργάνωσης.
Αυτό ισχύει για όλες τις μορφές οργάνωσης. Η συμβίωση δύο ατόμων κάτω από την ίδια στέγη μπορεί να οδηγήσει στην υποδούλωση του ενός από τη θέληση του άλλου, καθώς μπορεί, επίσης, να οδηγήσει σε ελευθερία και για τους δύο. Το ίδιο ισχύει και για την οικογένεια ή για τη συνεργασία δύο ατόμων στην κηπουρική ή στο να εκδώσουν μια εφημερίδα. Το ίδιο ισχύει και σε μεγάλες ή μικρές οργανώσεις, σε κάθε κοινωνικό θεσμό. Έτσι, τον δέκατο, τον ενδέκατο και τον δωδέκατο αιώνα, βρίσκουμε κομμούνες ίσων, ανθρώπων εξίσου ελεύθερων – και τέσσερις αιώνες αργότερα βλέπουμε την ίδια κομμούνα να επιθυμεί τη δικτατορία ενός ιερέα. Δικαστές και νόμοι είχαν παραμείνει. Η ιδέα του Ρωμαϊκού δικαίου, του Κράτους, είχε γίνει κυρίαρχη, ενώ η ιδέα της ελευθερίας, της επίλυσης διαφορών με διαιτησία και της εφαρμογής του φεντεραλισμού (των ομοσπονδιών) στο μέγιστο βαθμό είχε εξαφανιστεί. Ως εκ τούτου προέκυψε η δουλεία. Λοιπόν, από όλους τους θεσμούς ή τις μορφές κοινωνικής οργάνωσης που έχουν δοκιμαστεί μέχρι σήμερα, ο Κομμουνισμός είναι αυτός που εγγυάται τη μεγαλύτερη ποσότητα ατομικής ελευθερίας –με την προϋπόθεση ότι η ιδέα που γεννά την κοινότητα είναι η Ελευθερία, η Αναρχία.
Ο Κομμουνισμός είναι ικανός να πάρει όλες τις μορφές ελευθερίας ή καταπίεσης που άλλοι θεσμοί δεν είναι σε θέση να πάρουν. Μπορεί να δημιουργήσει ένα μοναστήρι όπου όλοι υπακούν σιωπηρά στις εντολές του ανώτερου τους και μπορεί να δημιουργήσει μια απολύτως ελεύθερη οργάνωση, αφήνοντας στο άτομο την πλήρη ελευθερία του, οργάνωση που υπάρχει μόνο για όσο οι συνεργάτες επιθυμούν να παραμείνουν μαζί, μη επιβάλλοντας τίποτα σε κανέναν, αλλά αντιθέτως ανυπομονώντας να υπερασπιστούν, να διευρύνουν, να επεκτείνουν προς όλες τις κατευθύνσεις την ελευθερία του ατόμου. Ο Κομμουνισμός μπορεί να είναι αυταρχικός (οπότε η κοινότητα σύντομα θα αποσυντεθεί) ή μπορεί να είναι Αναρχικός. Το Κράτος, αντίθετα, δεν μπορεί να είναι αυτό. Είναι αυταρχικό ή αλλιώς παύει να είναι Κράτος.
Ο Κομμουνισμός εγγυάται την οικονομική ελευθερία καλύτερα από οποιαδήποτε άλλη μορφή οργάνωσης, γιατί μπορεί να εγγυηθεί την ευημερία, ακόμη και την πολυτέλεια, με αντάλλαγμα λίγες ώρες εργασίας, αντί για μιας ολόκληρης ημέρας εργασία. Τώρα, το να δίνουμε δέκα ή έντεκα ώρες ελεύθερου χρόνου την ημέρα από τις δεκαέξι κατά τις οποίες ζούμε συνειδητή ζωή (με οκτώ ώρες για ύπνο), σημαίνει να διευρύνουμε την ατομική ελευθερία έως εκείνο το σημείο που για χιλιάδες χρόνια ήταν ένα από τα ιδανικά της ανθρωπότητας.
