Τι εστίν αλήθεια;
Για ν’ ανεβείς στον ουρανό
Χρει-ά-ζο-νται
δυο φτερά,
ένα βιολί
και κάτι πράγματα
που δε μετριούνται, που δεν έχουν όνομα,
πιστοποιητικά ματιού που πάει μακριά και αργά,
επιγραφή στα νύχια της αμυγδαλιάς,
τίτλοι της πρωινής χλόης.
Πάμπλο Νερούδα από τη συλλογή Εστραβαγάριο
Το ερώτημα αυτό απασχόλησε τον Πιλάτο, όταν βρέθηκε αντιμέτωπος με την τελική απόφαση για την καταδίκη ή απαλλαγή του Ιησού. Το βασικό ερώτημα που μπορεί να απασχολεί τον καθένα για διαφορετικούς λόγους, όταν βρίσκεται μπροστά σε μεγάλες αποφάσεις. Ο Πιλάτος έχει πολλές ιδιαιτερότητες. Είναι ο επίτροπος που πήρε την τελική απόφαση για έναν θεάνθρωπο. Αυτός που έδωσε την τελευταία πινελιά στο δράμα και του έδωσε ιστορική διάσταση. Η παρουσία του Πιλάτου στην αφήγηση των Ευαγγελίων τοποθετεί τη σταύρωση στον ρου της ιστορίας. Όμως για ποιο λόγο προτιμάται ο Πιλάτος κι όχι ο Καίσαρας;
Ο Πιλάτος έχει τη δυνατότητα να μετατραπεί σε δραματικό πρόσωπο. Παρουσιάζεται με όλες τις ψυχολογικές του μεταπτώσεις. Γίνεται σχεδόν λογοτεχνικός ήρωας. Συνδέει την ιστορία με τη λογοτεχνία. Είναι κάποιος που γνωρίζουμε κυρίως χάρη στα Ευαγγέλια. Αντιθέτως, ο Καίσαρας Τιβέριος δεν μας είναι γνωστός από τις ευαγγελικές αφηγήσεις, πατάει με τα δυο πόδια γερά στην ιστορία και με αυτή τη λογική δεν μπορείς εύκολα να τον δραματοποιήσεις. Ανήκει στα ιστορικά πρόσωπα, που δε θα μπορούσαν να στιγματιστούν, εντασσόμενοι σε αυτούς που καταδίκασαν τον Ιησού. Άλλωστε, ο Πιλάτος αντιμετώπιζε προβλήματα με τους εβραίους, εξ αιτίας της περιφρονητικής και καταπιεστικής του στάσης προς τη θρησκεία τους.
Η κατάσταση στην Ιερουσαλήμ την περίοδο που στα Ευαγγέλια αναφέρεται ότι την επισκέφτηκε ο Ιησούς ήταν τεταμένη και ανήσυχη, παρ’ όλο που φαινόταν να είναι κανονική. Ο Πόντιος Πιλάτος, ο Ρωμαίος έπαρχος της Ιουδαίας, ήταν μισητός στον κόσμο και η αριστοκρατική οικογένεια των Άννα ήταν διεφθαρμένη, εξαγοράζοντας όλα τα ιερατικά αξιώματα, εμπνέοντας φόβο και μνησικακία. Ο λαός ήταν οργισμένος με τον Πιλάτο, επειδή θεωρούνταν βέβηλος απέναντι στους ιερούς θησαυρούς του ναού στο Κορμπάν κι είχε ρευστοποιήσει μέρος των θρησκευτικών κειμηλίων για την κατασκευή ενός αγωγού, ώστε να φέρει νερό στην πόλη.
Σε όλα τα εκκλησιαστικά κείμενα παρουσιάζεται ως ο υπαίτιος της απόφασης του Ιησού, που, αργότερα τιμωρείται από τον Τιβέριο ακριβώς για την απόφαση αυτή. Μάλιστα, εμφανίζεται συχνά μοχθηρός, σκληρός και στην καλύτερη περίπτωση αυστηρός ή δειλός. Κάποιες φορές μετανοεί, κάποιες φορές αυτοκτονεί πριν εκτελεστεί η απόφαση της θανάτωσής του από τον αυτοκράτορα. Σπάνια, μετανοεί για την απόφασή του μπροστά στον Τιβέριο. Σε κάθε περίπτωση αναλαμβάνει όλη την ευθύνη. Ακόμη και μετά το θάνατό του, το πτώμα του Πιλάτου παρουσιάζεται ως κατειλημμένο από δαίμονες, που περιφέρεται από πόλη σε πόλη. Ένα είδος βρυκόλακα.
