Το κόστος της ζωής των γυναικών μέσα από δύο ειδήσεις
Κατερίνα Κλείτσα
Δύο ειδήσεις των τελευταίων ημερών:
1) Μία 19χρονη που φαίνεται ότι δολοφονήθηκε από τον πρώην σύντροφό της, είχε δεχτεί πρόστιμο από την αστυνομία έξι μήνες πριν την δολοφονία της, επειδή σπατάλησε το χρόνο των αστυνομικών με τους φόβους της.[1]
Η Shana Grice από την Αγγλία, βρέθηκε νεκρή στο δωμάτιό της, με κομμένο λαιμό, ενώ έξι μήνες πριν είχε καταγγείλει στην αστυνομία ότι ο πρώην σύντροφος της, μη μπορώντας να δεχτεί ότι η Shana τον χώρισε, την καταδίωκε, κρυβόταν στην αυλή του σπιτιού της, της άφηνε λουλούδια έξω από το σπίτι της και σημειώματα στο αυτοκίνητό της. Επειδή τα πειστήρια δεν ήταν ικανά να αποδείξουν την ενοχή του πρώην συντρόφου της Michael Lane, η αστυνομία όχι μόνο αγνόησε την Shana, αλλά της έκοψε πρόστιμο επειδή απασχόλησε αναίτια τους αστυνομικούς.
O Michael Lane, προφανώς νιώθοντας πως δεν αντιμετωπίζει καμία απειλή από την αστυνομία, την έπαιρνε τηλέφωνα και ανάσαινε βαριά, της έστειλε γράμμα που ζητούσε πίσω λεφτά για τα δείπνα που του κόστισε η Shana και ένα άρωμα που της είχε αγοράσει. Ένα μήνα πριν τη δολοφονία της, ο Lane έκλεψε τα κλειδιά του σπιτιού της και μπήκε στο δωμάτιο της για να τη βλέπει την ώρα που κοιμόταν. Ανάμεσα σε άλλα στοιχεία που τον ενοχοποιούν είναι τα παπούτσια του, λερωμένα με το αίμα της Shana.
2) Ο Βραζιλιάνος ποδοσφαιριστής Bruno Goeiro αποφυλακίζεται μετά από 6 χρόνια και 7 μήνες και προσλαμβάνεται ξανά σε ομάδα. Η αιτία της φυλάκισής του ήταν ότι το 2010 βασάνισε (μαζί με άλλα εννιά άτομα, ανάμεσά στα οποία και η τότε σύντροφός του) σκότωσε και τάισε στα σκυλιά του την πρώην σύντροφό του Eliza Samudio, που προσπαθούσε να αποδείξει νομικά ότι ο Bruno ήταν ο πατέρας του παιδιού της.[2]
Πριν τη σύλληψή του, ο Bruno είχε κάνει την εξής δήλωση μπροστά σε κάμερα:
«Ποιος από εσάς που είστε παντρεμένοι δεν έχει καβγαδίσει ποτέ με τη γυναίκα του ή δεν έχει χτυπήσει μία γυναίκα; Δεν υπάρχει περίπτωση [στμ: να μην το έχετε κάνει]. Οι καβγάδες του συζύγου και της συζύγου δεν είναι δικιά σας υπόθεση».
Σήμερα, ο ίδιος άνθρωπος βρίσκεται εκτός φυλακής, με συμβόλαιο 2 χρόνων στην ποδοσφαιρική ομάδα Esporte Clube, της οποίας η διοίκηση δηλώνει ότι ο Bruno έχει ήδη τιμωρηθεί για τις πράξεις του, η ομάδα δεν έχει καμία σχέση με την προηγούμενη ή σημερινή προσωπική ζωή του Bruno, ότι τον προσέλαβε μόνο ως επαγγελματία ποδοσφαιριστή και τον βοηθάει να επανενταχθεί στην κοινωνία.
Το κόστος της ζωής μίας γυναίκας
Πόσο κοστίζει λοιπόν η ζωή μίας γυναίκας; Σύμφωνα με την αστυνομία της Αγγλίας, όχι αρκετά ώστε να σπαταλήσει τον χρόνο τους. Σύμφωνα με την ποδοσφαιρική ομάδα της Βραζιλίας, όχι τόσο όσο η επανένταξη του δολοφόνου στην κοινωνία (και προφανώς τα λεφτά που θα τους φέρει το ποδοσφαιρικό του ταλέντο). Σύμφωνα με τη βραζιλιάνικη δικαιοσύνη έξι χρόνια και 7 μήνες φυλάκισης.
Και μπορεί τις τελευταίες μέρες να έγιναν γνωστά τα δύο παραπάνω περιστατικά, αλλά το κόστος των ζωών των γυναικών μετριέται με ακόμα πιο σκληρούς αριθμούς:
Στο Ηνωμένο Βασίλειο, μία γυναίκα δολοφονείται κάθε τρεις ημέρες.
Στη Βραζιλία κάθε δύο ώρες! (Στην Βραζιλία, όπως και στην Αργεντινή, οι δολοφονίες γυναικών είναι τόσο συχνές που έχει καθιερωθεί επίσημα ο όρος «γυναικοκτονία»).
Στην ΕΕ 3.500 γυναίκες πεθαίνουν κάθε χρόνο λόγω ενδοοικογενειακής βίας.