Αυτό μπορεί να γίνει σήμερα σε μια κομμουνιστική κοινωνία, όπου ο άνθρωπος μπορεί να διαθέτει τουλάχιστον δέκα ώρες ελεύθερου χρόνου. Αυτό σημαίνει χειραφέτηση από ένα από τα πιο μεγαλύτερα βάρη της δουλείας για τον άνθρωπο. Είναι μια αύξηση της ελευθερίας.
Το να αναγνωρίσουμε όλους τους ανθρώπους ως ίσους και να αποκηρύξουμε τη διακυβέρνηση ανθρώπου από άνθρωπο, είναι μια άλλη αύξηση της ατομικής ελευθερίας, σε τέτοιο βαθμό που καμία άλλη μορφή οργάνωσης δεν έχει γίνει παραδεκτή ποτέ ούτε καν ως όνειρο. Κι αυτό γίνεται δυνατό μόνο αφ’ ότου έχει γίνει το πρώτο βήμα: όταν ο άνθρωπος έχει εγγυημένα τα μέσα επιβίωσης του και δεν αναγκάζεται να πουλήσει τους μύες και τον εγκέφαλό του σε αυτούς που καταδέχονται να τον εκμεταλλευτούν.
Τέλος, να αναγνωρίσουμε μια ποικιλία επαγγελμάτων ως τη βάση κάθε προόδου και να οργανωθούμε με τέτοιο τρόπο ώστε ο άνθρωπος να είναι απολύτως ελεύθερος κατά τον ελεύθερο χρόνο του, ενώ θα μπορεί, επίσης, να μεταβάλλει την εργασία του, μια αλλαγή για την οποία η πρώιμη εκπαίδευση και διδασκαλία του θα τον έχουν προετοιμάσει –αυτό μπορεί εύκολα να γίνει πράξη σε μια Κομμουνιστική κοινωνία. Αυτό σημαίνει και πάλι τη χειραφέτηση του ατόμου, που θα βρει τις πόρτες ανοιχτές προς κάθε κατεύθυνση για την πλήρη εξέλιξή του.
Όσο για τα υπόλοιπα, όλα εξαρτώνται από τις ιδέες στις οποίες βασίζεται η κοινότητα. Γνωρίζουμε μια θρησκευτική κοινότητα στην οποία, όταν τα μέλη που ένιωθαν δυστυχισμένα και έδειχναν σημάδια αυτού του συναισθήματος στα πρόσωπά τους, συνήθιζε να τους απευθύνεται ένας «αδελφός» ως εξής: «Είσαι λυπημένος. Ωστόσο, βάλε ένα χαρούμενο προσωπείο, γιατί διαφορετικά θα ταλαιπωρήσεις τους αδελφούς και τις αδελφές μας». Γνωρίζουμε, επίσης, κοινότητες επτά μελών, ένα από τα οποία προώθησε τον διορισμό τεσσάρων επιτροπών: κηπουρική, τρόποι και μέσα, νοικοκυριό και εξαγωγή, με απόλυτα δικαιώματα για τον πρόεδρο κάθε επιτροπής. Υπήρξαν, σίγουρα, κοινότητες που ιδρύθηκαν ή στις οποίες εισέβαλαν «εγκληματίες της εξουσίας» (ένας ειδικός τύπος που προτείνεται να εξετάσει ο κύριος Λομπρόζο [στμ. Εγκληματολόγος https://el.wikipedia.org/wiki/%CE%A4%CF%83%CE%AD%CE%B6%CE%B1%CF%81%CE%B5_%CE%9B%CE%BF%CE%BC%CF%80%CF%81%CF%8C%CE%B6%CE%BF%5D, καθώς και αρκετές κοινότητες που ιδρύθηκαν από τρελούς υποστηρικτές της απορρόφησης του ατόμου από την κοινωνία. Αλλά αυτοί οι άνθρωποι δεν ήταν προϊόν του κομμουνισμού, αλλά του Χριστιανισμού (εξαιρετικά αυταρχικός στην ουσία του) και του Ρωμαϊκού δικαίου, του Κράτους.