Είναι φυσικό, λοιπόν, να επιλεγεί το πρόσωπο ενός έπαρχου, ενός ανθρώπου που δεν έχει καταγραφεί με συγκεκριμένο τρόπο από την ιστορία, αλλά είναι συγχρόνως ένα εξουσιαστικό πρόσωπο. Οπότε, έχει όλα τα πλεονεκτήματα, ώστε να φορτωθεί όλες τις ευθύνες της αυτοκρατορίας για την απόφαση της καταδίκης. Αξιοσημείωτο είναι ότι η δικαστική απόφαση γίνεται χωρίς να απαγγελθεί ρητά η κατηγορία. Ο Ιησούς καταδικάζεται σε θάνατο, χωρίς να του απαγγελθεί πρώτα ο λόγος για τον οποίο κατηγορείται. Σύμφωνα με το ρωμαϊκό δίκαιο, αυτό δεν θα μπορούσε να γίνει. Όπως δεν θα μπορούσε να δικαστεί καν από το ρωμαϊκό δικαστήριο ένας μη Ρωμαίος πολίτης, όπως ο Ιησούς. Έτσι, εμπλέκεται και το εβραϊκό ιερατείο στην απόφαση. Και ο εβραϊκός όχλος. Ακόμη και νομικοί παγκοσμίως έχουν ασχοληθεί με τις νομικές παρατυπίες και παράδοξα της δίκης.
Ωστόσο, παραμένει άλλο το ερώτημα. Εκείνο που θέτει ο Πιλάτος, όταν βρίσκεται αντιμέτωπος με τον Ιησού και θέτει το κρίσιμο ερώτημα: τι είναι η αλήθεια. Ο Ιησούς φαίνεται να απαντά ότι η αλήθεια του κι ο ίδιος δεν είναι εκ του κόσμου τούτου. Φαίνεται να αναθέτει την αλήθεια στον κόσμο του ουρανού κι όχι αυτής της γης. Υπάρχει κι η εκδοχή κατά άλλους, σύμφωνα με την οποία ο Πιλάτος ρωτάει ποια είναι η αλήθεια, αλλά δεν περιμένει την απάντηση. Γίνεται, δηλαδή, με ειρωνική και σκεπτικιστική διάθεση. Η τελική απόφαση της σταύρωσης εναποτίθεται, ούτως ή άλλως, στη «βούληση» του όχλου. Το ανώνυμο πλήθος τους επιλέγει να δοθεί χάρη στον Βαραββά κι όχι στον Ιησού. Αυτοί λαμβάνουν την τελικά απόφαση και ορίζουν ακόμη και την ποινή. Έτσι, τα ιστορικά πρόσωπα ελαφρύνονται άλλοτε εν μέρει (Πιλάτος) άλλοτε ολοκληρωτικά (Τιβέριος) από την ενοχή της σταύρωσης.
Αξίζει όμως να επιμείνουμε στο βασικό ερώτημα του Πιλάτου: ποια είναι η αλήθεια; Όσον αφορά την ιστορικότητα του Ιησού πολλά έχουν ειπωθεί και γραφτεί. Ίσως δεν έχει και τόσο νόημα αν ο Ιησούς υπήρξε ιστορικό πρόσωπο, μύθος ή θρύλος, από τη στιγμή που το πρόσωπό του, διαμορφωμένο από τις λεγόμενες πατερικές αφηγήσεις, άσκησε τόσο μεγάλη επίδραση στο πνεύμα τόσων εκατομμυρίων ανθρώπων, αυτοκρατοριών κι εθνών κι έγινε σύμβολο θρησκευτικών πολέμων μέχρι σήμερα. Για έναν αρχαίο άνθρωπο –είτε αυτός ανήκε σε μια φυλή είτε και σε μια αρχαία ελληνική πόλιν-κράτος- αυτή η πνευματική διάκριση μεταξύ επουράνιας και επίγειας αλήθειας φαίνεται αδιανόητη.