Και ενώ η λέξη «ενδοοικογενειακή» θα έπρεπε να περιγράφει ότι ακριβώς συμβαίνει από το σύζυγο ή τον σύντροφο της γυναίκας, αποκτά και μία άλλη κοινωνική ερμηνεία: Συμβαίνει μέσα στην οικογένεια, μέσα στο σπίτι και, γι’ αυτό, όταν η πόρτα του κλείνει, δεν αφορά κανέναν τρίτο το τι συμβαίνει, δε μπορούμε να κάνουμε κάτι, «δεν είναι δική μας υπόθεση» – όπως είπε και ο ποδοσφαιριστής Bruno λίγο πριν συλληφθεί.
Oικογενειακή υπόθεση
Η έννοια της «οικογενειακής υπόθεσης» είναι εντυπωσιακά διαδεδομένη. Τόσο διαδομένη, που λίγους μήνες πριν, στην τηλεόραση του Μαρόκο μία εκπομπή έδινε συμβουλές μακιγιάζ στις γυναίκες θύματα ενδοοικογενειακής βίας για το πώς να καλύπτουν με επιτυχία τα σημάδια στα πρόσωπά τους.
Γιατί η ενδοοικογενειακή βία πρέπει να μένει κρυφή. Τα θύματα να ντρέπονται και να κρύβονται. Ο θύτης να γλιτώνει πίσω από το πετυχημένο μακιγιάζ της γυναίκας. Στη βία κατά των γυναικών πρέπει να σωπαίνουμε. Και η γυναίκα και η κοινωνία.
Και ενώ για παράδειγμα στα μέσα κοινωνικής δικτύωσης –σωστά– απαιτούμε να δημοσιοποιηθεί το όνομα και το πρόσωπο κάποιου που βασάνισε έναν αδέσποτο σκύλο, ενώ κάποιοι θεώρησαν αναγκαία την διαπόμπευση των οροθετικών για να προστατεύσουν τους άντρες και τα παιδιά -πελάτες των ιερόδουλων, όταν ανοίγει η κουβέντα για μία γυναίκα που κακοποιείται από το σύντροφό της, η φωνή πρέπει να χαμηλώνει και δεν πρέπει να αναζητούνται συγκεκριμένοι τρόποι αντιμετώπισης του προβλήματος.
Αντίθετα συχνά, με χαμηλωμένη φωνή, πολλοί συνηθίζουν να αναρωτιούνται: «Γιατί μένει μαζί του;». Ρίχνοντας έτσι, έμμεσα, ευθύνες στην γυναίκα που κακοποιείται και ζητώντας από αυτήν να πατήσει στα πόδια της και να αντισταθεί, θεωρώντας ότι είναι μία πράξη απλή και εύκολη.
Σε μία κοινωνία που λειτουργεί με τον κανόνα της επιβολής του ισχυρού στον αδύναμο, που είναι ποτισμένη με ανταγωνισμό και κτητικότητα και έχει μάθει να θεωρεί τη γυναίκα από κατώτερη μέχρι ευτελή ύπαρξη σε κάποιες κοινωνίες, η ενδοοικογενειακή βία είναι καθημερινό φαινόμενο και έχει πολλές μορφές: ψυχολογική, οικονομική, σωματική, σεξουαλική, βία που φτάνει στη δολοφονία.
Στην ενδοοικογενειακή –όπως και σε κάθε άλλη μορφή– βίας κατά των γυναικών, πρέπει να μάθουμε να μη σωπαίνουμε. Να μην αναζητούμε τις ευθύνες στο ίδιο το θύμα, να επεμβαίνουμε όταν αντιλαμβανόμαστε κάποιο περιστατικό, να αναγνωρίσουμε ότι ο θύτης κάνει τη «δουλειά» του με τέτοιο τρόπο που το θύμα του δε μπορεί καθόλου εύκολα να πάρει την απόφαση να τον εγκαταλείψει, αφού συχνά είναι οικονομικά εξαρτημένο από αυτόν, φοβάται ή έχει μάθει να σκέφτεται ότι φταίει το ίδιο.
Παράλληλα, τα δύο παραπάνω παραδείγματα αποκαλύπτουν τον τρόπο που συχνά αντιμετωπίζονται τα θύματα από τις Αρχές και την Δικαιοσύνη, που με τη στάση τους κάνουν ακόμα πιο δύσκολο για μια γυναίκα να εγκαταλείψει τον βασανιστή της.
Την ίδια ώρα όμως, δε μπορούμε παρά να παλέψουμε ενάντια στις αιτίες της ενδοοικογενειακής βίας και κατ’ επέκταση του σεξισμού και των διακρίσεων βάσει χρώματος, φυλής, σεξουαλικού προσανατολισμού, ταυτότητας φύλου κλπ. Οφείλουμε να παλέψουμε ενάντια στο αρρωστημένο σύστημα που μας χωρίζει σε δυνατούς και αδύναμους, φυσιολογικούς και μη, μας μαθαίνει να επιβαλλόμαστε με τη βία, δημιουργεί πρότυπα σχέσεων όπου κάποιος πρέπει να έχει «το πάνω χέρι», δημιουργεί ανθρώπους (άντρες και γυναίκες) δυστυχισμένους που παλεύουν καθημερινά να χωρέσουν σε ρόλους και καθήκοντα.