Η θεμελιώδης ιδέα αυτών των ανθρώπων που πιστεύουν ότι η κοινωνία δεν μπορεί να υπάρξει χωρίς αστυνομία και δικαστές, η ιδέα του Κράτους, είναι ένας μόνιμος κίνδυνος για κάθε ελευθερία, και όχι η θεμελιώδης ιδέα του Κομμουνισμού –που συνίσταται στην κατανάλωση και την παραγωγή χωρίς να υπολογίζεται το ακριβές μερίδιο του κάθε ατόμου. Αυτή η ιδέα, αντίθετα, είναι μια ιδέα ελευθερίας, χειραφέτησης.
Έτσι, καταλήξαμε στα ακόλουθα συμπεράσματα: Οι προσπάθειες του Κομμουνισμού έχουν αποτύχει μέχρι τώρα γιατί:
1. Βασίζονταν σε μια κινητήριο δύναμη θρησκευτικού χαρακτήρα αντί να θεωρούν την κοινότητα απλά ως μέσο οικονομικής κατανάλωσης και παραγωγής,
2. Απομονώθηκαν από την κοινωνία,
3. Ήταν εμποτισμένοι με αυταρχικό πνεύμα,
4. Απομονώθηκαν αντί να ιδρύσουν ομοσπονδίες,
5. Απαιτούσαν από τα μέλη τους τόσες πολλές ώρες εργασίας ώστε να μην τους αφήνουν ελεύθερο χρόνο, και
6. Σχηματίστηκαν με βάση τη μορφή της πατριαρχικής οικογένειας αντί να έχουν ως στόχο την συνολικότερη δυνατή χειραφέτηση του ατόμου.
Ο Κομμουνισμός, όντας ένας κατ’ εξοχήν οικονομικός θεσμός, δεν προδικάζει με κανέναν τρόπο το ποσό της ελευθερίας που εγγυάται στο άτομο, στον πρωτεργάτη [στμ. των ιδεών, των πράξεων], στον επαναστάτη ενάντια στις αποκρυσταλλωμένες αντιλήψεις. Μπορεί να είναι αυταρχικός, γεγονός που οδηγεί αναγκαστικά στον θάνατο της κοινότητας, και μπορεί να είναι ελευθεριακός, γεγονός το οποίο κατά τον δωδέκατο αιώνα, ακόμη και κάτω από το καθεστώς μερικού κομμουνισμού των νεαρών πόλεων εκείνης της εποχής, οδήγησε στη δημιουργία ενός νέου πολιτισμού γεμάτου σθένος, μια νέα άνοιξη της Ευρώπης.
Η μόνη μορφή Κομμουνισμού, ωστόσο, που μπορεί να διαρκέσει στον χρόνο είναι εκείνη υπό την οποία, αντιλαμβανόμενη τη στενή σχέση η οποία προκύπτει μεταξύ των ανθρώπων, θα καταβάλλει κάθε προσπάθεια για να επεκταθεί η ελευθερία του ατόμου προς όλες τις κατευθύνσεις.
Κάτω από τέτοιες συνθήκες, υπό την επίδραση αυτής της ιδέας, η ελευθερία του ατόμου, αυξημένη ήδη από την ποσότητα του ελεύθερου χρόνου που του εξασφαλίζεται, δεν θα περιορίζεται με κανέναν άλλο τρόπο όπως συμβαίνει σήμερα από το δημοτικό αέριο, την κατ’ οίκον παράδοση φαγητού από τα μεγάλα καταστήματα, τα σύγχρονα ξενοδοχεία ή από το γεγονός ότι κατά τις ώρες εργασίας εργαζόμαστε δίπλα-δίπλα με χιλιάδες συναδέλφους εργάτες.
Με στόχο και με μέσο την Αναρχία, ο Κομμουνισμός γίνεται εφικτός. Χωρίς αυτήν, γίνεται αναγκαστικά σκλαβιά και δεν μπορεί να υπάρξει.
Μετάφραση-απόδοση Π.
Δημοσιεύθηκε στην ΔΙΑΔΡΟΜΗ ΕΛΕΥΘΕΡΙΑΣ, φ.235, Μάρτιος 2023
Το πρώτο μέρος του κειμένου βρίσκεται εδώ
ΠΗΓΗ: anarchypress.wordpress.com