Ίσως είναι πιο σημαντικό το γεγονός ότι το ερώτημα ποια είναι αλήθεια μένει μετέωρο μεταξύ ουρανού και γης. Ότι ο κόσμος από τη Ρώμη και μετά μοίρασε τις επίγειες εξουσίες του στον αυτοκράτορα, τον πρωθυπουργό, τον οποιονδήποτε αρχηγό και τις επουράνιες στο θεό του. Τότε ο κόσμος πράγματι εξέπεσε. Η διάκριση των εξουσιών δεν απελευθέρωσε την εξουσία ή τους υπηκόους από τις δεισιδαιμονίες, αλλά έκανε ακόμη πιο ανόσια κάθε πράξη. Αποσυνέδεσε από κάθε τι πνευματικό την ύλη, που πλημμύρισε κάθε πράξη και σκέψη. Αποσυνέδεσε από κάθε ισορροπία τον χρόνο, τον τόπο, τη σχέση με τη φύση μας και μας έκανε βωμολόχους. Έτσι, κάθε πράξη επί της γης έγινε ιερόσυλη και ανίερη.
Είναι αυτό το πρώτο σκαλί για τις σοβαρές διχοτομήσεις του Διαφωτισμού: πνεύμα-ύλη, ψυχή-σώμα, πολιτισμένο-άγριο, σωτηρία-αμαρτία, παράδεισος-κόλαση, καλό-κακό. Ο κόσμος χωρίστηκε, για να μην ξαναενωθεί ποτέ από τότε. Όλα τα βήματα γίνονται βέβηλα και η «σωτηρία» δεν είναι αρκετή. Η αλήθεια θέλει επιστημονικές αποδείξεις και πρέπει να επαληθευτεί πειραματικά και βιβλιογραφικά. Είναι αυτής της γης. Στον ουρανό βασιλεύει ο θεός και στη γη η επιστήμη.
Κι όμως, τα βήματα δεν ήταν πάντοτε βέβηλα, αμαρτία σήμαινε σφάλμα κι όχι ηθικό παράπτωμα κι ενοχή. Η γη ήταν πλανήτης και ο κόσμος ήταν το σύμπαν που κοίταζαν οι άνθρωποι, όταν σήκωναν το κεφάλι στον ουρανό. Το βλέμμα τους δεν ήταν ένας άδειος καθρέφτης. Κοίταζε μέσα, για να δει έξω. Η αλήθεια δεν ήταν μετρήσιμο μέγεθος. Ούτε υπήρχε πριν και μετά, αλλά μια συνεχής ροή του κόσμου μέσα σε κύκλους, δεν άρχιζε με τους πρωτόπλαστους, για να τελειώσει στη Δευτέρα παρουσία. Η γέννηση κι η ύπαρξη δεν ήταν ενοχή.
Το ζήτημα, λοιπόν, δεν είναι η ετυμηγορία στο ερώτημα αν ο Ιησούς είναι βασιλιάς αυτού του κόσμου ή του ουράνιου, αλλά το ίδιο το ερώτημα, ο ίδιος ο διαχωρισμός μεταξύ ουρανού και γης. Η σταύρωση επικύρωσε στο εξής τη διχοτόμηση. Ο κόσμος έγινε αυτός κι εκείνος. Πριν τη διχοτόμηση το «είναι» δεν ακολουθούνταν από ιδιότητες (δεν ήταν ένα συνδετικό ρήμα, όπως θα έλεγαν οι φιλόλογοι), αλλά ήταν υπαρκτικό: Ο κόσμος είναι. Κι αυτός τα περιείχε όλα.
σύντροφοι για την Αναρχική απελευθερωτική δράση
Σχετικά βιβλία:
Giorgio Agamben, Πιλάτος και Ιησούς
Hugh J. Schonfield, Η συνωμοσία του Πάσχα
Μιχαήλ Μπουλγκάκοφ, Ο μαιτρ κι η Μαραγρίτα